Ο Κωνσταντίνος Π. Πλούκος, ΩΤΟΡΙΝΟΛΑΡΥΓΓΟΛΟΓΟΣ, ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΚΑΙ ΤΡΑΧΗΛΟΥ γράφει για την αλλεργική ρινίτιδα, μια ιδιαιτέρως συχνή παθολογική οντότητα που επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό την καθημερινή ζωή των πασχόντων και υποβαθμίζει την ποιότητα ζωής τους
Με τον όρο ρινίτιδα εννοούμε τη φλεγμονή του ρινικού βλεννογόνου και χωρίζεται αδρά σε μη αλλεργική (με διάφορες υποκατηγορίες) και αλλεργική.
Η αλλεργική ρινίτιδα ταξινομείται σε διαλείπουσα (εποχική) και συνεχή (ετήσια) ανάλογα με τη διάρκεια των συμπτωμάτων, καθώς και σε ήπια και σοβαρή ανάλογα με την ένταση των συμπτωμάτων και τον αντίκτυπό τους στη ζωή των ασθενών.
Τα αίτια της αλλεργικής ρινίτιδας είναι ένας συνδυασμός γενετικής προδιάθεσης και περιβαλλοντικών παραγόντων. Το θετικό οικογενειακό ιστορικό είναι ο κυριότερος αναγνωρισμένος παράγοντας για την εμφάνιση της νόσου. Οι περιβαλλοντικοί παράγοντες που έχουν ενοχοποιηθεί είναι αλλαγές τρόπου ζωής και δίαιτας καθώς και διάφοροι ρύποι. Αυτό όμως που ενεργοποιεί το μηχανισμό της φλεγμονής είναι η έκθεση σε περιβαλλοντικά αλλεργιογόνα, τα κυριότερα από τα οποία είναι η γύρη, μύκητες, ακάρεα και το τριχωτό των οικιακών ζώων (γάτα, σκύλος).
Τα συμπτώματα της αλλεργικής ρινίτιδας είναι η καταρροή (πρόσθια ή/και οπίσθια ρινική), ο πταρμός, η ρινική απόφραξη/συμφόρηση και ο κνησμός (φαγούρα). Πολλές φορές οι ασθενείς τρίβουν συνεχώς τη μύτη τους λόγω του κνησμού (χαιρετισμός της μύτης). Επίσης πολλές φορές η αλλεργική ρινίτιδα συνοδεύεται από οφθαλμικά συμπτώματα όπως οφθαλμικός κνησμός και δακρύρροια.
Η διάγνωση της στηρίζεται στη λήψη ενός πολύ καλού ιστορικού από τον θεράποντα ιατρό ώστε να την αναγνωρίσει ανάμεσα στις διάφορες μορφές ρινιτίδων καθώς και στην ενδελεχή κλινική εξέταση (ρινοσκόπηση – ενδοσκόπηση). Συμπληρωματικές διαγνωστικές δοκιμασίες είναι οι δερματικές δοκιμασίες νυγμών (skin prick test) που είναι πολύ διαδεδομένες και διακρίνονται από υψηλή επαναληψιμότητα, ασφάλεια και διαγνωστική ικανότητα. Στηρίζονται στο ιστορικό του ασθενούς και βοηθούν τον κλινικό ιατρό στη διάγνωση αλλά και στον προγραμματισμό της θεραπείας. Άλλες εξετάσεις που χρησιμοποιούνται είναι τα RAST tests και οι τίτλοι κλασμάτων για τα αντισώματα IgE και πολύ πιο σπάνια η ρινομανομετρία και δοκιμασίες όσφρησης.
Η διαφορική διάγνωση αυτής της πάθησης πρέπει να γίνει από τις άλλες μορφές ρινίτιδας όπως είναι η λοιμώδης (ιογενής, βακτηριακή), η φαρμακευτική που είναι πολύ συχνή λόγω της κατάχρησης των αποσυμφορητικών σπρέι, η γεροντική, η μη αλλεργική ηωσινοφιλική και η ιδιοπαθής (παλιότερα γνωστή ως αγγειοκινητική).
Η αλλεργική ρινίτιδα εμφανίζει συν-νοσηρότητα με κάποιες άλλες παθήσεις. Η κυριότερη από αυτές είναι το άσθμα. Πλέον θεωρείται ότι οι δυο αυτές καταστάσεις αποτελούν έκφανση της ίδιας νόσου και πρέπει να αντιμετωπίζονται παράλληλα. Η ρινοκολπίτιδα (ιγμορίτιδα κλπ) μπορεί να είναι επακόλουθο μιας ατελώς αντιμετωπισθείσας αλλεργικής ρινίτιδας. Άλλες καταστάσεις που συσχετίζονται είναι η επιπεφυκίτιδα, η δυσλειτουργία της ευσταχιανής σάλπιγγας, η εκκριτική ωτίτιδα και ο χρόνιος βήχας. Τέλος, αντίθετα με αυτό που πιστεύουν πολλοί στην επιστημονική κοινότητα, οι ρινικοί πολύποδες δεν σχετίζονται με την αλλεργική ρινίτιδα σύμφωνα με τα επιδημιολογικά δεδομένα.
Η αντιμετώπιση της αλλεργικής ρινίτιδας στηρίζεται κατά κύριο λόγο στη φαρμακευτική θεραπεία. Τα κορτικοστεροειδή αποτελούν την αποτελεσματικότερη μορφή αγωγής κυρίως χορηγούμενα τοπικά αλλά και σπανίως σε βαριές μορφές και συστηματικά. Τα αντιισταμινικά είναι η δεύτερη μεγάλη κατηγορία φαρμάκων στη θεραπευτική φαρέτρα. Τα σύγχρονα αντιισταμινικά είναι πολύ αποτελεσματικά χωρίς να προκαλούν παρενέργειες όπως υπνηλία και καταστολή. Άλλα φάρμακα που χρησιμοποιούνται είναι τα αποσυμφορητικά (για λίγες ημέρες), οι τροποποιητές λευκοτριενίων και το ιπρατρόπιο. Η αλλεργική ρινίτιδα μπορεί να αντιμετωπιστεί και με ανοσοθεραπεία, κυρίως στις βαριές και στις ετήσιες μορφές. Χορηγείται κυρίως υπογλωσσίως αλλά και υποδόρια αλλά απαιτεί μακροχρόνια χορήγηση. Επίσης σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθεί η χειρουργική θεραπεία με τον καυτηριασμό των κάτω ρινικών κογχών και την πλαστική του ρινικού διαφράγματος. Τέλος, συμπληρωματική υποστηρικτική αγωγή μπορεί να γίνει με πλύσεις των ρινικών κοιλοτήτων με φυσιολογικό ορό (ισότονο ή υπέρτονο), τακτική που φαίνεται να είναι πολύ χρήσιμη σε περιπτώσεις κύησης.