Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Θεολόγος Καθηγητής στο Πρότυπο Πειραματικό ΓΕ. Λ. Μυτιλήνης του Πανεπιστημίου Αιγαίου |
Με αφορμή την επιλογή στελεχών στην εκπαίδευση
Ελπίζω πως δεν είμαι μόνος· αντιθέτως πιστεύω ότι υπάρχουν πολλοί αναγνώστες, που σε πείσμα της γενικής εξαχρείωσης της εποχής μας, διατηρούν έστω και στο ελάχιστο, κάποια ηθική ακεραιότητα, αντιστεκόμενοι στα όσα το σημερινό Υπουργείο Παιδείας, με τη ισοπεδωτική πολιτική του προσπαθεί να εφαρμόσει στο σώμα της εκπαίδευσης, όλων των βαθμίδων. Είναι προφανές ότι στις επιστήμες της αγωγής, για να τις κατανοήσει κανείς, δεν αρκεί μόνο να μελετά σχέδια νόμου, εισηγητικές εκθέσεις και εκπαιδευτικά προγράμματα, των εκάστοτε πολιτικών κομμάτων, αλλά κυρίως χρειάζεται να διερευνά και, βέβαια, να ερμηνεύει την κοινωνική λειτουργία του εκπαιδευτικού μηχανισμού, στην ιστορική του διαδρομή. (Προς αυτή την κατεύθυνση, αξίζει κάποιος να μελετήσει δύο σημαντικά, κατά τη γνώμη μου βιβλία, τα οποία αποτυπώνουν με τον καλύτερο τρόπο αυτήν τη λειτουργία. Τα καταγράφω: Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε. (Τεκμήρια Ιστορίας, τ. Α΄: 1821-1894, τ. Β΄: 1895-1967, επιμ. Αλέξης Δημαράς, εκδ. Ερμής, Αθήνα 1983-1984· και D. Blackledge – B. Hunt, Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης, μτφρ. Μ. Δεληγιάννη, εκδ. Έκφραση, Αθήνα 1995).
Στην πατρίδα μας, από την μεταπολίτευση και μετά, όσοι θεσμοθέτησαν νόμους για την εκπαίδευση, στην κυριολεξία, μεγάλο μέρος τους κυριαρχείται από ένα αληθινό όργιο του «ράβε – ξήλωνε», του «είπα – ξείπα», από μια κατάφωρη λογική του «γκρεμίζω ότι μέχρι τώρα έχει κτιστεί», ασχέτως αν αυτό είναι καλό. Και η δικαιολογία είναι γνωστή: στο όνομα της ρητορικής μιας ιδεολογίας και των αγκυλώσεών της· στις μέρες μας, αριστερής ιδεολογίας και αριστερών αγκυλώσεων.
Τρανταχτά παραδείγματα σήμερα οι σαρωτικές – απαξιωτικές αλλαγές στα ΑΕΙ, η κατάργηση της Αριστείας και των Προτύπων Πειραματικών Σχολείων, και τώρα τελευταία ο τρόπος επιλογής στελεχών στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, για τον οποίο οι ιθύνοντες του Υπουργείου Παιδείας προς κάθε κατεύθυνση διατυμπανίζουν ότι είναι αξιοκρατικός και δίκαιος. Μια πρώτη, ωστόσο, ματιά δείχνει ότι το κομματικό κράτος καλά κρατεί. Από τους Περιφερειακούς Διευθυντές Εκπαίδευσης, μέχρι και τους διευθυντές των σχολικών μονάδων. Αν και οι τελευταίοι ακόμη δεν έχουν επιλεγεί, κανείς πια δεν εγγυάται ότι κι αυτοί θα γίνουν διευθυντές με αξιοκρατικά κριτήρια, μιας και ο τρόπος επιλογής τους παραπέμπει σε προεκλογικό αγώνα κομματανθρώπων, και ούτε, βέβαια, κανείς ελπίζει ότι θα αλλάξει τίποτα, αφού κι αυτός ο θεσμός, των διευθυντών σχολικών μονάδων, κατάντησε απλά γραφειοκρατικός μηχανισμός. Πρόκειται για ακόμη μια άλωση της εκπαίδευσης, πολύ φοβάμαι και της τελευταίας, μιας και δεν απόμεινε πια καμιά εναλλακτική λύση, αυτή που θα φώτιζε και ενέπνεε τις νεότερες γενιές για επαναστατικές τομές στην παιδεία.
Η συμπλεγματική ανάγκη μερίδας της αριστερής διανόησης, συνεχώς να επιβεβαιώνει την ιδεολογική της ταυτότητα, στο όνομα ενός δήθεν εκσυγχρονισμού, είναι ένα καίριο πρόβλημα. Στη γενικότερη όμως χρεωκοπία των ιδεολογιών, που κατά τα τελευταία τριάντα χρόνια βιώνει η εκπαίδευση, με τις αλλεπάλληλες αλλαγές, θα περίμενε κανείς οι νέοι κυβερνώντες, πράγματι να συνιστούσαν την πολυπόθητη εναλλακτική λύση. Δυστυχώς, καθώς φαίνεται, πολλοί θα είναι εκείνοι που θα διαψευστούν, (βλ. Αλέξης Παπαχελάς, «Διάψευση και απογοήτευση», ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 27/05/2015). Δεν έχει νόημα μια βιαστική απόδοση ευθυνών. Εκείνο που προέχει είναι το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος του εκπαιδευτικού κόσμου, εύκολα έχει πέσει θύμα των ιδεολογικών αγκυλώσεων των κυβερνώντων, υπό το βάρος των ψυχολογικών προταγμάτων για προσαρμογή στην εκάστοτε μόδα. Μόδα είναι οι αλλαγές στον εκπαιδευτικό χώρο που σήμερα σχεδιάζει και υλοποιεί το Υπουργείο Παιδείας. Μόδα είναι το νέο σύστημα επιλογής των στελεχών της. Μόδα, πιστά εναρμονισμένη στην φαυλοκρατία του κομματικού κράτους. Κάποιοι, όμως, οφείλουν να πουν κάποτε – ίσως έτσι αφυπνιστεί κι ένα μέρος του λαού μας – ότι στο σώμα της εκπαίδευσης, πρακτικές που μας πάνε πίσω τριάντα χρόνια, συνιστούν το ειδεχθέστερο έγκλημα σε βάρος της. Με ηθικό αυτουργό σήμερα την Αριστερά κι ένα μέρος της διανόησής της, εκείνης που με μεταπρατική της νοοτροπία, έχει μπασταρδέψει τα πάντα σε τούτον τον τόπο.
Τα χρόνια προβλήματα στην εκπαίδευση δεν λύνονται με πολυνομοσχέδια και εγκυκλίους. Ούτε με «οραματισμούς» της κακιάς ώρας. Ούτε με επιλογή στελεχών της αρεσκείας των εκάστοτε κρατούντων. Αν η εκπαίδευση, μετά την μεταπολίτευση δεν έχει βρει ακόμη τον προσανατολισμό που της πρέπει, αυτό οφείλεται γιατί ποτέ δεν σχεδιάστηκε μια μεταρρύθμιση που θα βγάζει διδάσκοντες και μαθητές από τα αδιέξοδα που τους περιβάλλουν. Η παλινόρθωση χρεωκοπημένων και αποτυχημένων νομοσχεδίων, σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να υπηρετήσει μια εκπαίδευση του παρόντος και του μέλλοντος. Οι ευθύνες, όμως, δεν βαραίνουν μόνον τους εκάστοτε κυβερνώντες, αλλά εμάς τους εκπαιδευτικούς και τους γονείς. Όλοι μας είμαστε εξίσου συνυπεύθυνοι για ότι χρόνια τώρα συμβαίνει στην εκπαίδευση.
Ειλικρινά θλίβομαι για την υπάρχουσα κατάσταση στην εκπαίδευσή μας. Πάντα, ωστόσο, έλπιζα ότι κάτι θα αλλάξει. Δυστυχώς όμως, καθώς δείχνουν τα πράγματα η διάψευση των προσδοκιών όσων πιστεύουν σε ριζικές αλλαγές, είναι δεδομένη. Και στην περίπτωση αυτή, ταιριάζει γάντι το παρακάτω ανέκδοτο:
Ένας περαστικός μπαίνει σ’ ένα μπαρ.
- Ένα σάντουιτς παρακαλώ, με ζαμπόν, παραγγέλνει.
Σε λίγο ο μπάρμαν:
- Ορίστε κύριε.
Ο πελάτης δαγκώνει, μασάει και στρέφεται απορημένος στον μπάρμαν:
- Με συγχωρείτε, λέει, αλλά δεν βρήκα ζαμπόν.
Και ο μπάρμαν:
- Ξαναδαγκώστε κύριε.
Ο πελάτης υπακούει, και σε λίγο ξανά διακριτικά:
- Πάλι δεν βρήκα ζαμπόν.
- Ξαναδαγκώστε κύριε, λέει εκνευρισμένος αυτή φορά ο μπάρμαν.
Ο πελάτης πειθαρχικός ξαναδαγκώνει και μια και δυο και τρεις φορές, ώσπου τελειώνει το σάντουιτς.
- Με συγχωρείτε κύριε, λέει αυτήν τη φορά αποφασιστικά, το ‘φαγα όλο, αλλά ζαμπόν δεν βρήκα.
Κι ο μπάρμαν θριαμβικά αυτή τη φορά του απαντά:
- Το πηδήξατε, κύριε, το πηδήξατε!