Search

Όστρακα, σαρδέλα και αλάτι: Αφιέρωμα από το “Πρώτο Θέμα” στην ιστορία του Κόλπου της Καλλονής

Της Γιάννας Μπαλαφούτη

Το φυσικό ιχθυοτροφείο που δημιούργησε θρύλους και παραδόσεις, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, είναι ένας σημαντικός ψαρότοπος, με βαθιές ρίζες στην τοπική κληρονομιά και την ιστορία, αφήνοντας το στίγμα του στην οικονομία και τη γεύση της Λέσβου.

Τόπος έρευνας και βιοποικιλότητας από τα αρχαία χρόνια

Ο ημίκλειστος και ρηχός κόλπος της Καλλονής βρίσκεται στο ΝΔ τμήμα της Λέσβου και συνδέεται με το υπόλοιπο Βόρειο Αιγαίο μέσω ενός στενού στομίου στο νοτιοδυτικό άκρο του. Έχει επιφάνεια 110 Km2, μέγιστο βάθος 19 μέτρα περίπου και μέσο βάθος 10 μέτρα. Γεωλογικά η περιοχή σχηματίζεται από ηφαιστειακά πετρώματα, άργιλο και άμμο. Ολόκληρη η Λέσβος αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα και σπανιότερα μνημεία γεωλογικής κληρονομιάς παγκοσμίως και έχει χαρακτηριστεί ως «Παγκόσμιο Γεωπάρκο της UNESCO». Ειδικότερα, ο Κόλπος της Καλλονής, έχει χαρακτηριστεί ως Ειδική Ζώνη Διατήρησης (ΕΖΔ) και Ζώνη Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ).Unmute

Περισσότερα από 20 είδη οστρακοειδών, ζουν μέσα στα λιβάδια Ποσειδωνίας του κόλπου

Η διαχρονική μελέτη της βιοποικιλότητας

Από τα αρχαία χρόνια έως και τη σημερινή εποχή, η σπάνια βιοποικιλότητα του Κόλπου αποτελεί πεδίο έρευνας και μελέτης, απασχολώντας επιστήμονες από όλο τον κόσμο. Ο Θεόφραστος από την Ερεσσό, γνωστός και ως ο «πατέρας της βοτανικής» αποτέλεσε την αφορμή για να εγκατασταθεί στην Καλλονή ο Αριστοτέλης, ο πατέρας της «θαλάσσιας βιοποικιλότητας». Από το 345 π.Χ έως το 342 π.Χ. ο Αριστοτέλης επέλεξε αυτόν τον τόπο για να μελετήσει τη θαλάσσια ζώνη του κόλπου και να καταγράψει τις παρατηρήσεις του στα έργα «Περί ζώων γενέσεως» και «Περί ζώων ιστορίας». Περιέγραψε περίπου το 80% των θαλάσσιων οργανισμών της εποχής του και προειδοποίησε για τους κινδύνους της υπεραλίευσης, αναφέροντας τα χτένια ως παράδειγμα.

Χιλιάδες χρόνια μετά, ο κόλπος διατηρεί τον τίτλο ενός από τους σημαντικότερους ψαρότοπους της Ελλάδας και φημίζεται ως «φυσικό ιχθυοτροφείο» με άφθονους πληθυσμούς οστρακοειδών και ψαριών. «Αν θέλει κάποιος να κάνει μία αποτίμηση του κόλπου και των οικοσυστημάτων του, θα εκφράσει μια περιοχή με υψηλή βιοποικιλότητα και μία μεγάλη ποικιλία ενδιαιτημάτων» δήλωσε στο Cantina ο καθηγητής Ωκεανογραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου κ. Δρόσος Κουτσούμπας. «Εδώ υπάρχουν λιμνοθάλασσες, εκβολές, λιβάδια Ποσειδωνίας και άλλα θαλάσσια φυτά, καθώς και ποικιλία ειδών πανίδας».

Φωτογραφία: Πέτρος Σοφικίτης

Στη Σκάλα Καλλονής 102 χρόνια μετά τον ερχομό των ψαράδων

Το 95% των κατοίκων στη Σκάλα Καλλονής (σημ: Σκάλες λέγονται τα παραθαλάσσια σημεία των χωριών του νησιού) είναι πρόσφυγες. Πριν το 1922, η αλιεία στη Λέσβο περιορίζονταν σε λίγες βάρκες που χρησιμοποιούσαν δίχτυα και παραγάδια. Μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών όμως, η επαγγελματική αλιεία άρχισε να αναπτύσσεται καθώς εγκαταστάθηκαν στο νησί ψαράδες με πεζότρατες από το Τσεσμέ και μπιγιαντέδες και γρίπους από τη θάλασσα του Μαρμαρά. Με την πάροδο του χρόνου οι πεζότρατες εξελίχθηκαν σε ανεμότρατες και αργότερα σε μηχανότρατες, ενώ οι γρίποι εξελίχθηκαν στα σημερινά γρι-γρι.

Στις δύο τα μεσάνυχτα, την ώρα που τα τρεχαντήρια βγαίνουν για ψάρεμα, η δημοσιογραφική ομάδα του Cantina βρέθηκε στη Σκάλα Καλλονής για να συνομιλήσει με τον πρόεδρο του Συλλόγου Παράκτιας Αλιείας, Παναγιώτη Νανίδη, ο οποίος έχει 60 χρόνια επαγγελματική αλιευτική δραστηριότητα και πάνω από 40 χιλιάδες ώρες καταδύσεων. «Ο κόλπος είναι ένα φυσικό ιχθυοτροφείο που παράγει σαργούς, λυθρίνια, μαγιάτικα, σουπιές, καλαμάρια, χταπόδια και 22 διαφορετικά είδη οστρακοειδών όπως είναι τα χτένια και τα χάβαρα. Δεν είναι μόνο η παπαλίνα εδώ» τονίζει για τον κόλπο και αφηγείται την ιστορία της οικογένειάς του «Και οι δύο οι παππούδες ήταν Μικρασιάτες. Ο ένας από το Αϊβαλί και ο άλλος από την Ανδριανούπολη. Εγώ γεννήθηκα εδώ πέρα και πρωτομπήκα με τον πατέρα μου στη θάλασσα όταν ήμουν 8 χρονών, το 1963. Είχε την ευφυία τότε ο πατέρας μου να με στείλει με 7- 8 διαφορετικά σκάφη στα οποία έμαθα πολλά και κράτησα τα θετικά τους. Επειδή ήμουν ο μεγαλύτερος γιος της οικογένειας είχα την ατυχία να μη σπουδάσω γιατί έπρεπε να βοηθήσω την οικογένεια. Είχα όμως την τύχη να μη φύγω από εδώ που είναι το θαύμα της φύσεως. Τη δεκαετία του 60-70 τα αλιευτικά εργαλεία που χρησιμοποιούσαμε ήταν πάρα πολύ λίγα και εντελώς διαφορετικά σε σχέση με αυτά που έχουμε τώρα. Επίσης, τότε δεν είχαμε τις γνώσεις που έχουμε τώρα. Τα σκάφη τώρα είναι πιο μεγάλα και μπορείς να βγεις με καιρό, είναι τα GPS και μπορείς να δεις τον βράχο άρα να προστατεύσεις τα δίχτυα. Το μεγάλο πρόβλημα είναι η υπεραλίευση και σε αυτό πρέπει να βρεθεί άμεσα μια λύση. Πρέπει να φτιαχτούν ζώνες με αυστηρή αλιευτική νομοθεσία, ώστε να μπαίνουν τα ψάρια να αναπαράγονται με την ησυχία τους. Υπάρχουν οι νόμοι της φύσεως που δεν μπορείς να αλλάξεις και τα ψάρια με αλλαγές καιρικών συνθηκών και φεγγάρια μπορούν να βγαίνουν, όμως ένα μεγάλο ποσοστό θα προστατεύεται».

Ο Κόλπος της Καλλονής βγάζει οστρακομεζέδες εξαιρετικούς

Περισσότερα από 20 είδη οστρακοειδών, ζουν μέσα στα λιβάδια Ποσειδωνίας του κόλπου. Τα ξανθά, μαλλιαρά και μικρού μεγέθους μύδια, τα χάβαρα, αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα εξαγώγιμα όστρακα με μεγάλες ποσότητες, μπορεί να φτάνουν και τους 25 τόνους φορτίου ανά εβδομάδα, φεύγουν για την Ιταλία. Επίσης, ακολουθούν και άλλα όστρακα όπως οι καλόγνωμες και τα κυδώνια, αλλά και στα απειλούμενα χτένια, οι πετροσωλήνες και οι σπανιότατες πίνες. Όλα είναι όστρακα εξαιρετικής ποιότητας, που αποδεικνύονται από τους ελέγχους και τις αναλύσεις που γίνονται σε τακτική βάση. Λέγεται πώς στο παρελθόν, όλα τα όστρακα, με δημοφιλέστερα τα χτένια, έφευγαν με σακιά από τη Σκάλα, φορτωμένα πάνω στα γαϊδουράκια. «Πολλά από τα είδη είναι βιολογικοί πόροι και, όπως μας αφηγούνται οι ντόπιοι, κατά τη διάρκεια του πολέμου, σπάνια είδη όπως τα χτένια κράτησαν ζωντανό τον πληθυσμό», αναφέρει ο καθηγητής κ. Κουτσούμπας και συνεχίζει λέγοντας «βέβαια όπως συμβαίνει σε όλα τα οικοσυστήματα παγκόσμια και στις ελληνικές θάλασσες σε πολλά σημεία, ιδιαίτερα σε αυτά τα οικοσυστήματα που είναι ημίκλειστοι κόλποι, όπως είναι ο Κόλπος της Καλλονής, υπάρχουν μια σειρά από πιέσεις λόγω ανθρωπογενών δραστηριοτήτων. Έτσι σήμερα, υπάρχει κατάρρευση πληθυσμών από τα χτένια. Όμως ο κόλπος εξακολουθεί να είναι μία πηγή που προμηθεύει άλλα είδη οστρακοειδών».

Επιτακτική ανάγκη για αειφόρο αλιεία και προστασία του οικοσυστήματος

Όσον αφορά την κρισιμότητα της υπεραλίευσης, ο καθηγητής κ. Κουτσούμπας δηλώνει ότι: «Η κατάρρευση  των πληθυσμών κάνει επιτακτική την ανάγκη να υπάρχει μία ορθολογική αποθεμάτων των αποθεμάτων του Κόλπου της Καλλονής, όπως και ευρύτερα όλου του νησιού. Για να γίνει αυτό, το τμήμα Ωκεανογραφίας και Θαλάσσιων Επιστημών του Πανεπιστημίου Αιγαίου που έχει έδρα στη Μυτιλήνη, είναι στη διάθεση της τοπικής κοινωνίας. Έχουμε όλο το ανθρώπινο δυναμικό που μπορεί να φέρει σε πέρας τέτοιου είδους μελέτες, που στο τέλος είναι απαραίτητες για όχι μόνο για την προστασία αλλά και για να μπορούμε να πούμε ότι οι επόμενες γενιές θα έχουν τα ίδια που είχαν και οι προηγούμενες. Πιο συγκεκριμένα, μιλώντας για τον κόλπο της Καλλονής, χρειάζεται οπωσδήποτε μια εκτίμηση των αποθεμάτων των οστράκων αλλά και των ψαριών. Πόσα είδη θα αλιεύσουμε και πόσα άτομα; Αυτό είναι πολύ σημαντικό για την επιβίωση των οικοσυστημάτων και για το αύριο. Αυτό είναι κάτι που λείπει δυστυχώς μέχρι τώρα».

Φωτογραφία: Πέτρος Σοφικίτης

Αλάτι και γεύση – Η αέναη κληρονομιά του κόλπου

Ο κόλπος της Καλλονής παρουσιάζει υψηλή αλατότητα λόγω της περιορισμένης ανανέωσης του νερού με το ανοιχτό Αιγαίο, ιδιαιτερότητα που θεωρείται πως ενισχύει τη νοστιμιά των ψαριών και γι’ αυτό φημίζονται για την εξαιρετική τους γεύση. Η αυξημένη αλατότητα, σε συνδυασμό με την εξάτμιση του νερού κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, ευνοεί τη δημιουργία φυσικών κοιτασμάτων αλατιού, φαινόμενο που συμβάλλει στην ανάπτυξη δύο αλυκών. Πρόκειται για την βιομηχανική Αλυκή της Καλλονής που είναι η δεύτερη μεγαλύτερη της Ελλάδας και παράγει περίπου 40.000 τόνους αλατιού ετησίως καθώς και την Αλυκή Πολιχνίτου και παράγει περίπου 10.000 τόνους αλατιού ετησίως. Η ποιότητά του είναι τόσο ξακουστή που αποτελεί βασικό συστατικό για το ούζο και τα αλίπαστα, ενώ σημαντικές ποσότητες εξάγονται σε χώρες του εξωτερικού._

Κεντρική Φωτογραφία: Πέτρος Σοφικίτης