Τις υπηρεσίες της αμερικανικής εταιρείας συμβούλων McKinsey, μιας από τις μεγαλύτερες στον κόσμο, χρησιμοποιεί η ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να αλλάξει το σύστημα ασύλου και να επιταχύνει τις απελάσεις προσφύγων και μεταναστών από τα ελληνικά νησιά, σε μια κίνηση που δημιουργεί σοβαρά ερωτήματα για την αναγκαιότητα και τη σκοπιμότητα της συνεργασίας, όπως και για τις συνέπειες που μπορεί να έχει στη διαδικασία ασύλου στη χώρα μας και στα δικαιώματα των προσφύγων.
Η εταιρεία-κολοσσός στον χώρο της παροχής συμβουλών επιχειρηματικότητας, που δραστηριοποιείται επίσης και στο προσφυγικό, με μεθόδους και αποτελέσματα που έχουν αμφισβητηθεί, συζητά ήδη με το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής προτάσεις αναμόρφωσης του συστήματος ασύλου σε περιοχές πρώτης υποδοχής, όπως στα νησιά.
Την ίδια εταιρία προσέλαβε τον Σεπτέμβρη και η Μέρκελ προκειμένου να σχεδιάσει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο αντιμετώπισης του επείγοντος προσφυγικού ζητήματος, όσον αφορά στα σύνορα της Ευρώπης.
Η McKinsey, που έχει επικριθεί στη Γερμανία στο παρελθόν με το αιτιολογικό ότι χρησιμοποιεί «στερεότυπες» λύσεις για προβλήματα διοίκησης, επελέγη γιατί είχε παράσχει ανάλογη βοήθεια στην κυβέρνηση της Σουηδίας για τις προσφυγικές ροές.
Ο όγκος των αιτήσεων έχει ως συνέπεια ότι οι αρχές δεν μπορούν να διαχωρίσουν μεταξύ των προσφύγων, που δικαιούνται άσυλο, και των οικονομικών μεταναστών, από τις αποκαλούμενες «ασφαλείς χώρες», που θα επιστραφούν στη χώρα προέλευσής της.
«Με δεδομένο ότι πρόκειται για ευρωπαϊκό πρόβλημα και στο πλαίσιο της συνεργασίας μας με την Ε.Ε., προτάθηκε από την Ενωση να έρθει στην Ελλάδα η McKinsey και να καταθέσει προτάσεις για προβλήματα που σχετίζονται με το προσφυγικό, χωρίς καμία οικονομική επιβάρυνση για εμάς. Αφού καταλήξουν σε προτάσεις και τις εξετάσει η κυβέρνηση, θα αποφασίσουμε αν θα εφαρμοστούν ή όχι», σημειώνει το γραφείο Τύπου του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, επιβεβαιώνοντας πληροφορίες της «Εφ.Συν.».
Ταχείες απελάσεις
Σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας μας, ανάμεσα στις προτάσεις που έχουν συζητηθεί είναι η αυξημένη εμπλοκή της αστυνομίας στα hotspots και στις απελάσεις, όπως και η ένταξη των νεοεισερχόμενων προσφύγων και μεταναστών στη διαδικασία ασύλου τη στιγμή που μπαίνουν στα hotspots και καταγράφονται.
Αν υιοθετηθεί η συγκεκριμένη πρόταση, σημαίνει ότι οι νεοεισερχόμενοι θα πρέπει να ζητούν άσυλο σχεδόν με την άφιξή τους στην Ελλάδα, διαφορετικά θα απελαύνονται με γρήγορες διαδικασίες.
Είναι όμως αμφίβολο αν στη συγκεκριμένη περίπτωση θα τους δοθεί αρκετός χρόνος για να ενημερωθούν πλήρως και σωστά για τη διαδικασία, όπως προβλέπει το προσφυγικό δίκαιο, ή αν θα γίνεται σωστά η διαδικασία εντοπισμού των ευάλωτων περιπτώσεων, όπως τα θύματα βασανιστηρίων ή τράφικινγκ, που πολύ συχνά διστάζουν να αποκαλύψουν την κατάστασή τους.
Φαίνεται όμως ότι παρόμοιες έγνοιες θεωρούνται μάλλον πολυτέλεια, τη στιγμή που έχει γίνει ασφυκτική η πίεση Ευρωπαίων και Γερμανών αξιωματούχων προς την Ελλάδα να επιταχυνθούν με κάθε θυσία οι απελάσεις προς την Τουρκία, προκειμένου να εφαρμοστεί η αμφισβητούμενη ευρωτουρκική διακήρυξη για το προσφυγικό και η πολιτική της Ευρώπης-φρούριο.
Η πρόταση της Ε.Ε. να χρησιμοποιηθεί για την αναμόρφωση της ελληνικής πολιτικής ασύλου μια ιδιωτική εταιρεία και η υιοθέτησή της από την κυβέρνηση προξενούν σοβαρά ερωτήματα διαφάνειας και σκοπιμότητας, ιδίως τη στιγμή που λειτουργούν οι υπηρεσίες Ασύλου και Πρώτης Υποδοχής, με ικανή χρηματοδότηση από τα έκτακτα κονδύλια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ενώ παράλληλα βρίσκεται στη διάθεση της χώρας μας η υψηλή τεχνογνωσία του Ευρωπαϊκού Γραφείου Υποστήριξης Ασύλου.
«Με δεδομένο ότι πρόκειται για ευρωπαϊκό πρόβλημα και στο πλαίσιο της συνεργασίας μας με την Ε.Ε., προτάθηκε από την Ενωση να έρθει στην Ελλάδα η McKinsey και να καταθέσει προτάσεις για προβλήματα που σχετίζονται με το προσφυγικό, χωρίς καμία οικονομική επιβάρυνση για εμάς. Αφού καταλήξουν σε προτάσεις και τις εξετάσει η κυβέρνηση, θα αποφασίσουμε αν θα εφαρμοστούν ή όχι», σημειώνει το γραφείο Τύπου του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής
Tο παράδειγμα της Γερμανίας
Δεν είναι όμως μόνον η Ελλάδα που χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες της McKinsey για το προσφυγικό.
Η αμερικανική εταιρεία συμβούλων υπέγραψε τον Αύγουστο διετή σύμβαση με το Ομοσπονδιακό Γραφείο Μετανάστευσης και Προσφύγων της Γερμανίας, με υποχρέωση να προτείνει μέχρι τον Δεκέμβριο τρόπους βελτίωσης των διαδικασιών απέλασης.
Η επιλογή της εταιρείας έγινε με απευθείας ανάθεση και με την καθόλου ευκαταφρόνητη αμοιβή του 1,8 εκατομμυρίου ευρώ.
Τόσο το ύψος της αμοιβής όσο και οι προτάσεις που υπέβαλε η εταιρεία σε εμπιστευτικό υπόμνημα, οι θέσεις του οποίου διέρρευσαν στον Τύπο και δημοσιοποιήθηκαν στην εφημερίδα Welt την Κυριακή, δημιούργησαν ερωτήματα στην ίδια τη Γερμανία.
«Δημιουργείται το ερώτημα γιατί να αγοράσει κάποιος τόσο ακριβά από άλλους τεχνογνωσία η οποία αναμφισβήτητα υπάρχει στις ομοσπονδιακές αρχές και στα υπουργεία», σημείωσε στη Welt o βουλευτής των Χριστιανοδημοκρατών, Βόλφγκανγκ Μπόσμπαχ.
Κουπόνια και αμοιβές…
Ερωτήματα δημιουργούν και οι 14 προτάσεις που περιλαμβάνει στο εμπιστευτικό της υπόμνημα προς τη Γερμανία η εταιρεία, όπως η πρόταση για την αναγκαστική απέλαση προσφύγων και μεταναστών με εγκληματική συμπεριφορά.
Η ΜcKinsey προτείνει επίσης στο γερμανικό κράτος να δώσει έμφαση στην αύξηση των επιδοτούμενων («οικειοθελών») απελάσεων, που στοιχίζουν 700 ευρώ ανά άτομο κατά μέσο όρο, έναντι των αναγκαστικών αστυνομικών απελάσεων, που στοιχίζουν το υπερδιπλάσιο, 1.500 ευρώ.
Προτείνει επίσης να κοπεί το χρηματικό επίδομα με τη μορφή κουπονιών από όσους πρόσφυγες και μετανάστες είναι άρρωστοι ή δεν έχουν ταξιδιωτικά έγγραφα και να αντικατασταθεί από την παροχή ρούχων ή φαγητού.
Ωστόσο, δεν φαίνεται τόσο αυστηρή σε ό,τι αφορά τη δική της χρηματική αμοιβή ή τις μεθόδους της.
Πέρα από το διετές συμβόλαιο του 1,8 εκατομμυρίου ευρώ, που ανέρχεται σε λίγο περισσότερα από 2.700 την ημέρα, η McKinsey υπέγραψε τον Μάρτιο σύμβαση με τον δήμο του Βερολίνου με απευθείας ανάθεση έναντι 238 χιλιάδων ευρώ, προκειμένου να καταστρώσει σχέδιο για την ένταξη των προσφύγων της πόλης.
Η σύμβαση θεωρήθηκε σκανδαλώδης, καθώς η εταιρεία προσέλαβε επικεφαλής του έργου έναν πολιτικό από την παράταξη του δημάρχου του Βερολίνου, ενώ το ίδιο το σχέδιο που πρότεινε θεωρήθηκε ανεπαρκές, καθώς δεν περιείχε συγκεκριμένα μέτρα ούτε χρονοδιάγραμμα.
Πηγή: Εφ. Συν, Independent