Search

Ο τουρισμός δεν είναι “αρπαχτή”…

 

 Γράφει η Ισμήνη Μαμουνή – διπλωματούχος ξεναγός

 

 

“Tο 1997 αποφοίτησα από τη Σχολή Ξεναγών. Στα δυόμιση χρόνια των σπουδών μου, είχα ταξιδέψει με τους συμφοιτητές μου και τους καθηγητές μας σε όλη την Ελλάδα, είχαμε γνωρίσει από κοντά τον πλούτο του πολιτισμού και της ιστορίας μας, είχαμε μάθει από πρώτο χέρι πόσο σημαντικό είναι να επισκέπτεσαι ένα τόπο, ένα μνημείο και να υπάρχει κάποιος που με υπευθυνότητα να σου μιλήσει γι’ αυτό και το κυριότερο, είχαμε όλοι εντυπωσιαστεί με το σεβασμό που απολάμβαναν οι διπλωματούχοι ξεναγοί σε όλη την Ελλάδα. Στα μεγάλα τουριστικά νησιά οι ξεναγοί ήταν συχνά καλεσμένοι ως ομιλητές σε συνέδρια, έπαιρναν μέρος στις τουριστικές επιτροπές και φυσικά συνόδευαν τους τοπικούς φορείς στις τουριστικές εκθέσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό. Με αυτή λοιπόν τη θετική εντύπωση και με το νόμο περί Ξεναγών (Νόμος 710/1977):

  1. Ξεναγός (εξηγητής), κατά την έννοιαν του παρόντος είναι ο συνοδεύων αλλοδαπός ή ημεδαπός περιηγητάς ή επισκέπτας της χώρας, καθοδηγών αυτούς και υποδεικνύων τα αξιοθέατα του τόπου, αρχαία ή ιστορικά μνημεία, καλλιτεχνικά έργα πάσης εποχής, επεξηγών εις αυτούς την σημασίαν αυτών, τον προορισμόν και την ιστορίαν των και παρέχων γενικωτέρας πληροφορίας περί της αρχαίας και της νεωτέρας Ελλάδος.
    2. Η άσκησις του επαγγέλματος του ξεναγού επιτρέπεται μόνον κατόπιν αδείας εκδιδομένης υπό του Γενικού Γραμματέως του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού κατά τας διατάξεις του παρόντος νόμου), βγήκαμε στην αγορά εργασίας.

Μέσα σε λίγους μόλις μήνες, αντιληφθήκαμε πόσο διαφορετική ήταν η νοοτροπία των εδώ επαγγελματιών του τουρισμού, σε σύγκριση με τα όσα είχαμε εμείς βιώσει στα ταξίδια μας. Γνωρίσαμε από πρώτο χέρι την απόρριψη, το χλευασμό, δεχτήκαμε ακόμα και απειλές επειδή ζητούσαμε το αυτονόητο: να απασχολούν οι τουριστικοί πράκτορες διπλωματούχους ξεναγούς στις οργανωμένες εκδρομές. Μην ξεχνάτε πως διανύαμε τότε τη χρυσή εποχή των μαζικών αφίξεων, ελληνικών κυρίως γκρουπ, αλλά είχαμε και αρκετούς αλλοδαπούς τουρίστες αφού οι πτήσεις τσάρτερ είχαν αρχίσει να πληθαίνουν.
Πλην ελαχίστων φωτεινών εξαιρέσεων, οι περισσότεροι τουριστικοί πράκτορες αρνούνταν πεισματικά να μας προσλάβουν, χρησιμοποιώντας τις πιο απίθανες δικαιολογίες:
Έλα μωρέ, σιγά μην πάρω ξεναγό για τις κυρά-Κατίνες. Θα τους πει δυο λόγια ο οδηγός.
Έλα μωρέ, αυτοί είναι πουλάκηδες (birdwatchers δηλαδή), δε θέλουν ξεναγό.
Έλα μωρέ, και σιγά τώρα; Έχει η Λέσβος αρχαία; Τι να τον κάνω τον ξεναγό;
Έλα μωρέ, αυτοί είναι μαθητές σχολείου, θα τους τα πει ο δάσκαλος.
Έλα μωρέ, αυτοί έχουν έρθει με την ενορία, θα τους τα πει ο παπάς.
Και δώστου οι καταγγελίες για παράνομες ξεναγήσεις να πέφτουν βροχή, και να τα αυτόφωρα και οι δίκες και ο απλός κόσμος να μην καταλαβαίνει για ποιο λόγο φωνάζουμε κι αγωνιζόμαστε.
Και όταν αργότερα άρχισαν να έρχονται οι Τούρκοι επισκέπτες, και αφού είχε προηγηθεί η διάλυση της τουριστικής αστυνομίας (ο φόβος δηλαδή που φυλούσε τα έρμα), μείναμε να παρακολουθούμε έκπληκτοι τους συνοδούς των γκρουπ από τη γείτονα χώρα να ξεναγούν ανενόχλητοι σε μουσεία, μνημεία, τζαμιά και εκκλησιές, να κατευθύνουν τα γκρουπ τους σε συγκεκριμένα καταστήματα (για ευνόητους λόγους) και κανείς να μη γνωρίζει την ποιότητα και εγκυρότητα των πληροφοριών που δίνονταν.
Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την ανικανότητα των τοπικών αρχόντων την τελευταία εικοσαετία, που δε μπόρεσαν να δημιουργήσουν μια τουριστική ταυτότητα για το νησί και να την υποστηρίζουν με συνέπεια και επιμονή, αλλά τρέχουν από έκθεση σε έκθεση με μηδαμινά αποτελέσματα, έφεραν το νησί στη δύσκολη θέση που είναι σήμερα. Το μεγάλο πρόβλημα της Λέσβου -σε σχέση με τον τουρισμό-δεν είναι το προσφυγικό. Είναι ο ερασιτεχνισμός και η πολιτική της αρπαχτής που δυστυχώς συναντάται σε πολλούς επαγγελματίες του χώρου. Είναι η έλλειψη σεβασμού προς τον επισκέπτη-καταναλωτή. Είναι η άρνηση μας να αντιληφθούμε ότι ο τουρισμός είναι κάτι που χτίζεται αργά και σταθερά, κι όχι με διάττοντες αστέρες. Και τέλος, είναι η δυσκολία μας να αντιληφθούμε αυτό που έλεγαν οι παλιοί: πως την αγελάδα πρέπει να την αρμέγεις κι όχι να τη σφάζεις…..
Mετά από 20 σχεδόν χρόνια στο χώρο του τουρισμού, νιώθω μόνο θλίψη για το πανέμορφο νησί μου και οργή για όσους το έφεραν στο σημείο αυτό. Και το πρόβλημα μου δεν είναι στο ότι η Λέσβος προτείνεται ως ο καλύτερος προορισμός για gay ταξιδιώτες. Το θέμα μου είναι ότι αυτός ο τόπος, με την μακραίωνη ιστορία, το απολιθωμένο δάσος, τα  μουσεία, τους υδροβιότοπους με τα σπάνια πουλιά, τις υπέροχες περιπατητικές διαδρομές, τα μοναστήρια με τα σπάνια κειμήλια και χειρόγραφα, τις εκκλησίες, τα οθωμανικά μνημεία, τα κάστρα, τις παραλίες, την υπέροχη κουζίνα με τα τοπικά προϊόντα, τους ελαιώνες, τα πευκοδάση, τα παραδοσιακά πανηγύρια και τα τόσα άλλα που θα μπορούσα να απαριθμώ για ώρες, παραμένει άγνωστος και αόρατος στον παγκόσμιο τουριστικό χάρτη”.