Γράφει ο Νίκος Κουφάκης
Από μικρός λάτρευα τα περιστέρια. Στο 8ο δημοτικό που πήγαινα (1968-1974) υπήρχαν εκατοντάδες! Τα είχε εγκαταστήσει ο παππούς μου, σπουδαίος δάσκαλος και διευθυντής του σχολείου, Απόστολος Σαλβαράς στην ταράτσα του κτιρίου σε ειδικό περιστεριώνα. Ο κυρ Αντρέας, επιστάτης, ανάπηρος πολέμου, τα τάιζε σκορπώντας σιτάρι στην αυλή και μαζεύονταν «σύννεφο» τα πουλιά για να φάνε. Μετά έπιναν νερό από ένα βαρέλι, πέταγαν στην ταράτσα και τάιζαν τα μικρά τους που περίμεναν στις φωλιές. Κάποια, πιο ήμερα, μας ακολουθούσαν στα διαλείμματα για να φάνε ψίχουλα ή σουσάμι από τα κουλούρια μας.Τα αγαπούσαμε και μας αγαπούσαν. Τα φροντίζαμε όσο μπορούσαμε. Δύο, τρεις φορές το χρόνο ανεβαίναμε στον περιστεριώνα μαζί με τον δάσκαλο μας τον δραστήριο Ηρακλή Βαμβαδέλλη και καθαρίζαμε. Την κοπριά, τη ρίχναμε στον σχολικό κήπο και γινόταν άριστο λίπασμα.Καμαρώναμε τις τριανταφυλλιές και τα χρυσάνθεμα ολογυρίς τον χρόνο! Τα πουλιά ήταν μέρος της ζωής μας.
Τα χρόνια όμως και οι καταστάσεις άλλαξαν, οι αυλές στρώθηκαν τσιμέντο οι σχολικοί κήποι γέμισαν αίθουσες προκάτ και γηπεδάκια μπάσκετ. Οι δρόμοι γέμισαν αυτοκίνητα και μηχανάκια. Πού χώρος για παιδιά και περιστέρια;Τα πουλιά ήταν πλέον όχληση.Τα έδιωξαν και σφράγισαν τον περιστεριώνα γύρω στο 1990. Αυτά βρήκαν καταφύγιο στο παλιό τούρκικο σχολείο της Επάνω Σκάλας αλλά και εγκαταλελειμμένα σπίτια του Συνοικισμού και επιβίωναν κατά κάποιον τρόπο.Τα τάιζαν οι φιλόζωοι γείτονες αλλά και οι μαθητές από το δεκατιανό τους. Η ικανότητα προσαρμογής τους ήταν αξιοζήλευτη.
Το1993 επιχείρησα να κάνω και εγώ έναν μικρό περιστεριώνα στην ταράτσα του σπιτιού μου. Γρήγορα γνώρισα την έχθρα των γειτόνων, τις επιθέσεις των γατιών και των κοράκων. Οι γειτόνισσες μου έκοψαν την καλημέρα!Τα σήκωσα και ‘γω λοιπόν και τα μετέφερα σε χτιστό περιστεριώνα στους Λάμπου Μύλους όπου είχα ένα αγρόκτημα. Ευδοκίμησαν εκεί. Αναπαράγονταν σταθερά και εγκλιματίστηκαν στο όμορφο περιβάλλον σε μια ημιελεύθερη κατάσταση. Αυτά όμως μέχρι το Μάη του 2024 από κει και μετά πήραν την κατιούσα. Ο αριθμός τους μειώθηκε δραματικά, έπαψαν να τρώνε με όρεξη, σταμάτησαν να αναπαράγονται και έβρισκα ψόφια παντού. Ξεκίνησα λοιπόν μια έρευνα για τα αίτια, μήπως βρω την άκρη του νήματος.Το αναφέρω σε γείτονα κτηνοτρόφο:«Μάλλον τα δηλητηρίασαν δάσκαλε» ήταν η απάντηση- πόρισμα.Το λέω σε συνεργάτη μου (στις αγροτικές εργασίες)«μάλλον τον νταρί που έφαγαν ήταν μολυσμένο», το δικό του πόρισμα. Δεν έβγαζα άκρη…
Επεκτείνω λοιπόν την έρευνα μου στην πρωτεύουσα του νησιού μας. Πάω στον ναό του Αγίου Θεράποντα: Από τις δεκάδες και βάλε περιστέρια μόνο 5-6 φαινόνταν. Ο τρούλος του ναού είχαν γεμίζει κάργιες και κοράκια. Κακό σημάδι για τους προληπτικούς. Πάω στην οδό Σαπφούς. Βλέπω καλαμπόκι στο λιθόστρωτο αλλά πουθενά περισσότερα. Ρωτώ των φιλόζωο καταστηματάρχη για την εξαφάνιση των πουλιών. Η απάντησή του:«Τώρα που το λες χάθηκαν!Δύο, τρία έρχονται μόνο. Να δεις που έριξαν φόλες», (το πόρισμά του). Η έρευνα συνεχίστηκε στο κτίριο της «Ευσέβειας» απέναντι από τα γραφεία του ΟΑΕΔ. Εκεί φώλιαζαν δεκάδες ζευγάρια περιστεριών στις σκαλότρυπες του πέτρινου τοίχου αλλά και στα αετώματα της παλιάς στέγης. Και εκεί χαμένα τα περιστέρια 2-3 φάνηκαν και αυτά χωρίς ζωντάνια. Το λέω στον υπεύθυνο του κτιρίου να δεις τα πείραξε η ζέστη (το πόρισμα του) συνεχίζω στην οδό Λεσβώνακτος όπου ο γνωστός φιλόζωος κύριος Γιώργος Δαβλιάκος και η κόρη του Μεταξία δίνουν τροφή και νερό σε δεκάδες πουλιά αλλά και γάτες τις περιοχής. Η έκπληξη του μεγάλη: «Πράγματι τώρα που το λες, χάθηκαν!Δεν ξέρω το λόγο. Έτρωγαν σιτάρι από το χέρι μου! Γέμιζαν τα σύρματα πουλιά. Κάθε πρωί ήξεραν την ώρα που θα βγω και με περίμεναν.Ελάχιστα βλέπω τώρα και αυτά ανόρεχτα. Κάτι κακό συμβαίνει», (το πόρισμά του).
Το Σαββατοκύριακο πήγα στα Βατερά και σκέφτηκα πως εκεί μένει κάποιος συνταξιούχος στρατιωτικός, Θεσσαλός στην καταγωγή, που είχε πάθος με τα περιστέρια.Τον βρήκα και του ανέφερα τις παρατηρήσεις μου: «Τώρα που το λες και τα δικά μου σταμάτησαν να γεννούν. Δεν είναι καλό σημάδι αυτό», απάντησε σκεπτικός. «Ρώτα και τον Η.Κ τον καθηγητή που έχει περιστέρια ράτσας κάπου στο Ίππειος», μου είπε. Τον ευχαρίστησα και πήρα το τηλέφωνό του. Ήταν όμως το νοσοκομείο και μου απάντησε με γραπτό μήνυμα ότι τα έχασε σχεδόν όλα εδώ και καιρό. Η απάντησή του με ανησύχησε. Ας πάω και στην πλατεία Σαπφούς, σκέφτηκα. Στη στέγη του παλιού λιμεναρχείου στέκονταν ζαλισμένα από τη ζέστη ή από άλλον λόγο, μια ντουζίνα το πολύ περιστέρια εκεί που πέρυσι υπήρχαν τουλάχιστον 100.«Τώρα που το λες μειώθηκαν αισθητά» είπε ένας γνωστός μου οδηγός ταξί που εργάζεται εκεί 20 χρόνια τουλάχιστον.«Τον χειμώνα είχαν χαθεί και τα σπουργίτια», συμπληρώνει ένας άλλος. Κακά σημάδια.
Ας επιχειρήσω λοιπόν σκέφτηκα, να ενημερώσω τους «καθ’ ύλην αρμόδιους, δηλαδή το Δημόσιο κτηνιατρείο. Τους είπα τηλεφωνικώς ότι πρέπει να γίνει έρευνα για κάποια πιθανή επιδημία στα περιστέρια και για τη δραματική μείωση του πληθυσμού τους. Αλλά η υπάλληλος με έβαλε στην αναμονή (με μουσική υπόκρουση) για 10 τουλάχιστον λεπτά. Μετά απεφάνθη ότι ο αρμόδιος κτηνίατρος είναι απασχολημένος και ότι θα επικοινωνήσει μόλις βρει χρόνο μαζί μου.Δεν πήρα φυσικά απάντηση αλλά ακόμα περιμένω (εδώ και 20 μέρες). «Πάρε και την ‘τάδε’ φιλοζωική» λέει η αδερφή μου και μου δίνει ένα σύνδεσμο.επικοινωνώ μαζί τους και οι αρμόδια κτηνίατρος είπε ότι δεν γνωρίζει κάτι για τη μένει Αθήνα και επιπλέον δεν έχει χρόνο χρόνια για οικόσιτα πτηνά.Ενημέρωσα τέλος την κόρη μου που κάνει διδακτορικό σχετικό με το θέμα αλλά και τον καθηγητή της αρμόδιο με θέματα βιολογίας και μετανάστευσης πτηνών, ο οποίος υποσχέθηκε ότι θα ερευνήσει το θέμα. Ας ευχηθούμε να βρεθεί η λύση και να σταματήσει ο κατήφορος της δραματικής αυτής μείωσης της πανίδας του τόπου μας που πιθανόν είναι αποτέλεσμα της κλιματικής κρίσης…