Σοφία Φιλιππίδου – ηθοποιός-συγγραφέας
Με μεγάλη μας χαρά, φιλοξενούμε σήμερα στις σελίδες των ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ τη μεγάλη, ταλαντούχα ηθοποιό Σοφία Φιλιππίδου. Με αφορμή την πρόσφατη κυκλοφορία του βιβλίου της «Με μια σκάλα στο φεγγάρι», της ζητήσαμε να μας μιλήσει για αυτήν την νέα πτυχή του εαυτού της που ξεδιπλώνεται μέσα από το γράψιμο και παράλληλα να μοιραστεί μαζί μας τις εμπειρίες, τις αναζητήσεις, αλλά και την πολυετή προσφορά της ως ηθοποιός στο πολιτιστικό και θεατρικό γίγνεσθαι.
Κυρία Φιλιππίδου, σας έχουμε γνωρίσει και σας έχουμε αγαπήσει μέσα από τους ρόλους σας, τις περισσότερες φορές ενσαρκώνοντας πληθωρικούς θα λέγαμε χαρακτήρες, ενώ η ερμηνεία σας κάθε φορά μας βγάζει προς τα έξω όλα εκείνα τα συναισθήματα που ο ηθοποιός ή το ίδιο έργο έχουν σαν στόχο. Πότε καταλάβατε για πρώτη φορά ότι είστε γεννημένη ηθοποιός;
Σ. Φ. Ποτέ δεν είχα το αίσθημα πως γεννήθηκα ηθοποιός όπως αυτό λέγεται ή έχει περάσει στην συνείδηση του κόσμου. Περισσότερο νοιαζόμουνα για το ότι γεννήθηκα γυναίκα, με ό, τι αυτό συνεπάγεται, σε μια συντηρητική κοινωνία και επεξεργαζόμουνα τις επιλογές που έχω σαν γυναίκα να μορφωθώ, να καλλιεργηθώ και να αποκτήσω την ανεξαρτησία μου. Αυτός ήταν ο δικός μου δρόμος και δίνοντας αυτόν τον αγώνα αντιλήφτηκα, κυρίως μέσα από τους δασκάλους μου, πως έχω ένα ταλέντο στην ανάγνωση και στην γραφή. Αργότερα και γύρω στα 19, αφού είχα περάσει στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, στο τμήμα Γερμανικής Φιλολογίας, τυχαία διάβασα στην εφημερίδα την αγγελία για τις εισαγωγικές εξετάσεις της δραματικής σχολής στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης και οδηγήθηκα στην σχολή σχεδόν αυτονόητα και φυσικά όπως κάποιος στρέφεται σε μια πηγή για να πιει νερό!
Ποια ήταν τα πρώτα σας βήματα και ποια η πρώτη παράσταση στην οποία πρωταγωνιστήσατε; Τι «γεύση» σας έρχεται από αυτήν την παράσταση όταν την αναπολείτε σήμερα;
Σ. Φ. Πρώτη φορά έπαιξα θέατρο το 1972 στο Θεατρικό Εργαστήρι της “τέχνης” Θεσσαλονίκης. Ο Βύρων Τσαμπούλας, μέλος του ιστορικού Εργαστηρίου, με συνάντησε στο δρόμο τυχαία (είχε δει τις πτυχιακές εξετάσεις μου) και με κάλεσε στην ομάδα. Τότε ανεβάσαμε με σκηνοθέτη τον Γ. Εμιρζά και πάνω σε μουσική του Λουκιανού Κηλαηδόνη, την κλασσική Φαύστα του Μποστ και εγώ έπαιξα την Μαριάνθη.
Είχα την μεγάλη τύχη να γνωρίσω τον μέγιστο Μένη Μποστατζόγλου και να ανακαλύψω πόσα πολλά πράγματα μπορούσα να πάρω από το ιδιοφυές έργο του. Επίσης γνώρισα τον υπέρ – ταλαντούχο χορογράφο Φλερύ. Η παράσταση εκείνη έκανε τεράστια επιτυχία και αν λάβουμε υπόψη μας ότι ανέβηκε μέσα στην θλιβερή δικτατορία, ήταν ένας καλλιτεχνικός άθλος!
Την θυμάμαι λοιπόν σαν ένα από τα “μεγαλύτερα” και πιο σημαντικά ταξίδια της ζωής μου, μια εκδρομή παιδική σχεδόν, αφού εγώ τουλάχιστον είχα ακόμη την χαρά να είμαι αφελής, αγνή και γεμάτη απορία για όλα!
Μιλήστε μας για την δουλειά που υπήρξε σταθμός στην πορεία σας μέχρι σήμερα. Υπάρχουν πράγματα στην επαγγελματική σας ζωή για τα οποία έχετε μετανιώσει, είτε γιατί τα κάνατε είτε γιατί δεν τα κάνατε;
Σ. Φ. Σταθμοί είναι όλα, μικροί σταθμοί στο ταξίδι μας. Και φυσικά υπάρχουν πράγματα που θα ήθελα να τα αποφύγω. Πάρα πολλά πράγματα, θεατρικά και τηλεοπτικά, αρνήθηκα να τα κάνω. Προσπάθησα πολύ και για μεγάλο διάστημα να γράψω και να πω τα δικά μου πράγματα στην τηλεόραση και έδωσα τον αγώνα μου και στο θέατρο με τα “όχι” και τα “ναι” μου. Πολλές φορές πήγα σπίτι μου αρνούμενη να συνεχίσω. Έκανα όμως και τους συμβιβασμούς μου, μέχρι του ορίου που μου επέτρεπε η προσωπική μου ισορροπία και η υγεία μου. Δεν κατάφερα βέβαια να περάσω την δουλειά μου στην τηλεόραση, όμως νομίζω πως στο θέατρο όπου και είναι ο ζωτικός μου χώρος, έδωσα το στίγμα μου.
Αν μετάνιωσα για κάτι, είναι που δεν φρόντισα από νωρίς να πάρω τα πράγματα στα χέρια μου και επίσης που εκτέθηκα πολύ τηλεοπτικώς σε εκπομπές και σόου με δωρεάν εμφανίσεις.
Πώς αντιμετωπίζετε τους ανθρώπους και πώς βιώνετε τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία και πραγματικότητα;
Σ. Φ. Τους ανθρώπους τους αντιμετωπίζω πλέον με καχυποψία. Έχω χάσει την εμπιστοσύνη μου. Βέβαια για να μιλήσουμε γι’ αυτό το θέμα πρέπει να γνωρίζουμε τον άλλο και να πηγαίνουμε στην θέση του. Όμως νομίζω πως η κατάσταση στην οποία περιήλθαμε είναι έργο όλων μας και έχουμε όλοι το μικρό ή μεγάλο μερίδιο ευθύνης.
Πρόσφατα μας δείξατε και μια άλλη πτυχή του εαυτού σας και της δημιουργικότητας που υπάρχει μέσα σας, με το βιβλίο σας «Με μια σκάλα στο φεγγάρι». Ποιο ήταν το έναυσμα γι’ αυτό το βιβλίο; Ήταν το αποτέλεσμα μιας δικής σας εσωτερικής ανάγκης ή περιέχει κάποιο μήνυμα που θέλετε να μεταφέρετε προς τον κόσμο;
Σ. Φ. Η ανάγκη να γράφω είναι παιδική. Πάντα γνώριζα πως δεν μπορώ να επικοινωνήσω με τους ανθρώπους και πως ίσως γράφοντας θα έλυνα αυτό μου το πρόβλημα. Έτσι είχα πάντα ένα τετράδιο όπου έγραφα προσωπικά θέματα, ποιήματα και άλλες ιστορίες. Αργότερα προσπάθησα να χρησιμοποιήσω το χάρισμά μου στο θέατρο και στην τηλεόραση. Δεν ήταν όμως τελικά αυτός ο δικός μου δρόμος, κυρίως η τηλεόραση δεν ήταν καθόλου ο χώρος που θα μπορούσα να “περάσω” τις ιδέες μου. Όταν το κατάλαβα εγκατέλειψα την προσπάθεια και στράφηκα στον εαυτό μου πάλι και στα όνειρά μου μέχρι να ξαναβρώ την “πρώτη αρχή”, το νήμα, τον μίτο που θα με έβγαζε από το αδιέξοδο.
Όταν ήρθε η πρόταση από την εφημερίδα Ελευθεροτυπία, να γράφω κάθε βδομάδα ένα χρονογράφημα στην στήλη “η ματιά της Σοφίας”, ήταν σαν να ήμουν από πάντα έτοιμη γι’ αυτό. Έγραψα με φόβο, με κόπο και πολύ δουλειά και ξεκινώντας από την επικαιρότητα, έφυγα προς το όνειρο και το υποσυνείδητο, προς την παιδική ηλικία και αθωότητα, προς τους προγόνους και τα παθήματα τους, την μάνα μου, τον πατέρα μου… και κατά την μέθοδο των αγαπημένων μου σουρεαλιστών, έφτιαξα κείμενα κατά την γνώμη μου με αγάπη στις λέξεις, στην γραφή και στην λογοτεχνία.
Αν έχουμε πληροφορηθεί σωστά, είναι επιθυμία σας να παρουσιάσετε το βιβλίο σας εδώ στη Μυτιλήνη και φυσικά θα είναι μεγάλη μας χαρά. Πείτε μας ποια είναι η σχέση σας με το νησί.
Σ. Φ. Το νησί το γνώρισα κάπως πάλι μέσα από το θέατρο. Βρέθηκα εκεί την δεκαετία του 80 με την “Πειραματική σκηνή της Τέχνης” Θεσσαλονίκης και πήρα μια ιδέα. Η άποψή μου είναι πως είναι ένα νησί που αγαπά πολύ τις τέχνες, τα γράμματα και το θέατρο. Αυτό θυμάμαι και να πώς μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση.