«Έχω γράψει τρία βιβλία εμπνευσμένα από τη Μυτιλήνη και την Ερεσό, και έχω ξεκινήσει να γράφω ακόμα ένα. Τι να κάνω; Δεν τελειώνουν εύκολα οι μεγάλοι έρωτες»
Ε.Μέσα σε αυτή τη δύστροπη κοινωνία, πως βρίσκεις έμπνευση και παράθυρο στον έρωτα.
Ε.Γ.Αλλάζουν οι καιροί, τα περισσότερα πράγματα νομίζεις αποκτούν πιο σκοτεινές αποχρώσεις, όμως η έμπνευση έχει τα δικά της μαγικά μονοπάτια, και ο έρωτας είναι μια αστείρευτη πηγή ζωήςπου είναι αδύνατον να αγνοήσεις. Ποτέ δεν του αντιστάθηκε κανείς κι ας είναι ένα ατίθασο παιδί που τα ανακατεύει όλα και σε αφήνει να αναρωτιέσαι γιατί λατρεύεις τόσο πολύ να σε παιδεύει. Γλύκα και παίδεμα και χτυποκάρδια και δάκρυα και όνειρα και πάλι από την αρχή. Αυτός είναι ο έρωτας. Εξάλλου τι θα ήταν η ζωή μας δίχως αυτόν; Σου πετάει τασαγηνευτικάτου βέλη,κι εσύ τα δέχεσαι και πονάς από ευτυχία.
Δεν ερωτεύεσαι μόνο ανθρώπους, ερωτεύεσαι τόπους, δουλειές, ασχολίες, αντικείμενα, ιδέες, κάθε τι που σου δίνει ζωή και σε κάνει να πετάς ψηλά, να φεύγεις, να χάνεσαι.Έτσι κι εγώ, μόλις κάτι με αγγίξει, τρέχω στο παραθύρι του ονείρου κι αγναντεύω τη θάλασσα των λέξεων που ξανοίγεται μπρος μου. Αν το καλοσκεφτείς, έρωτας είναι κι αυτό.
Ε.Τι σε βοηθάει για την έμπνευση της δημιουργίας ενός νέου βιβλίου;
Ε.Γ.Η έμπνευση δεν χρειάζεται βοήθεια, ξυπνάει αυθόρμητα,ό,τι ώρα εκείνη αποφασίσει και με όποιον τρόπο της αρέσει. Η αφορμή μπορεί να είναι οτιδήποτε, μικρό ή μεγάλο, σημαντικό ή ασήμαντο. Εγώ απλώς,όταν να τη δω να μου γνέφειαπό μακριά,την ακολουθώ γιατί λατρεύω τα μονοπάτια της.Έμπνευση και δημιουργία, αυτές οι δυο έννοιες είναι αρκετές για να ξεκινήσει ένα ταξίδι στον θαυμαστό κόσμο της συγγραφής. Ακολουθούν πολλά ακόμα στάδια μέχρι να ολοκληρωθεί ένα βιβλίο. Αν με ρωτήσεις ποιο είναι το πιο αγαπημένο μου, θα σου απαντήσω ότι είναι οι ώρεςπου η φαντασία γεννά την πλοκή και το χέρι τη γράφει. Εκείνες τις ώρες είναι σαν να μεταφέρομαι στον κόσμο των ηρώων, να μπαίνω στα παπούτσια τους και να περιγράφω τις πράξεις, τους καημούς, τις σκέψεις και τις περιπέτειές τους.
Στο νέο βιβλίο Έρωτες από πηλό, υπάρχει ένας γλύπτης, που φτιάχνει πήλινους Έρωτες. Ο Ζαν Κλοντ είναι καθαρόαιμος καλλιτέχνης, ζει για να δημιουργεί και είναι από τους ανθρώπους που έχουν το χάρισμα να μαγεύουν τους άλλους με τον χαρακτήρα τους. Σε κάποιο σημείο λοιπόν,μιλάει για τα χρήματα και τη δόξα, που τα έχει πλέον απομυθοποιήσει, και καταλήγεισε κάτι που με χαρακτηρίζει απόλυτα:
«… Αυτό που δεν θα μπορούσα να στερηθώ για κανένα λόγο είναι η έμπνευση, η δημιουργία και ο έρωτας. Αυτά με συντηρούν, αυτά με γοητεύουν, αυτά με απογειώνουν, κι αυτά με πονούν όταν απομακρύνονται από την καθημερινότητά μου. Αυτά είναι τα μόνα που αισθάνομαι πως αν χαθούν απ’ τη ζωή μου, θα χαθώ κι εγώ μαζί τους».
Ε.Τι ρόλο παίζει το νησί σε αυτό το ταξίδι σου;
Ε.Γ.Το όμορφο νησί μας είναι πάντα σημείο αναφοράς για εμένα. Είναι ο τόπος μου. Είναι ένα μέρος που λατρεύω – νομίζω πως δεν θα πάψω ποτέ. Είναι ο έρωτας για έναντόπο, όπως ανέφερα παραπάνω, κι αυτός έρωτας δεν τελειώνει. Είναι γεμάτος με αναμνήσεις με όνειρα και αγαπημένους ανθρώπους, που μου δίνουν δύναμη και έμπνευση, κι ας μην έρχομαι τα τελευταία χρόνια. Η σκέψη μου πετάει πολύ συχνάεκεί,και αυτό έχει τη δική του ξεχωριστή γοητεία. Είναι ένας τρόπος για να ονειρεύομαι. Κρατάει τη φλόγα της ψυχής μου αναμμένη. Έχω γράψει τρία βιβλία εμπνευσμένα από τη Μυτιλήνη και την Ερεσό, και έχω ξεκινήσει να γράφω ακόμα ένα. Τι να κάνω; Δεν τελειώνουν εύκολα οι μεγάλοι έρωτες.
Ε.Τελειώνουν οι ιστορίες του κόσμου;
Ε.Γ.Σταματάει η γη να γυρνά; Πώς να τελειώσουν λοιπόν οι ιστορίες του κόσμου; Η γη γυρίζει και αλέθει ιστορίες και οι εραστές της τέχνης βρίσκουν εύφορο έδαφος για να εκφράσουντις ανάγκες της ψυχής τους. Άλλοτε είναι ψίθυροι κι άλλοτε κραυγές, έτσι είναι η τέχνη. Δίχως όρια. Μια σπίθα καρτερούν, κι ανάβει η φαντασία τους. Ζωντανεύουν μύθους, γράφουν ποιήματα, συνθέτουν τραγούδια, μουσικά κομμάτια, ζωγραφίζουν πίνακες, πλάθουν μορφές από πηλό. Δημιουργούν. «Στο μυαλό ενός καλλιτέχνη δεν μπορείς να βάλεις φρένο ούτε όρια, είναι σαν να απαιτείς απ’ τη Γη να σταματήσει να γυρίζει», λέει σε κάποιο άλλο σημείο ο ήρωάς μου, και έχει απόλυτο δίκιο.
Η Ελένη Γαληνού γεννήθηκε στην Αθήνα, κατάγεται από τη Λέσβο και κατοικεί στο Μαρούσι. Σπούδασε στη Σχολή Βακαλό Διακοσμητική και Γραφικές Τέχνες. Δημιούργησε δύο προσωπικές σειρές χιουμοριστικών σκίτσων που έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά. Ασχολείται με τη φωτογραφία, τη ζωγραφική, την ποίηση και τη στιχουργική. Το 2007 πραγματοποίησε την πρώτη ατομική έκθεση ζωγραφικής με θέμα Σύννεφα. Ακολούθησαν δύο ομαδικές εκθέσεις στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων. Η αγάπη της για τη λογοτεχνία και τη συγγραφή ξεκινάει πολλά χρόνια πριν. Είναι μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών. Έχει συμμετάσχει στα συλλογικά έργα: Η Πόλη Φοβάται, με το διήγημα «…για ένα τσιγάρο», και Η κρυφτή γυναίκα, με το διήγημα «Η μαγική εικόνα». Έχει γράψει τα μυθιστορήματα: Όταν στέρεψε η αντοχή (2013), Πέρα από τις κόκκινες γραμμές (2014), Ακόμη θυμάμαι (2015). Από τις εκδόσεις Διόπτρα κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα: Όσα δεν έγιναν λέξεις (2016), Μυστική Διαθήκη (2018), Αιώνιοι Ψίθυροι (2019), Η Κατάρα των Μάγιερ (2020), Σε Μαύρο Φόντο (2021), Χρυσάφι και μέλι (2022), Δώδεκα ημέρες θύελλας (2023).