Η Βιβή Φωτοπούλου κατάγεται από το νησί με το οποίο εξακολουθεί να κρατά ισχυρούς δεσμούς αφού σχεδόν κάθε καλοκαίρι θα κάνει «ένα πέρασμα» από τα αγαπημένα της μέρη. Κόρη της Ευτέρπης Ράλλη από τη Μυτιλήνη και του αξέχαστου φίλου μας και συναδέλφου «εφημεριδά» Δημήτρη Φωτόπουλου που έφυγε τόσο ξαφνικά από τη ζωή τον Μάρτη του 21. Γνωρίζουμε τη Βιβή από παιδάκι μέσα από τις διηγήσεις του μπαμπά της που με τόση περηφάνια μιλούσε για τα πρώτα της βήματα στις σχολικές μπάντες και αργότερα όταν αποφάσισε να διαλέξει τον δύσκολο δρόμο του Θεάτρου και της υποκριτικής ως φοιτήτρια του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών και μετέπειτα της Δραματικής σχολής του Εθνικού Θεάτρου. Σήμερα ως μέλος της σκηνής του Εθνικού Θεάτρου και έχοντας πάρει μέρος σε αρκετές αξιόλογες παραστάσεις της Εθνικής Λυρικής Σκηνής έχει χτίσει ένα γερό θεμέλιο για το μέλλον της στον απαιτητικό αυτό χώρο.
Όπως μας εξομολογείται η Λέσβος εξακολουθει να τη “γεμίζει” μεαναμνήσεις και “δώρα” πουκατανοεί κι επεξεργάζεται μεγαλώνοντας: Αγαπημένο της μέρος η Φανερωμένη αλλά και ο τόπος καταγωγής της τα Μιστεγνά:
«Η Μυτιλήνη για εμένα πάντα ήταν, είναι και θα είναι καταφύγιο της παιδικής, εφηβικής αλλά και ενήλικης ζωής μου. Όποτε πάω στο νησί, με διακατέχει μία ποικιλία συναισθημάτων, νιώθω ξανά παιδί και είναι σαν να ζω στο φυσικό μου περιβάλλον, αφού η θάλασσα πάντα αποτελούσε κομμάτι μου. Σταθερή επίσκεψη είναι η Σκάλα Μιστεγνών, όπου έχουμε ένα υπέροχο σπίτι, ιδανικό για χαλάρωση και ξεγνοιασιά. Τα Μιστεγνά φέρουν αναμνήσεις, τόσο από τον παππού και την γιαγιά μου, όσο και από το κρυφτοκυνηγητό με την κλασική τεράστια παρέα του χωριού. Επόμενη επίσκεψη είναι ο Μόλυβος, ένα υπέροχο μέρος που αγαπώ πολύ, αρκετά τουριστικό (και το έχω συνδυάσει πιο πολύ με την εφηβική μου ηλικία, καθώς εκεί άρχισα να νιώθω πιο ανεξάρτητη). Αφήνω τον καλύτερο προορισμό για το τέλος, που δεν είναι άλλος από το Σίγρι, το μέρος καταγωγής της γιαγιάς μου. Το Σίγρι είναι ένα πανέμορφο χωριό, πολύ γραφικό, που κρύβει θησαυρούς, όπως η αγαπημένη μου παραλία “Φανερωμένη”. Κλείνω λοιπόν με την Φανερωμένη, ένα μαγικό τοπίο, που μου φέρνει αναμνήσεις από πολλές εκδρομές με φίλους, αλλά και από την γάτα μου, που την βρήκα εκεί μόνη της και την υιοθέτησα»
-Ποιο ήταν το έναυσμά σου για να ασχοληθείς με την υποκριτική;
Από όταν ήμουν παιδάκι είχα μία κλίση προς τον καλλιτεχνικό χώρο, είτε αυτό ήταν μέσω της μουσικής, είτε μέσω τη ζωγραφικής, είτε μέσω του χορού. Ποτέ όμως δεν είχα φανταστεί τον εαυτό μου να είναι ηθοποιός. Όταν μπήκα στο πανεπιστήμιο της Πάτρας, στο τμήμα “Θεατρικών Σπουδών”, άρχισα να πειραματίζομαι και να πηγαίνω σε μία θεατρική ομάδα ως χόμπι. Εκεί κατάλαβα την αγάπη μου για το θέατρο και ένιωσα ότι έχω να δώσω και να πάρω πράγματα από αυτό. Άρχισα να δουλεύω ως ερασιτέχνης ηθοποιός σε κάποιες παραστάσεις και να συνεργάζομαι με υπέροχους ανθρώπους που ήταν επαγγελματίες. Αυτό νομίζω ότι έκανε το “κλικ” σε εμένα, το γεγονός δηλαδή ότι παρατηρούσα τον τρόπο που δουλεύουν και θαύμαζα την ψυχραιμία τους, είτε πάνω στην σκηνή είτε απέναντι σε μία οδηγία του σκηνοθέτη τους. Τότε ήταν που πήρα την απόφαση ότι θέλω κι εγώ να γίνω σαν αυτούς και αυτές, θέλω να έχω ψυχραιμία, να αποκτήσω την τεχνική τους και να μάθω όσα περισσότερα μπορώ. Έτσι λοιπόν, έδωσα εξετάσεις σε τρεις δραματικές σχολές, μεταξύ των οποίων και η Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, στην οποία πέρασα το 2019 και φοίτησα τρία υπέροχα χρόνια.
-Ποια η σχέση σου με τη μουσική και το τραγούδι;
Η σχέση μου με την μουσική και το τραγούδι ξεκινάει από την ηλικία των πέντε ετών με τη Χορωδία του Δημήτρη Τυπάλδου, που για τα επόμενα δεκατρία χρόνια θα αποτελέσει δεύτερη οικογένεια για μένα. Ο Δημήτρης Τυπάλδος είναι ένας δάσκαλος που πάντα θα έχω στην καρδία μου και δεν θα ξεχάσω ποτέ, καθώς με δίδαξε σπουδαία πράγματα, με εμπιστεύτηκε και με έκανε να αγαπήσω την μουσική. Επιπλέον, είναι ο άνθρωπος που ευθύνεται για την αγάπη μου για την πολυφωνία. Στην συνέχεια ακολούθησε το Μουσικό Γυμνάσιο Αλίμου στο οποίο διδάχτηκα πιάνο, κιθάρα και ταμπουρά. Πλέον ασχολούμαι με την μουσική πιο πειραματικά και προσπαθώ όσο μπορώ να την χρησιμοποιώ και στην δουλειά μου, όπου αυτό είναι εφικτό.
Η Βιβή Φωτοπούλου έχει παρακολουθήσει σεμινάρια υποκριτικής και κίνησης στην Αθήνα και την Πολωνία (Ινστιτούτο Γκροτόφσκι). Ασχολείται με την μουσική και το τραγούδι και παίζει πιάνο και κιθάρα. Στο θέατρο, έχει συμμετάσχει στις παραστάσεις: Προξενήτρα (Εθνικό Θέατρο), Μήδεια (Ε.Λ.Σ.), Ο πύργος του Κυανοπόγωνα (Ε.Λ.Σ.), Eroica (Πάτρα), Δύο χαρταετοί στη νύχτα (Πάτρα) κ.ά. Στον κινηματογράφο, έχει συμμετάσχει στην ταινία “Σπιτι” της Σοφίας Σφυρή (Silver Athena Award, Νύχτες πρεμιέρας)
-Πόσο δύσκολο είναι για μια νέα ηθοποιό να βρει τα πατήματα της και να προχωρήσει στον χώρο αυτό;
Η αλήθεια είναι ότι η Δραματική σχολή προσφέρει μία ασφάλεια και μία ισότιμη αντιμετώπιση των ηθοποιών, όσο αυτοί φοιτούν. Προσωπικά όταν τελείωσα την σχολή, ένιωσα μία αίσθηση κενού, σαν να μην ξέρω πως πρέπει να λειτουργήσω ως νέα ηθοποιός και πλέον ως μονάδα. Δεν είχα κάποιον να με κατευθύνει, ούτε ήξερα πως λειτουργεί ο χώρος. Επομένως, άρχισα να πηγαίνω σε πολλές ακροάσεις και να προσπαθώ να μαθαίνω για δουλειές που μπορεί να με ενδιαφέρουν. Δυστυχώς στην δουλειά μας, το κομμάτι της απόρριψης είναι συχνό, καθώς οι ευκαιρίες είναι λίγες και οι ηθοποιοί πολλοί/ες. Παρ’ όλα αυτά όμως, πιστεύω ότι με υπομονή και επιμονή καταφέρνει κανείς τους στόχους του και προχωρά.
Πόσες ώρες την ημέρα δουλεύεις όταν έχεις πρόβες; Στο τέλος μιας παράστασης νιώθεις την ανταμοιβή, νιώθεις δικαιωμένη;
Οι ώρες δουλειάς σε μία πρόβα εξαρτώνται από την κάθε παράσταση. Σίγουρα όμως αφιερώνω και κάποιον προσωπικό χρόνο εκτός πρόβας, για να δουλέψω, να προετοιμαστώ και να κάνω την προσωπική μου έρευνα. Η ανταμοιβή είναι μεγάλη, καθώς το τέλος κάθε παράστασης μου υπενθυμίζει το πόσο αγαπώ αυτή την δουλειά και το πόσο θέλω να συνεχίζω να μαθαίνω για αυτήν.
-Το θέατρό είναι συλλογική προσπάθεια. Τι άλλο σε έχει μάθει όλα αυτά τα χρόνια η ενασχόλησή σου με την υποκριτική;
Για μένα, το θέατρο είναι όντως συλλογικό, αποτελείται από την προσωπική δουλειά πολλών, καθώς χρειάζονται πολλά χέρια αλλά και “μυαλά” για να επιτευχθεί μία παράσταση. Το θέατρο μου έμαθε να έχω ενσυναίσθηση και μία σκέψη που φέρνω στο νου μου συχνά, είναι πως είναι σημαντικό να απευθύνεται σε όλους και όλες. Μία παράσταση δεν είναι μόνο για να παίζεται σε ένα θέατρο, αλλά είναι και για να παρουσιάζεται σε φυλακές, σε νοσοκομεία, σε διάφορες ειδικές δομές και σχολεία.
-Τι κάνεις αυτό το διάστημα; Πες μας λίγα λόγια για την παράσταση που θα ανέβει στο Εθνικό
Αυτόν τον καιρό συμμετέχω στην εφηβική παράσταση του Εθνικού Θεάτρου “Μετά το πάρτυ” σε σκηνοθεσία Γιολάντας Μαρκοπούλου, στο θέατρο REX, στην σκηνή “Ελένη Παπαδάκη”. Είναι μία παράσταση για την φιλία, τον εφηβικό έρωτα, την ενηλικίωση, αλλά και την αντίληψη του πόσο οι πράξεις μας επηρεάζουν άλλους ανθρώπους. Μία υπέροχη συνεργασία, που με συγκινεί ιδιαίτερα, γιατί με φέρνει κοντά με την δική μου εφηβική ηλικία, αλλά και γιατί συνεργάζομαι με μία τρομερή ομάδα. Η παρασταση παίζεται για σχολεία και είναι ανοιχτή για το κοινό κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή έως τον Γενάρη.