Από τον City Inspector
Κάποια πράγματα μπορούμε να τα κάνουμε ευκόλως, για κάποια άλλα …δεν είμαστε καμωμένοι… Κάποια μας ευχαριστούν, κάποια τα κάνουμε με το στανιό, ενώ αυτά που είμαστε …καμωμένοι να τα μπορούμε, …μας συμφέρουν κιόλας. Δεν είναι κακό να κάνεις πράγματα που σε συμφέρουν, αν αγαπάς τους ανθρώπους και σε …συμφέρει, σε γεμίζει να κάνεις το δικό σου, και τυγχάνει να έχεις κάποια καλλιέργεια, μη νομίζεις ότι κάνεις το καλό, ενώ αμαρτάνεις ή νομίζεις ότι κάνεις το ωραίο, ενώ προβαίνεις σε …κιτσαρία… Είναι θεάρεστο, θα μπορούσα να πω, να έχεις το «Γνώθι…». Γιαυτό ο Θεός έκανε διαφορετικούς χαρακτήρες και έδωσε διαφορετικές δεξιότητες σε κάθε άνθρωπο. Θεία ποικιλία… Βιοποικιλότητα… Ενδιαφέρον από τη διαφορά… Αλισβερίσι δυνάμεων, εννοιών, δράσεων και …αντιδράσεων… Όταν λέω συμφέρον, είναι το άδολο, το δικό μας ενδιαφέρον, τα δικά μας όνειρα, η προσωπική μας προσπάθεια για την πρόοδο, σύμφωνα με αυτό που πάει με το χαρακτήρα μας. Μην πάει αλλού το μυαλό σου. Ακούς τον ιερέα; …Τα καλά και συμφέροντα ταις ψυχαίς ημών… αιτείται από τον Θεό… ώστε να εξελιχθεί, έστω και με παθήματα, ο πραγματικός μας εαυτός, κι έτσι νομίζω ότι όταν σε τραβάει από το μανίκι ο προπαγανδιστής …δημοσιοκάφρος, εκτελεί …διατεταγμένη υπηρεσία… σε τραβάει από το χώμα, στον χωμάτινο εαυτό, στοχεύοντας σε κατώτερα επίπεδα συνείδησης, ώστε να σε εντάξει στο …στρατό των …κορόιδων και της μιζέριας… (μακρυά από ’μας…)… Όποιος παρακολουθεί το σκεπτικό των μεγαλο…, παπαγαλο…, ούτε να ολοκληρώσει τον χαρακτηρισμό δε μπορεί. Πού τον πάτε τον κοσμάκη ρε;
Τι νομίζεις μοναδικέ μου αναγνώστη; Δεν τα λέω σ’ εσένα, απλώς σου διηγούμαι τι λέγαμε γενικώς, πλην όμως …διαφωτιστικώς, η κυρία Βαρβάρα μας και του λόγου μου σε παλληκάρι που επισκέφτηκε τα «Πολιτικά» και ζητούσε το …στίγμα της εφημερίδας. Ενδιαφέρον είχε ότι όποτε ακουγόταν η λέξη Θεός, ήταν από ’μένανε τον …σκεπτικιστή και η εκδότρια γύριζε και με κοίταζε παραξενεμένη. Ένα …ελάτωμα που μου έχει δώσει (να τα πάλι…) ο Θεός, είναι ότι μερικές φορές γίνομαι διαισθητικός. Δεν μ’ αρέσει, …δεν με πάω τότε, γιατί νοιώθω πως αν μου ’ρχεται η κουβέντα, κάτι σχετικό θα συμβεί. Κι έτσι, για να σπάσω το κόλλημά μου, στρέφομαι και τη ρωτάω (μπροστά στον ξένο άνθρωπο): Εσύ, αισθάνεσαι …στρατευμένη κάπου; Ωχ… (μην τα βάζεις με γυναίκα…) «Εσύ είσαι ο …στρατευμένος» (μπροστά στον ξένο άνθρωπο) Δεν το είπε με άγριο τρόπο, ούτε ως θιγμένη, πιο πολύ μου πρόσφερε μια διαπίστωση. Ώστε στα ξένα μάτια ο Σ.Ι. είναι στρατευμένος; Μα, στο κάτω κάτω, γιατί όχι; Για κακό να το έχω; Άλλος είναι στρατευμένο παπαγαλάκι, άλλος είναι στο Θεό, άλλος είναι… Το ξαναείπα, ε; Και να που συνέβη.
Ωρ’ αδέρφια, καλοί μου άνθρωποι, εγώ πέρασα από τα «Π» για να συζητήσω ποιο ινσπέξιον θα δημοσιεύσουμε και με τραβάτε σε … φιλοσοφικές αθλουγές; Ήρθε σαν βέλος ένας φίλος, πραγματική αδερφή ψυχή. Απάνω στην κουβέντα… ένας πραγματικός εργάτης της ποιότητας και λεσβολάτρης, ένας …στρατευμένος …αντισκοταδιστής (είδες που έχει και καλή έννοια;) Πάντα ευχάριστη η παρουσία του, αλλά …μόλις έφευγα… Κάτσε! Για σένα ήρθα. Τώρα δέσαμε, σκέφτηκα. Καλό βράδυ…
Πιστεύεις στο Θεό; ρωτάει… (να τα μααααςςς…) Ου λήψει το όνομα Κυρίου του Θεού σου επί ματαίω, του ρίχνω το …ανάποδο ψαλίδι, ο γάτος… Και τότε με βλέπει κατάματα και λέει:
«Εις το βουνό ψηλά εκεί, είν εκκλησιά ερημική, το σήμαντρό της δεν χτυπά, δεν έχει ψάλτη ούτε παπά. ΕΝΑ καντήλι θαμπερό και ΕΝΑΝ πέτρινο σταυρό, έχει στολίδι μοναχό το εκκλησάκι το φτωχό. Αλλ’ ο διαβάτης σαν περνά, στέκεται και το προσκυνά και με ευλάβεια πολλή τον άσπρο του σταυρό φιλεί. Επάνω στο σταυρό εκεί είναι ΕΙΚΟΝΑ ΜΥΣΤΙΚΗ, μ’ αίμα την έγραψε ο Θεός και την λατρεύει ο λαός»… (Άγγελος Βλάχος)
Πριν προλάβει να το επεξεργαστεί το μυαλό μου αυτό που συμβαίνει, κάτι ας πούμε, «ωχ, την ψώνισε το άτομο»… Συμπληρώνει ο μειλίχιος, ο σεμνός που ήξερα, με άλλη φωνή, που τύφλα να ’χει η Λιόστρα Ε. «Τι σχέση έχει ο αρχιμ…. που έκανε αυτή τη γαϊδουριά, στον Προφητηλία, μωρέεεε…» Τόμπολα! Σκηνή Α. Η εκδότρια πετάγεται και γεμίζει ένα ποτήρι νερό, πετάγονται δίπλα από τη «Μπέζα» δυο τρεις νομάτοι να δούνε το …φονικό, κάγκελο ο ξένος άνθρωπος, που ξεκίνησε να σέρνεται προς την έξοδο… Σκηνή Β. Η ψυχραιμία μου επέστρεψε, τον πιάνω από τους δυο καρπούς και τον τραβάω απαλά στον καναπέ: Σιγά, ρε μεγάλε, άραξε… Καπάκι μπαίνει η κυρά μου, Εσύ είσαι, διαισθητικέ, ο επί ματαίω λαβών; Έκλεισε το καρέ… Ευτυχώς, μου ανακοινώνει ότι αυτή και τα παιδιά είχανε ημιαργία και λένε να πάνε στο χωριό. Φαΐ στο φούρνο, σκυλιά ταϊσμένα, γιαγιά χωρίς πρόβλημα. Τέλεια, Κύριε, κι ας μην ανέφερα το όνομά σου, αλλά την …ιδιότητά Σου. Αμ σόρρυ και θένκγιου. Έχω ένα σχέδιο… Στρέφομαι στον …μειλίχιο: Θέλεις να πεταχτούμε να μου δείξεις τη …γαϊδουριά που λες; Ελατήριο.
Ας μην τα πολυλογούμε, μοναδικέ μου, παρά μόνο να σου αναφέρω ότι ακούγοντας «Προφητηλία», το μυαλό μου πετάχτηκε στις Καμάρες. Αμ δε, στην κορυφή του Λεπέτυμνου εννοούσε. Δεν πειράζει, καλύτερα, μη βρει κανέναν αρχιμ…. εκεί κι έχουμε …δίκες… Ας ηρεμήσει και λίγο με την απόσταση. Αλλά για τι ηρεμία να μιλάμε τώρα; Αφού ανεβήκαμε με το …άρμα του από το δρόμο – νταμάρι μόνο για 4χου4 και βγήκα στον καθαρό αέρα, …βγήκα αυτομάτως κι από τα ρούχα μου. Η αναρρόφηση αέρα που μου προξενήθηκε στη θέα της …γαϊδουριάς, έμοιασε με τραγουδίστριας του μπόλιγουντ, κι όταν ο αέρας ξαναβγήκε, πέταξε μαζί κι ένα μεγαλειώδες «Άει στο δ…» (σκασίλα μου, ούτε βλασφημία είναι, ούτε προσβάλλει τη αιδώ …καμιανού. Το κρίμα πάνω μου.Δε λέω καμμιά δεκαριά ακόμα, εδώ στας …εξοχάς, έτσι σαν …ξόρκι και …ψυχοθεραπεία…) Μάζεψα τους αφρούς από το στόμα μου κι αναρωτήθηκα σιωπηλά: Τόσο πολύ θύμωσες, Κύριε, και άφησες έναν αρχιμ…. να τυραννά τα έρμα τα ματάκια μας; Είναι, λοιπόν, το ξωκλήσι του Προφήτη, στην κορυφή του νησιού. Ήταν απλό μα στιβαρό …και τι ν’ αντισταθεί στο βουνήσιο άνεμο; Τόσο μα τόσο λιτό, με τη θέα ενός κύκλου λατρευτού στα πόδια μας. Εκει κάτω, είναι τα μέρη που αγαπάμε, που μας μεγάλωσαν, που τ’ αγαπάμε (επανάληψη), μαζί με όλους τους αγαπημένους μας ανθρώπους. Εμείς εδώ, να ισορροπούμε στο μυστήριο του ανοιχτού ορίζοντα, προσπαθώντας να λύσουμε κι άλλα μυστήρια. Όχι σαν το «Θε μου, πόσο μπλε ξοδεύεις, για να μη σε βλέπουμε» που αναρωτιέται ο Νομπελίστας μας, αλλά «Τι πιστεύουν ότι προσφέρουν στη σωτηρία της ψυχής τους όσοι ανακαινίζουν και ανακαινίζουν και ανακαινίζουν το εκκλησάκι το φτωχό και το ’χουν καταντήσει σαν λατέρνα από τις απανωτές ανακαινίσεις;» δεν πάνε να …ανακαινίσουν καν’να στομάχι συνανθρώπου μας που παίζει σαν λατέρνα, καλύτερα; Ας είναι, όμως, το ομαλό λιθόστρωτο στο στενό χώρο της κορυφής είναι σωστή επιλογή προσφοράς, πριν γκεμοτσακιστεί από τα βράχια κανένας προσκυνητής. Δεν είναι αυτή η αιτία της …αναρρόφησης, όμως.
Η νέα …προσφορά πιστού, που ίσως δεν ήξερε η αριστερά του πώς …ανακαινίστηκαν οι παράδες που έδωσε η δεξιά του, είναι που υβρίζει τον ιερό χώρο. Πρόκειται για καλοφτιαγμένη ντουβάρα, με λαξευτή πέτρα, επίστεψη με κεραμίδια (ωχ, πάλι το μάτι μου) πύλη φέρ φορζέ με σταυρό στην κορυφή και χρυσό δικέφαλο αητό στη μέση (ωχ, το άλλο μάτι μ’). Το συνολάκι συμπληρώνεται με δύο παραστάδες με βιτρίνα ντουλαπιών όπου μοστράρουν εικονίσματα και στολίζονται με πέτρινους σταυρούς στην κορυφή. Δημιουργία της γαδαρομοδίστρας Αρχιμ…. …παριάς. (ωχ, και τα δυό μου ματάκια) Μα, γιατί, ρε παιδιά; Μόνο για να μη μπαίνουν αιγοπρόβατα στο χώρο της κορυφής; Εντάξει, χάθηκε ο κόσμος για ένα προσεγμένο συρματόπλεγμα; Και… ποιανού είναι ο χώρος; Τ’ Αγιού; Τ’ Θιού; Τ’ Δημόσιου; Τς ικλησιάς; Τ’ τσόμπανου; Ναι, κάποιου είναι, όπως η καλαισθησία, η ταπεινοσύνη, η χριστιανική αγάπη σας που μεταφράζεται σε βυζαντινό μεγαλείο, δεν είναι δικά σας. Είναι μιας χθόνιας θεότητας που έχει καταλάβει τις συνειδήσεις σας με την ηλιθιότητα, την επιδειξιομανία, την ύβρη σε ό,τι ανώτερο.
Αχ… Θα ξεθυμάνω, επιτέλους…; Ο φίλος με βλέπει να παίρνω βαθιές αναπνοές και μου γνέφει από λίγο μακρύτερα. Μπορεί να μην έχουμε γνώση τίνος είναι ο χώρος, όμως ο έξω από την κιτς περίφραξη χώρος είναι δικός μας, εφόσον εμείς το βλέπουμε το καρακιτσαριό, οι επισκέπτες του νησιού θα σκάνε στα γέλια και υπάρχει δημόσιος δρόμος. Κι αυτό, τώρα, τι είναι; Μια πινακίδα από τις γνωστές της πεζοπορίας από εκλεκτό ξύλο, ολοκαίνουρια, πεταμένη σε χαντάκι. Τα δυο της πόδια είναι κομμένα με τροχό. Κόπηκε μέσα από το χώρο του άγνωστου …υβριστή και πετάχτηκε σαν φρόκαλο, λίγο παραέξω από τον …δικό του (λέμε… τώρα). Ναι, (ίσως) δικός σου να είναι ο χώρος, ρε κάφρε, αλλά το ξέρεις ότι κατέστρεψες κρατική περιουσία και κρατική λειτουργία; Όχι ε; Θα το μάθεις, με όλα τα επακόλουθα. Το ίδιο πεταμένος είναι ο μεταλλικός στύλος με τις πινακίδες του Φορέα Τουρισμού Μόλυβου. Τον …διάρμισε από το χώρο του ανουσιουργήματός του ο …βυζαντινός… ψυχοσωσμένος, τρομάρα του. Έκανε το …καραγκιολίκι του που το ’κανε. Τα σήματα της πεζοπορίας ήταν που …μόλυναν τη …θεοσέβειά του; Κρίμα, τόση ασχετοσύνη με το συμφέρον του νησιού μας, τόση μικρότητα, τόση σκληρότητα λόγω ερημιάς, ο θρασύδειλος. Τι με νοιάζει ποιος είναι; Ας τα βρούνε οι ιδιοκτήτες των πινακίδων. Εμένα, ως Σίτυ Ινσπέκτορ, με νοιάζει ότι κάτι τέτοια ζλάπια πάνε να με μετατρέψουν σε Άιλαντ Ινσπέκτορ, που χρειάζεται πιο γερό στομάχι, μέχρι που να καταντήσει αλκοολικός. Κατάλαβες, τώρα, μοναδικέ μου πόσο …συμφεροντολόγος είμαι, να εκτίθεμαι και με χοντρούς τρόπους να προσπαθώ να σε βάλω στο κλίμα του πάθους για την ποιότητα, την αισθητική, το συμφέρον του τόπου; Και τώρα, φίλε μου, κατέβασέ με στον πρώτο καφενέ, γιατί είμαι έτοιμος για …κονιάκια. Πολλά κονιάκια… Άει στον …αγύριστο, κατσαπλιάδες της αισθητικής.