Απόσπασμα από κείμενο της μαθήτριάς Χ.Κ. του σχολείου “Το Θήτα της Θέρμης” στα πλαίσια του προγράμματος “Ψηφιοποιώ την ιστορία του τόπου μου – Αναμνήσεις από μία φωτογραφία”.
.
“Τον προπάππο μου τον Γιώργο Λαμπρινό δεν τον γνώρισα. Από μικρό παιδί όμως μεγάλωσα με τις ιστορίες του που άκουγα στο σπίτι και τις φωτογραφίες του που ήταν κρεμασμένες στον τοίχο.
Όπως έχω ακούσει να λένε ο προπάππος μου ήταν σωστός θαλασσόλυκος και τον φώναζαν «Μπαρμπούνα». Είχε γεννηθεί στους Πύργους Θερμής από οικογένεια Μικρασιατών που ήρθαν στον ξεριζωμό του 1922. Ο πατέρας του ήταν ψαράς και τα παιδιά του έγιναν κι αυτά ψαράδες και όργωναν τις θάλασσες με το καΐκι τους την «Αγία Παρασκευή.»
Κάποια στιγμή βγήκε ο νόμος, που έλεγε να «κόψουν» τα καΐκια και γι΄ αυτό τους έδινε μια καλή αποζημίωση. Ο «Μπαρμπούνας» στην αρχή συμφώνησε με τον αδελφό του να «κόψουν» το καΐκι τους και με τα λεφτά που θα έπαιρναν να αγόραζαν δυο βάρκες και να ψάρευαν πια μ΄αυτές. Όσο όμως ζύγωνε η μέρα που θα το’ κοβαν τόσο τον έζωναν τα φίδια. Όταν ήρθε εκείνη η μέρα ο «Μπαρμπούνας» είχε γίνει αγνώριστος. Κάπνιζε το ένα τσιγάρο πάνω στο άλλο και τα μάτια του ήταν κόκκινα. Όταν ήρθε ο γερανός και άρχισε να χτυπάει το καΐκι για να το διαλύσει, δεν άντεξε. Τον πήραν τα δάκρυα και άρχισε να κλαίει σαν μικρό παιδί. Έκλαιγε, έκλαιγε και σταματημό δεν είχε.
Με τον καημό του καϊκιού του, που το είδε να «ξεψυχά» μπροστά στα μάτια του, έφυγε στα 63 του ύστερα από λίγα χρόνια.