Τα χρόνια εκείνα, για να αποφασίσει ένας ηγεμόνας να δημιουργήσει μια αποικία, έπρεπε να πάρει χρησμό. Πουθενά δεν πήγαιναν αν δεν γνώριζαν εκ των προτέρων τις βουλές του μαντείου. Έτσι έκαναν και οι Πενθιλίδες, που θεωρούνται οι πρώτοι άποικοι της Λέσβου.
Πήρε χρησμό λοιπόν ο αρχηγός, μα ήταν σκληρό το μήνυμα του θεού. Γιατί απαιτούσε από τους αποίκους στη διάρκεια του ταξιδιού τους προς την Λέσβο, να θυσιάσουν στον Απόλλωνα έναν ταύρο και στην Αμφιτρίτη και στις Νηρηίδες μια παρθένα κόρη. Η θυσία έπρεπε να γίνει μόλις συναντούσαν τον ύφαλο Μεσόγειο. Αλλιώς δεν θα πετύχαινε ο αποικισμός.
Την ιστορία τούτη την αφηγήθηκε ο Πιττακός, κατά πως γράφει ο Πλούταρχος, στο «Συμπόσιο των επτά σοφών». Η κόρη που θα θυσιαζόταν έπρεπε να είναι μια από τις θυγατέρες των επτά οικιστών, καθώς ο όγδοος ήταν άγαμος. Ο Πλούταρχος γράφει πως η κόρη που θυσιάστηκε ήταν η θυγατέρα του Σμινθέα. Την έντυσαν με λαμπρά φορέματα και την ετοίμασαν για τη θυσία στην Αμφιτρίτη, αλλά μόλις την είδε ο Έναλος, που την αγαπούσε, την αγκάλιασε για να μην τους χωρίσει ο θάνατος και έπεσαν μαζί στη θάλασσα. Μα τους είδε ένα δελφίνι και κολύμπησε γρήγορα προς το μέρος τους. Αυτό το δελφίνι τους έσωσε και τους έβγαλε στη στεριά, κι έτσι οι δύο ερωτευμένοι νέοι σώθηκαν.
Σύμφωνα με τον Αθηναίο («Δειπνοσοφιστές») όταν έπεσαν στη θάλασσα οι δύο νέοι, η παρθένα κόρη έμεινε στην υπηρεσία των Νηριήδων, ενώ ο Έναλος ανέλαβε να φροντίζει τα άλογα του Ποσειδώνα. Κάποτε ένα μεγάλο κύμα έβγαλε τον Έναλο στη στεριά και όταν πάτησε το πόδι του στην λεσβιακή ακτή κρατούσε κι ένα χρυσό ποτήρι, που το είχε ανασύρει από τον βυθό της θάλασσας.
Ο Μύρσιλος στα «Λεσβιακά» ιστορεί πως ο κλήρος έπεσε στην κόρη του Φινέα, που την έριξαν στην θάλασσα. Όμως ο Έναλος, ένας από τους οικιστές που αγαπούσε το κορίτσι, βούτηξε στη θάλασσα για να την σώσει. Αλλά και σε αυτή την εκδοχή της ιστορίας, η σωτηρία ήρθε από ένα δελφίνι, που τους έβγαλε στην στεριά.
Ο Έναλος έγινε ένας από τους ήρωες της Λέσβου και μάλιστα σχετίζεται με την ίδρυση της Μήθυμνας. Λέγει ο Πλούταρχος πως κάθε φορά που φουρτούνιαζε η θάλασσα, ο Έναλος έμπαινε στα νερά και στη συνέχεια τον ακολουθούσαν χταπόδια μέχρι τον ναό του Ποσειδώνα. Εκεί ο ήρωας έπαιρνε από το μεγαλύτερο χταπόδι μια πέτρα και την αφιέρωνε στον θεό, ζητώντας να ηρεμήσουν τα νερά.
Στη Μήθυμνα λατρευόταν ο Ποσειδώνας με την επωνυμία Έναλος ή Ενυάλιος.