Γράφει η Εύα Κασκανή Ντουρκάν
Ο κ. Μιλτιάδης Δημόσιος Υπάλληλος και πολύφερνος γαμπρός ,αριβάρισε σε τόπο θαλασσινό.
Μέγας φιγουρατζής , που διέθετε ύφος εκατό καρδιναλίων, που χειριζόταν άψογα την καθαρεύουσα, μαλλί χτενισμένο χωρίς το παραμικρό ψεγάδι, συχνά εκκλησιαζόμενος, στιλιστικά κινούσε το ενδιαφέρον θα έλεγε κανείς ,αφού το ντύσιμό του ,πάντα το συμπλήρωνε ένα “αξεσουάρ” φτιαγμένο από τα ” χέρια της σεβαστής του μητέρας” όπως συνήθιζε να λέει…Μάλλινα μπερεδάκια (μάλλον μέτραγε και λάθος το κεφάλι του η μητέρα… γιατί άλλοτε έπλεε το μπερεδάκι και άλλοτε ήταν τόσο σφιχτό που κοκκίνιζε το κούτελό του και τα μάτια πετάγονταν από το πολύ σφίξιμο) αντίστοιχα κασκόλ ,γιλεκάκια χρωματιστά και γάντια με ” άποψη” ….
Μεγάλος ” κάγκουρας” λοιπόν ο κ. Μιλτιάδης…άρχισε νωρίς- νωρίς να σχολιάζει με τρόπο αγενέστατο, τον τόπο που ουσιαστικά τον φιλοξενούσε και στην συνέχεια τους Ανθρώπους του, που άσχετα με τις όποιες ιδιοτροπίες τους καλοδεχόταν τους ξένους, ήταν ( και πάντα είναι) ανοιχτόκαρδοι και η μεγαλόφωνη καλημέρα που αντάλλασσαν ήταν αρκετή να σου φτιάξει η διάθεση…Όμως όλα τον ενοχλούσαν τον κ. Μιλτιάδη…τα παιδιά του τόπου ήταν άξεστα ( σας πληροφορώ ήταν και τα πρώτα παιδιά), οι γυναίκες δεν είχαν πρωτευουσιάνικο αέρα ( έβαζαν κάτω πολλές πρωτευουσιάνες) και οι άντρες μιλούσαν μεγαλόφωνα και τάραζαν την σιέστα του ( οι άντρες στον τόπο αυτό όταν δεν γλεντάνε δουλεύουν…δεν ήξεραν την σιέστα.)
Μέχρι η κακοκαιρία που κρατούσε μέρες τον χειμώνα λες και ήταν λάθος ανθρώπινο..τέτοιος ” αναμκιόρης”
Κορόιδευε τους πάντες και τα πάντα,, άρχισε να κάνει και στιλιστικές παρεμβάσεις στους Ανθρώπους του όμορφου τόπου ,οι οποίοι όπως διατυμπάνιζε είχαν κολλήσει στα μίζερα κουστουμάκια και οι γυναίκες στα μαντώ ( τα μίζερα κατά την άποψή του κουστουμάκια ήταν γνήσιο κασμίρι και τα μαντώ τα πολυφορεμένα με ασορτί γάντι μοντέλα παριζιάνικα ).
Κατάφερε λοιπόν ο κ. Μιλτιάδης να γίνει τόσο αντιπαθής, που οι καλονοικοκυράδες τα απογεύματα γύρω από τα μαγκάλια πίνοντας καφέ άρχισαν να έχουν ” τον καλό του τον λόγο” και του άξιζε εδώ που τα λέμε!!!!!
Μέσα σε όλα ένα κοριτσάκι που μόλις άρχισε να μιλάει και ενώ σιγά- σιγά του μάθαιναν τα χρώματα και έπλαθε λέξεις δικές του με το μυαλουδάκι του και βλέποντας τον κ. Μιλτιάδη με ένα κατακόκκινο γιλεκάκι… τακίμι με ένα κατακόκκινο κασκόλ και αφού το κόκκινο το έλεγε ” κοτσίτα” …” Κοτσίτα” έλεγε και τον κ. Μιλτιάδη…!!!!!
Ο κ. Μιλτιάδης – Κοτσίτας λοιπόν ,λίγο πριν τις γιορτές των Χριστουγέννων παρέλαβε ένα βαρύ δέμα το οποίο το άνοιξε παρουσία των συναδέλφων του και έλαμψε το πρόσωπό του ,αφού είχε μέσα ένα ολόμαλλο ζακάρ ημίπαλτο (!!) φτιαγμένο από τα χέρια της μητέρας του, με το σημείωμα ” για να το φορέσεις τα Φώτα”…
Οι συνάδελφοι που ήξεραν την ” πετριά” του κρυφογέλασαν καλοπροαίρετα, ενώ εκείνος άρχισε για άλλη μια φορά να επαινεί την μητέρα του και τις σπάνιες αρετές της, πέταξε και εκείνο το θεϊκό ” η νύφη που θα βρω οφείλω να είναι αντάξια των προσδοκιών της μητρός μου” και συνέχισε να περνάει γενεές δεκατέσσερις τα κορίτσια της γενιάς του, με σχόλια του τύπου ” μόνο για κομμωτήρια είναι και πια είναι άξια να φτάσει την μητέρα μου ” ( σήμερα εν τω μεταξύ κάτι τέτοιοι τύποι τα έχουν με το μανικιούρ…λες και είναι ντροπή) …( εεεε κ. Κοτσίτα μου…ξεχάσανε οι νύφες του καιρού σου να πλέκουν κασκολάκια και σκουφάκια για την μούρη σου..)..και μέσα σε όλα χλεύαζε και διάφορους τύπους πεθερού ή πεθεράς ο απαράδεκτος ,φέρνοντας σαν παράδειγμα πρόσωπα υπαρκτά και αξιαγάπητα μάλιστα για τον τόπο.
Τέλος πάντων…περνούν τα Χριστουγεννόσκολα και η Πρωτοχρονιά, έρχονται τα Φώτα, φοράει ο Μιλτιάδης- Κοτσίτας το βαρύ ολόμαλλο ημίπαλτο και πάει και στέκεται πρωτοκαθεδρία μαζί με τους επισήμους, στον ντόκο ,ενώ περίμεναν να έρθει και ο παπάς να αγιάσει τα νερά Δίπλα στον “Κοτσίτα “στέκονται πέντε λεβέντες της τότε ” ογδόης” έτοιμοι να βουτήξουν να πιάσουν τον Σταυρό, στην μέση ο παπάς και δίπλα από τον παπά άλλοι πέντε έξι με το αίμα να βράζει ,έτοιμοι να κερδίσουν το μεγάλο στοίχημα και ο κόσμος να περιμένει την ευλογία της τελετής και τον φετινό νικητή….
” Εν Ιορδάνη” ο παπάς και πέφτουν στα παγωμένα νερά οι λεβέντες,,,μόνο που ο λεβέντης που δίπλα του ακριβώς στεκόταν ο κ. Μιλτιάδης- Κοτσίτας ..λίγο ο ενθουσιασμός ,λίγο τα παραπανίσια κιλά που είχε ,παρασύρει μαζί του στην θάλασσα τον κ. Μιλτιάδη και αρχίζει ένας ” κακός χαμός”…ξεχνούν τον Σταυρό και προσπαθούν να βγάλουν τον Κοτσίτα από την θάλασσα…που σαν να μην έφτανε ο πανικός του διότι δεν ήταν και κανένας δεινός κολυμβητής, ήπιε νερό το ολόμαλλο ημίπαλτο και αρχίζει το σκηνικό να γίνεται ζόρικο…να τραβά το παλτό κάτω τον κ. Μιλτιάδη, πέντε να τόνε τραβούνε απάνω και τραβηγμό να μην έχει (παιδάκια βλέπετε σάστισαν και αυτά) μέχρι που φωνάζει απ έξω ένας λατρεμένος θυμόσοφος του τόπου ” βγάλετε του την “παρτασού” ( το παλτό) και θα σας πνίξει όλους μαζί αυτός”… Έτσι έγινε ,πετάξανε και ένα σκοινί και βγάλανε γερό τον κ. Μιλτιάδη ο οποίος παράλληλα έψαχνε την “παρτασού “που πήγε κατά τον πάτο,…ο κόσμος πανικόβλητος, ο παπάς να φωνάζει να γίνει επανάληψη της τελετής ,τα περιστέρια που είχε υπό την επίβλεψή του ο επίτροπος της εκκλησίας πέταξαν σε τόπο αλαργινό και μέσα σε όλα το κοριτσάκι που τον έλεγε ” Κοτσίτα” ,να κλαίει με σπαραγμό ψυχής και φοβισμένο να ουρλιάζει…
” Μαμά…Κοτσίτα Μπλουμ…Μαμά Κοτσίτα Μπλουμ”…Κωμικοτραγική η κατάσταση…από την μια υποβασταζόμενος ο Κοτσίτας να τραβά για το σπίτι του και να στάζει ο έρημος, φασαρία στον ντόκο χαμός, καμιά ώρα ηρεμούν τα πράματα, ξανάρχονται οι λεβέντες στην θέση τους και πριν ξεκινήσει το ” Εν Ιορδάνη” λέει ο παπάς στον νέο που παρέσυρε τον Κοτσίτα..” Εσύ “κάνεβγε” σωστά (βάλε σωστό στόχο) και δίπλα σου είναι ο Νομάρχης και εν έχω όρεξη για άλλα ρεζιλίκια και πιο καλά έλα απέ την άλλη πάντα που στέκεται ο δικός μας χωροφύλακας”…Με τα πολλά και αφού πούντιασαν τα παιδιά, έγινε η τελετή, πήρε και ένα καλό κρυολόγημα ο Κοτσίτας, που με τις φροντίδες των ” παρακατιανών” έγινε καλά, ψαρέψανε και το ημίπαλτο που είχαν κάνει φωλιά τα καβούρια και είδαν και έπαθαν να στεγνώσει και για καιρό το θέμα ήταν το ” Κοτσίτα Μπλουμ”, ατάκα που ψιθύριζαν πια όλοι..ο δε Κοτσίτας παρά το πάθημά του μην νομίζετε ότι συνετίστηκε!!!! Συνέχισε να χλευάζει τόπο και πρόσωπα μέχρι που ένα δεκαεξάχρονο παλικαράκι δεν άντεξε πια και του λέει: ” Κοτσίτα ( του έμεινε παρατσούκλι ) μαζέψου πια…γλίτωσες από το ” Εν Ιορδάνη”, έρχεται όμως εφέτος νωρίς το ” Χριστός Ανέστη” και τι μπορεί να γίνει δεν ηξεύρω μήτε εγώ, μήτε η κομπανία μου, άντε πια και “όποιος κοροϊδεύγει ..την μούρη του κοροϊδεύγει”…
Γραμμή στον Γυμνασιάρχη ο Κοτσίτας ( ήτανε και σπιουνάκι ο τύπος) να έξι μέρες αποβολή στον δεκαεξάχρονο…πια δεκαπενταμελή συμβούλια και ποιες καταλήψεις…ποιος τα ήξερε τότε…τότε όλα αυτά τα αντικαθιστούσαν οι σφεντόνες ,τα κλούβια αυγά και οι πιο δυναμικοί γονείς που διεκδικούσαν το δίκιο των παιδιών τους…Δεν ξέρω πότε ακριβώς ανακαλύφθηκε η λέξη ” Μπούλινγκ”…είναι όμως παλιά υπόθεση σίγουρα….Μπούλινγκ έκανε και ο “Κοτσίτας” …όμως εκείνος έχασε και μόνο οι χαμένοι χρησιμοποιούν την μέθοδο αυτή…
ΑΧ….βρε Κοτσίτα…υπήρξες μεγάλο ” τρολ”… έμεινες αξέχαστος σε όσους σε έζησαν και κατάφερες να προκαλέσεις παιδικό τραύμα σε εκείνο το κοριτσάκι που μόλις άρχιζε να μαθαίνει τον κόσμο…σιχάθηκε τα αντρικά ζακάρ γιλέκα και σήμερα παρόλο που πέρασαν τόσα χρόνια δεν έχει ακόμα σταθεί ποτέ κοντά στην θάλασσα να χαρεί εκείνο το ” Εν Ιορδάνη”…!!!