Γράφει ο Σαράντος Σταυρινός-Ιστορικός
Αφορμή για το επετειακό αυτό αφιέρωμα στάθηκε η εκδήλωση που έγινε στις 03 Οκτωβρίου 2018 στο ερειπωμένο Γαλλικό νεκροταφείο των θυμάτων της μάχης της Καλλίπολης, κοντά στη Σκάλα Λουτρών, για τα 100 χρόνια από τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου στις 11 Νοεμβρίου 1918. Ανάμεσα στους παρευρισκόμενους υπήρχαν και δεκαέξι αιτούντες άσυλο από τη Σενεγάλη, που διαμένουν στον καταυλισμό της Μόριας, για να τιμήσουν τους νεκρούς συμπατριώτες τους που ετάφησαν εκεί πολεμώντας με τα Γαλλικά αποικιακά στρατεύματα και πεθαίνοντας για την Ευρώπη.[1] Φέτος, επίσης, συμπληρώνονται 100 χρόνια από την υπογραφή της Ανακωχής του Μούδρου (Armistice of Mudros στα αγγλικά και Mondros Mütarekesi ή Mondros Ateşkes Anlaşması στα τουρκικά), η οποία συνήφθη μεταξύ των Δυτικών Συμμαχικών Δυνάμεων και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον ομώνυμο όρμο της Λήμνου, στις 30 Οκτωβρίου 1918. Πρόκειται για μια άκρως ενδιαφέρουσα συνθήκη καθώς τερμάτισε τον πόλεμο στα οθωμανικά εδάφη και σήμανε αρχικά το διαμοιρασμό τους σε ζώνες επιρροής και μετέπειτα την οριστική διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Αναθηματική στήλη στο γαλλικό νεκροταφείο. Η φωτογραφία είναι του Σαράντου Σταυρινού και τραβήχτηκε το 2004.
Από τις αρχές του 1918, ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε αρχίσει να γέρνει υπέρ των συμμαχικών δυνάμεων της Entente (Αντάντ) καθώς μετά από 4 χρόνια ανελέητης αιματοχυσίας, η εξουθενωμένη Γερμανία και οι σύμμαχοί της δεν είχαν πλέον τα εφόδια και τις δυνάμεις για να αντιμετωπίσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες που στο μεταξύ είχαν κηρύξει τον πόλεμο στις Κεντρικές Δυνάμεις. Μετά και την διάρρηξη του Μακεδονικού μετώπου (με την ενεργό συμμετοχή και του Ελληνικού στρατού στο πλευρό των συμμαχικών δυνάμεων της Αντάντ) και την ήττα της Βουλγαρίας, ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος έβαινε προς το τέλος του με μεγάλο ηττημένο τη Γερμανία και τους συμμάχους της. Η άνευ όρων συνθηκολόγηση της Βουλγαρίας στις 30 Σεπτεμβρίου 1918, διέκοψε τις επικοινωνίες μεταξύ Γερμανίας και Τουρκίας εμποδίζοντας παράλληλα τη ροή πολεμοφοδίων από το Βερολίνο προς την Κωνσταντινούπολη. Σε συνδυασμό δε με τις ήττες και τις απώλειες εδαφών στο μέτωπο της Μέσης Ανατολής, η κατάσταση είχε γίνει ακόμη πιο δύσκολη για τους Οθωμανούς. Όταν μάλιστα οι Νεότουρκοι έμαθαν ότι οι Γερμανοί σύμμαχοί τους είχαν πλησιάσει τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών Γουίλσον για να μεσολαβήσει για κατάπαυση του πυρός, κατάλαβαν ότι πλέον δεν είχαν καμιά επιλογή παρά να επιδιώξουν κι αυτοί τον τερματισμό των πολεμικών επιχειρήσεων.[2] Στις 8 Οκτωβρίου, παραιτείται η κυβέρνηση των Νεότουρκων[3] κι ύστερα από μια εβδομάδα πλήρους ακυβερνησίας σχηματίζεται υπηρεσιακή κυβέρνηση υπό τον Χαλίλ Ιζέτ πασά, πρώην διοικητή της οθωμανικής στρατιάς του Καυκάσου, σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να συναφθεί συμφωνίας ειρήνης με τις συμμαχικές δυνάμεις, με όσο το δυνατόν ευνοϊκούς όρους.[4] Δύο ημέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Ιζέτ πασάς έστειλε έναν υψηλόβαθμο αιχμάλωτο πολέμου στη Λήμνο, τον Άγγλο υποστράτηγο Τσαρλς Τάουνσεντ[5], για να μεταφέρει στους Άγγλους την πρόθεση των Οθωμανών να έρθουν σε συνθηκολόγηση. Με το επιχείρημα ότι οι Οθωμανοί είχαν έρθει πρώτα σε επαφή με τους Άγγλους, οι διαπραγματεύσεις διεξήχθησαν μονομερώς από τον Άγγλο ναύαρχο Σόμερσετ Κάλθορπ χωρίς την ενεργό συμμετοχή εκπροσώπων των άλλων συμμαχικών δυνάμεων παρά τις διαμαρτυρίες της Γαλλικής κυβέρνησης αλλά και του Γάλλου ναυάρχου στο Μούδρο. Η αγγλική σπουδή στη σύναψη της ανακωχής αυτής σε συνδυασμό με τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα των Συμμάχων που είχαν βλέψεις στην περιοχή της Μικράς Ασίας θα προκαλέσουν ενδο-συμμαχική δυσφορία και δυσαρέσκεια, οι επιπτώσεις της οποίας θα γίνουν αντιληπτές από τη μελλοντική στάση των Γάλλων αλλά και των Ιταλών στην περιοχή.[6]
Ο Άγγλος ναύαρχος Σόμερσετ Κάλθορπ
Η επιλογή από πλευράς Άγγλων του τόπου για την επίδοση και στη συνέχεια την υπογραφή των όρων της ανακωχής ήταν γεμάτη από δυνατούς συμβολισμούς. Η Ελλάδα είχε απελευθερώσει από τους Οθωμανούς το νησί της Λήμνου μαζί με τα άλλα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου κατά τον Α’ Βαλκανικό πόλεμο το 1912, οι δε Άγγλοι εξακολουθούσαν να διατηρούν το λιμάνι του Μούδρου ως βάση του βρετανικού ναυτικού από την αρχή της εκστρατείας στην Καλλίπολη το 1915 για να μπορούν να ελέγχουν τις κινήσεις του τουρκικού στόλου στα Δαρδανέλια. Τέλος, η τελική συμφωνία της ανακωχής κι όχι συνθήκη ειρήνης,[7] υπογράφηκε πάνω στην ναυαρχίδα του βρετανικού στόλου, το θωρηκτό «Αγαμέμνων», παραπέμποντας, εμμέσως, στον Αχαιό Βασιλιά Αγαμέμνων, αρχιστράτηγο των Ελλήνων στην εκστρατεία κατά της Τροίας! Ο ναύαρχος Κάλθορπ, μέσω της συνθήκης ανακωχής εξασφάλισε την πλήρη συνθηκολόγηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά από διαπραγματεύσεις 4 ημερών.[8] Οι 25 όροι-άρθρα της ανακωχής περιλάμβαναν μεταξύ άλλων την συνολική αποστράτευση του τουρκικού στρατού, την παράδοση των τουρκικών πολεμικών πλοίων στους συμμάχους, την άμεση υποχρέωση του ανοίγματος των Στενών των Δαρδανελίων και του Βοσπόρου, την ελεύθερη ναυσιπλοΐα στην περιοχή καθώς και την παράδοση των εκεί φρουρίων. Ακόμη, οι Σύμμαχοι, μπορούσαν να καταλάβουν για λόγους ασφαλείας, οποιοδήποτε στρατηγικό σημείο της Αυτοκρατορίας έκριναν σκόπιμο. Τέλος, οι Τούρκοι όφειλαν άμεσα να εκκενώσουν στρατιωτικά τις περιοχές της Αρμενίας, Κιλικίας, Μεσοποτομίας, Συρίας και Παλαιστίνης (βλ μυστική συμφωνία Σάικς–Πικό, το 1916, μεταξύ Αγγλίας και Γαλλίας για το διαμοιρασμό των εδαφών της Μέσης Ανατολής). Αμέσως μετά την υπογραφή της Ανακωχής, και σύμφωνα με τους όρους της, ακολούθησε η άμεση κατάληψη των Στενών του Ελλησπόντου από Αγγλικές και Γαλλικές δυνάμεις ενώ μια ναυτική δύναμη της Αντάντ αποτελούμενη από 42 συμμαχικά πλοία μεταξύ των οποίων το θωρηκτό «Αβέρωφ» και τα αντιτορπιλικά «Πάνθηρ», «Αετός» κι «Ιέραξ» διέπλευσε τα Δαρδανέλια και κατέπλευσε στην Κωνσταντινούπολη, όπου κι αγκυροβόλησαν μπροστά στα ανάκτορα του Ντολμά Μπαχτσέ στις 14 Νοεμβρίου 1918, ενώ συμμαχικά στρατιωτικά αγήματα παρέλασαν στους δρόμους της Πόλης, προκαλώντας τον ενθουσιασμό του ελληνικού στοιχείου![9]
Ο Ραούφ Μπέης, Υπ. Ναυτικών
Συνέπειες της Ανακωχής
Η περίοδος που ακολούθησε την ήττα των Κεντρικών Δυνάμεων ήταν η πλέον αποφασιστική ιστορική στιγμή για τη διαμόρφωση του μεταοθωμανικού γεωπολιτικού κόσμου.[10] Με την ανακωχή του Μούδρου τερματίστηκαν επίσημα οι εχθροπραξίες ανάμεσα στους Συμμάχους και στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, με τη συνθήκη αυτή να αποτελεί θρίαμβο της Αγγλικής εξωτερικής πολιτικής στην Εγγύς και Μέση Ανατολή αλλά και προοίμιο διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι ανταγωνισμοί όμως κι οι αντιζηλίες που δημιουργήθηκαν μεταξύ των Συμμάχων λόγω των βλέψεων τους στην περιοχή αλλά και του παραμερισμού από τις αρχικές διαπραγματεύσεις τόσο των Γάλλων όσο και των Ιταλών, σε συνδυασμό με την παντελή έλλειψη χρονοδιαγράμματος εφαρμογής των άρθρων της ανακωχής, την καθιστούσαν επί της ουσίας ανεφάρμοστη. Την κατάσταση αυτή θα εκμεταλλευτεί ένα ισχυροποιημένο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα στην Ανατολία, με ηγέτη του τον Μουσταφά Κεμάλ, το οποίο ξεκίνησε ουσιαστικά να εκδηλώνεται όταν οι Τούρκοι συνειδητοποίησαν ότι «οι Σύμμαχοι δεν ήταν σε θέση να επιβάλλουν στρατιωτικά και να περιφρουρήσουν τους όρους που οι ίδιοι είχαν θέσει μερικούς μόλις μήνες πριν την αποβίβαση του Κεμάλ στην Σαμψούντα το Μάιο του 1919».[11] Με τη «εύθραυστη» συνθήκη των Σεβρών το 1920, η Οθωμανική Αυτοκρατορία διαμοιράστηκε σε ζώνες επιρροής μεταξύ των συμμαχικών δυνάμεων, ωστόσο, η συμφωνία αυτή δεν επικυρώθηκε ποτέ από κανένα Κοινοβούλιο των συμβαλλόμενων Κρατών αλλά ούτε κι εφαρμόστηκε καθώς ο Τουρκικός Απελευθερωτικός πόλεμος (Kurtuluş Savaşı στα τουρκικά, 1919-1922), είχε ως αποτέλεσμα την κατάληψη των εδαφών της Μικράς Ασίας από τους Τούρκους, οι οποίοι τα θεωρούσαν ως την «καρδιά της Αυτοκρατορίας», και τη γενικευμένη – οριστική εκδίωξη του μεγαλύτερου μέρους των ελληνικών πληθυσμών από τα εδάφη αυτά, μετά και την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου τον Αύγουστο του 1922, την επακόλουθη Μικρασιατική καταστροφή και το αιματοβαμμένο τέλος της «Μεγάλης Ιδέας». Με την υπογραφή, ένα χρόνο αργότερα, της Συνθήκης της Λωζάνης, η οποία αποτέλεσε την ληξιαρχική πράξη θανάτου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, είχαμε τη «γέννηση» του σύγχρονου, κοσμικού έθνους-κράτους της Τουρκίας. Μέσα από τα ερείπια της άλλοτε κραταιάς Αυτοκρατορίας, οι νικητές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου θα χρησιμοποιήσουν τις μεταπολεμικές ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις για να δημιουργήσουν μια νέα πιο απρόβλεπτη και χαοτική οντότητα: τη σύγχρονη Μέση Ανατολή.
Το φύλλο της τουρκικής “Vakit” στις 3/11/1918 που αναφέρεται στην Ανακωχή του Μούδρου και στους όρους της.
*Φωτογραφία εξωφύλλου :Το Αγγλικό θωρηκτό “Αγαμέμνων”, πάνω στο οποίο υπογράφηκε η συνθήκη της Ανακωχής
Βιβλιογραφικά σημειώματα
Βερέμης Θ., Ιστορία των Ελληνοτουρκικών σχέσεων 1453-2005, Αθήνα 2005
Clogg R., Συνοπτική Ιστορία της Ελλάδας 1770-2000, 2η έκδοση, Αθήνα 2002
Macmillan M., Peacemakers, six months that changed the world, London 2002.
Rogan E., Η πτώση των Οθωμανών, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2016
[1] Η Λέσβος, μετά την κατάρρευση της Αγγλο-Γαλλικής εκστρατείας στα Δαρδανέλια, ένα από τα πιο φιλόδοξα σχέδια της Αντάντ κατά τη διάρκεια Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (25 Απριλίου 1915 – 9 Ιανουαρίου 1916), είχε τεθεί υπό Γαλλική κατοχή/διοίκηση, ενώ στο μεγάλο φυσικό λιμάνι του κόλπου της Γέρας προς την περιοχή της Σκάλας Λουτρών ναυλοχούσε ο συμμαχικός Αγγλο-Γαλλικός στόλος. Στην ευρύτερη περιοχή λειτούργησε επίσης στρατόπεδο και νοσοκομείο για την περίθαλψη των τραυματιών που επέστρεφαν από το μέτωπο. Οι τραυματίες που πέθαναν στη Λέσβο ετάφησαν σε ένα μικρό νεκροταφείο κοντά στη Σκάλα ενώ σε που είχε στηθεί προς τιμή τους και σήμερα είναι σχεδόν κατεστραμμένη, έγραφε τα εξής: «Armée d’ Orient» και «A nos camarades, morts à Mitylene pendant l’ occupation Française, 1916-1919», δηλ. «Στρατός της Ανατολής» και «Στους συντρόφους μας που πέθαναν στη Μυτιλήνη κατά τη διάρκεια της γαλλικής κατοχής 1916-1919.»
[2] Rogan E., Η πτώση των Οθωμανών, σελ. 381
[3] Με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, η κυβέρνηση των Νεότουρκων τάχθηκε στο πλευρό της Γερμανίας και των συμμάχων της. Αμέσως μετά την υπογραφή της ανακωχής του Μούδρου ο μέγας Βεζίρης Ταλάατ Πασάς μαζί με τους άλλους δύο ηγέτες της τριανδρίας, Εμβέρ πασά και Τζεμάλ πασά, υπουργός Ναυτικών και πρώην ανώτατος διοικητής της Συρίας αντίστοιχα, διέφυγαν κρυφά στη Γερμανία αφήνοντας πίσω τους μια Αυτοκρατορία σε απόλυτη στρατιωτική, οικονομική και πολιτική αποσύνθεση.
[4] Rogan E., Η πτώση των Οθωμανών, σελ. 381
[5] Ο Σερ Τσαρλς Τάουνσεντ (Sir Charles Townshend, 1861 – 1924) ήταν Άγγλος υποστράτηγος, στον Α’ Π.Π. και μετέπειτα πολιτικός. Το όνομά του συνδέθηκε με μία από τις μεγαλύτερες πανωλεθρίες του βρετανικού στρατού στον Α’ Π.Π. στο μέτωπο της Μεσοποταμίας. Τον Δεκέμβριο του 1915, ο Τ. Τάουνσεντ, λαμβάνοντας σχετική εντολή με στόχο την κατάληψη των πετρελαιοπηγών της Βαγδάτης, έφθασε στη κωμόπολη Κουτ αλ Αμάρα όπου και στρατοπέδευσε. Η Αγγλία, αναζητώντας επειγόντως μία εντυπωσιακή νίκη κατά των οθωμανικών δυνάμεων προκειμένου ν’ αντισταθμίσει την καταστροφή από την εκστρατεία της Καλλίπολης, δεν δίστασε να διατάξει προέλαση, παρά την αντίθετη άποψη του Τάουνσεντ, χωρίς τις στοιχειώδεις ενισχύσεις και τους απαραίτητους ανεφοδιασμούς κάτι που στη συνέχεια αποδείχτηκε τραγικό σφάλμα. Τα οθωμανικά στρατεύματα φθάνοντας στο Κουτ ξεκίνησαν μια ασφυκτική πολιορκία που κράτησε 143 ημέρες αναγκάζοντας, τον Απρίλιο του 1916, μέσα σε απελπιστική κατάσταση πείνας, τον Τ. Τάουσεντ να συνθηκολογήσει και να παραδώσει στους Τούρκους διοικητές το ξίφος του κι όλο τον οπλισμό της μεραρχίας του! Για τους μεν Άγγλους ήταν ένας όλεθρος, για τους δε Οθωμανούς μια περίλαμπρη νίκη. Οι άνδρες του Τάουνσεντ, σύρθηκαν ως αιχμάλωτοι πολέμου σε διάφορα στρατόπεδα ενώ ο ίδιος μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη και συγκεκριμένα στη νήσο Πρίγκηπο, παραμένοντας όμως κατά “τύποις” σε περιορισμό καθώς πολύ σύντομα γνωρίσθηκε με ανώτατα κυβερνητικά στελέχη, επιχειρηματίες, καθηγητές, διπλωμάτες κ.ά., απολαμβάνοντας έτσι μία πλούσια σχετικά διαβίωση. Τον Οκτώβριο του 1918, κλήθηκε από τον υπηρεσιακό Βεζίρη Αχμέτ Ιζέτ πασά να αναλάβει το ζήτημα της ανακωχής και στις 20 Οκτωβρίου μετέβη στη Λήμνο όπου επί του αγγλικού θωρηκτού Αγαμέμνων, που ναυλοχούσε στον όρμο του Μούδρου, συνομολόγησε με τον πληρεξούσιο των δυτικών δυνάμεων και συμπατριώτη του ναύαρχο Σόμερσετ Κάλθορπ τους όρους της ομώνυμης συνθήκης ανακωχής της 30ης Οκτωβρίου, μεταξύ της Αντάντ και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. (βλ wikipedia.org/wiki/Charles Townshend)
[6] Κύριος αποδέκτης αυτής της δυσαρέσκειας αλλά και των αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων στην περιοχή θα γίνει το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα που με την υποστήριξη των Άγγλων είχε αποβιβαστεί στη Σμύρνη το Μάιο του 1919 για να εμπλακεί στη συνέχεια στην καταστροφικότερη εκστρατεία στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας.
[7] https://en.wikipedia.org/wiki/Armistice_of_Mudros Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε την έγκριση όλων των συμμάχων και θα ήταν μια χρονοβόρα διαδικασία, την οποία οι Άγγλοι ήθελαν να αποφύγουν καθώς αυτό που κυρίως τους ενδιέφερε στην παρούσα φάση ήταν ο έλεγχος των στενών του Ελλησπόντου.
[8]Από Οθωμανικής πλευράς, επικεφαλής της αντιπροσωπείας που υπέγραψε τη συνθήκη ανακωχής ήταν ο Χουσεϊν Ραούφ Μπέης, πρώην κυβερνήτης του καταδρομικού «Hamidiye» και νέος υπουργός Ναυτικών.
[9] https://el.wikipedia.org/wiki/Συνθήκη του Μούδρου
[10] https://kars1918.wordpress.com/2010/06/10/turkish-nationalism/
[11] http://www.istorikathemata.com/2013/12/The-armistice-of-Moudros-17-October-1918.html