Η Εύα, ο Σαντάν και η υπέροχη κουζίνα της Σμύρνης θα σας περιμένουν από αύριο στη νέα τους φωλιά στα Παμφιλα. Ένας νέος ζεστός χώρος με την πινελιά της Εύας του Σαντάν αλλά και της Ειρήνης σας περιμένει για να δοκιμάσετε το έσμέ πατλιτζάν, το τσιτμέ, το τερμπιελί ταβούκ και φυσικά το χουνκιάρ μπεγεντί του Σαντάν, μια συνταγή του πατέρα του που είχε τη δική του λοκάντα στη Σμύρνη.
Το πράσο μοσχοβολά, η μελιτζάνα κρύβεται στο γιαούρτι, το κοτόπουλο είναι “έντιμο” κι “ανέντιμο”, κι οι κουβέντες σταματούν κι αρχίζουν ξανά και μουσικοί έρχονται κι αράζουν με τα όργανά τους ίσως και να τζαμάρουν λίγο, κάνοντας πρόβα για το βράδυ, όπου οι μελωδίες της Σμύρνης συναντούν τις γεύσεις της.
“Με τον Σαντάν έχουμε ένα μότο στη ζωή μας. Ο άνθρωπος δεν πρέπει να έχει κανένα απωθημένο” μου είχε πει η ¨Ευα στην πρώτη μας συνάντηση. “Πριν από επτά μήνες αποφασίσαμε να κάνουμε ένα από τα όνειρά μας πραγματικότητα. Από παλιά μου έλεγε να ανοίξουμε ένα εστιατόριο στην Ελλάδα, όμως εγώ ήθελα να είμαι πάντα κοντά στη Σμύρνη. Έτσι συμφωνήσαμε να κάνουμε το νέο επιχειρηματικό μας βήμα στη Λέσβο, ώστε να είμαστε κοντά στο σπίτι μας και το μαγαζί μας”.
Η Εύα Κασκάνη γεννήθηκε στις Οινούσσες και μεγάλωσε στην Αθήνα, στην Νέα Ερυθραία.”Η γιαγιά μου ήταν από τα Αλάτσατα, στο Τσεσμέ απέναντι απ τη Χίο και ο παππούς μου από το Λιθρί. Έφτασαν στις Οινούσσες πρόσφυγες.
“Εγώ δεν δέχομαι τον όρο σεφ”, Λέει ο Σαντάν. “Τι πάει να πει σεφ; Ο πατέρας μου αποφοίτησε από τη σχολή της Κωνσταντινούπολης, ήταν ο πρώτος μάγειρας στη Σμύρνη που φόρεσε σκούφο και ήταν ο πρώτος που έβγαινε με τη στολή έξω και ρωτούσε τον κόσμο αν τους άρεσε αυτό που έφαγαν. Αυτό το 1945. Όταν ήμουν λοιπόν 14 χρονών έκανα μια δήλωση στον πατέρα μου, που τότε είχε την καλύτερη Λοκάντα στη Σμύρνη. Του είπα ότι θέλω να ασχοληθώ με τη φωτογραφία και αργότερα κάποια στιγμή του υποσχέθηκα ότι θα ασχοληθώ και με τη μαγειρική που τόσο αγαπούσε”.