Ρωτάω την Ολυμπία γιατί έχει δυο ονόματα το ταβερνάκι;
«Η «Λυγαριά» είναι από το δέντρο που έχουμε εδώ και ο «Παράδεισος» είναι από τους τουρίστες που βάφτισαν την τοποθεσία έτσι, γιατί αν λέει, έπρεπε να φανταστούν τον Παράδεισο θα ήταν κάπως έτσι…», μου λέει η Ολυμπία καθώς ξεκουράζεται πάνω στην ψάθινη καρέκλα της, πίνοντας το καφεδάκι της και απολαμβάνοντας τη μεσημεριανή ραστώνη.
Το σκηνικό θέλει τραπεζάκια πάνω στη θάλασσα και ακριβώς απέναντι στην άλλη πλευρά του χωμάτινου δρόμου, ένα ισόγειο, μικρό κι απέριττο ταβερνάκι με μπόλικα λουλούδια. Μολόχες σε διάφορα χρώματα, περιποιημένες καλαμιές και πρασινάδες να κρέμονται, ενώ πάνω στο τραπέζι και μέσα σε κοχύλια τα χαρακτηριστικά κίτρινα αμάραντα.
Η Μαυρούλα και ο Μπέλος χαϊδεύονται στα πόδια μου, δύο τρεις γάτες έρχονται κι αυτές για γνωριμία κι εγώ πιάνω πρώτο τραπέζι πίστα.
Η θάλασσα είναι ακριβώς στα πόδια μου, πατάω τις υγρές φυκιάδες για να γειωθώ και να αποθέσω ένα κομμάτι της πόλης.
Αν έχει κάτι παράξενο η «Λυγαριά» , είναι ότι αισθάνεσαι ότι είσαι αλλού. Σε «κενό χρόνου», σε μια άλλη εποχή, σε μια αυθεντικότητα του τοπίου της παλιάς Ελλάδας, χωρίς παρεμβολές στα μάτια σου από σπίτια και αυτοκίνητα από συγχρονιές που σου κάθονται το στομάχι.
Εδώ, με μια ντοματοσαλάτα και με πατάτες τηγανητές στο πετρογκάζ μυρίζεις το καλοκαίρι.
Ο κυρ Μιχάλης, θα σου φέρει δικό του παστό αν πιείς ουζάκι και θα σου προτείνει τους κρεμμυδοκεφτέδες με ξεροτηγανισμένα κρεμμύδια που λιώνουν στο στόμα. Μεζέδες με ψαράκια ημέρας που μπορεί να τα ‘χει βγάλει ο ίδιος, σαλάτες από τον μπαχτσέ και κρίταμο που τραγανίζει στον ουρανίσκο, ντολμαδάκια με μπόλικο λαδάκι.
Μικρά, λιτά κι απέριττα δωράκια που είναι το σήμα κατατεθέν της «Λυγαριάς».
Αν έχεις κάτι να ανακαλύψεις σε τούτο το νησί , είναι μερικά τέτοια «αδέσποτα» σημεία που είναι θησαυροί. Που παραμένουν λες και δεν τα αγγίζει ο χρόνος, ενώ ο κυρ Μιχάλης και η Ολυμπία η γυναίκα του, διανύουν τον χρόνο με σεβασμό, με τον δικό τους ρυθμό, ακολουθώντας τα μυστικά της γιαγιάς Ραχήλ Κλαρνέτατζη που πρωτοάνοιξε το ταβερνάκι πριν δεκαετίες και μας έκανε αυγά μάτια στο τηγανάκι για πρωινό, όταν επιστρέφαμε από τους «Γατελούζους».
Ένα μαγικό σημείο ανάμεσα στην Σκάλα Συκαμιάς και την Εφταλού που είναι για μένα μια από τις αυθεντικές διαφημίσεις του νησιού. Γιατί τέτοια σημεία πλέον δεν υπάρχουν στον Ελληνικό χάρτη και πρέπει με κάθε τρόπο να τα διατηρήσουμε και να υπενθυμίζουμε σε αυτούς που τα «τρέχουν» την αξία τους…