Η εφημερίδα WallStreetJournalδεν φημίζεται για τις … προοδευτικές θέσεις της. Κάθε άλλο. Διακρίνεται όμως για την σοβαρότητά της. Έγραψε, λοιπόν, προ ημερών, ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θα πρέπει «να ζητήσει συγγνώμη» από την Ελλάδα. Ασκώντας έντονη κριτική στην πολιτική του ΔΝΤ και τις αποτυχημένες εκτιμήσεις του για την εξέλιξη των οικονομιών διαφόρων χωρών, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, ο αρθρογράφος της εφημερίδας , Σάιμον Νίξον, θεωρεί «λυπηρό» το γεγονός ότι το ΔΝΤ επιμένει να εξαναγκάζει την Ελλάδα να λαμβάνει μέτρα λιτότητας για να καλύψει ελλείμματα, που –τουλάχιστον στην περίπτωση του τέλους του 2013- αποδείχθηκε πως δεν υπήρχαν στην πραγματικότητα. Κάτι ανάλογο συνέβη και στην Ισπανία, όπου οι προβλέπεις του ΔΝΤ αποδείχτηκαν λανθασμένες.
Κατά τον Σάιμον Νίξον το ΔΝΤ εμμένει στο λάθος να προτείνει νέα δημοσιονομικά και νομισματικά μέτρα για την στήριξη των οικονομιών, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του ότι το πιο μεγάλο εμπόδιο για την ανάκαμψη είναι οι διαρθρωτικές αλλαγές.
Μάλιστα οι δανειστές στις τελευταίες επιθεωρήσεις των υπηκόων τους αξίωσαν νέα μέτρα ύψους 2 δις το 2015, λουκέτα «αλά ΕΡΤ», περικοπές, κούρεμα των δαπανών για την υγεία και απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων. Όλα αυτά «βαφτίζονται» διαρθρωτικές αλλαγές.
Στις διαρθρωτικές αλλαγές ομνύει η εγχώρια κυβέρνηση, αλλά εμμένοντας παράλληλα σε δημοσιονομικά μέτρα που έχουν γονατίσει την κοινωνία και την οικονομία, παρά τις διαβεβαιώσεις για έξοδο από τον φαύλο κύκλο της στασιμότητας. Θεωρητικά μεταξύ Μεγάρου Μαξίμου και υπουργείου Οικονομικών έχει συμφωνηθεί η χάραξη «κόκκινης γραμμής» με τους δανειστές, για την προώθηση φοροαπαλλαγών. Εύλογη πολιτική, με ορίζοντα τις κάλπες. Το ερώτημα είναι πόσο πειστικοί μπορούν να είναι οι τραπεζίτες που ελέγχουν το υπουργείο Οικονομικών στα χρόνια του μνημονίου, όταν διακηρύσσουν ότι θα προχωρήσουν σε ελάφρυνση των βαρών. Η τυφλή εμμονή στις μνημονιακές πολιτικές λιτότητας, παρότι ολοένα και πυκνώνουν οι φωνές εκείνων που ζητούν από τους δανειστές να ζητήσουν «συγγνώμη» για την παταγώδη αποτυχία των εκτιμήσεών τους, οδηγεί στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η λεγόμενη «κόκκινη γραμμή» είναι μόνο ένας επικοινωνιακός (προεκλογικός) ελιγμός.
Επιπλέον, οι γνωρίζοντες τα τεκταινόμενα στον στενό δημόσιο τομέα, ομολογούν (υπό τον όρο της ανωνυμίας) ότι «τίποτα δεν γίνεται». Εκτός από τις απολύσεις στους δήμους, το κλείσιμο της δημόσιας τηλεόρασης και την εκπαραθύρωση των καθαριστριών, δεν έχει γίνει απολύτως τίποτα. Ούτε διαρθρωτικές αλλαγές, ούτε εκσυγχρονισμός της διοίκησης, ούτε καν η στοιχειώδης διασφάλιση της λειτουργίας της αγοράς. Ένα κράτος που ενδιαφέρεται μόνο για τη στήριξη του τραπεζικού συστήματος, που εξακολουθεί να λειτουργεί πελατειακά, που βαφτίζει «μεταρρύθμιση» το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές, δεν πείθει για τη σοβαρότητά του.