“Μέσα στην βαθιά κρίση που βιώνουμε, αισθάνθηκα την ανάγκη να μιλήσω για πράγματα που αργοσβήνουν στις μέρες μας και χάνουν την πραγματική τους αξία…”
Συνέντευξη
στο Χρίστο Καλουντζόγλου
Στον φιλόξενο «Ιανό» η Ελένη Γαληνού έχει προσκαλέσει φίλους και γνωστούς για την παρουσίαση του νέου βιβλίου της, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Μίνωας», με τον τίτλο «Ακόμη θυμάμαι». Η συμπατριώτισσά μας συγγραφέας μετά τα επιτυχημένα μυθιστορήματα «Όταν στέρεψε η αντοχή» και «Πέρα από τις κόκκινες γραμμές», επιστρέφει με το «Ακόμη θυμάμαι», που είναι βέβαιο πως θα είναι εξίσου καλοτάξιδο.
Είναι «μια ιστορία σαν θρύλος», όπως γράφει το δελτίο Τύπου του εκδοτικού οίκου. Θα πρόσθετα πως είναι μια ατμοσφαιρική ιστορία, με γραφή που ρέει και μπορεί να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι και την τελευταία σελίδα. Υποβλητική η περιγραφή του μοναστηριού με την οποία ξεκινά το μυθιστόρημα, καλοδουλεμένοι οι χαρακτήρες των ηρώων, ιστορία με ανατροπές και ρυθμό. Πρόκειται για μια ιστορία που ξετυλίγεται γύρω από την Χάρις, ένα κορίτσι που γεννιέται στο μοναστήρι.
Η παρουσίαση του βιβλίου στον Ιανό είναι μια καλή ευκαιρία για να μιλήσω με την Ελένη Γαληνού για το νέο της μυθιστόρημα και την σχέση της με το νησί.
-Ελένη, έχεις γεννηθεί στην Αθήνα, αλλά κατάγεσαι από τη Μυτιλήνη. Διατηρείς σχέσεις με το νησί;
«Ναι, και θα έλεγα πολύ στενές σχέσεις. Εκτός από το καλοκαίρι που ένα πέρασμα από την Ερεσό -που έχω το σπίτι μου- είναι απαραίτητο, συνηθίζω και το χειμώνα να πηγαίνω 5-6 ημέρες και να μένω αποκλειστικά μέσα την πόλη της Μυτιλήνης. Μου αρέσει να βλέπω μέρη και αγαπημένους φίλους, νιώθω σαν να γεμίζω τις μπαταρίες μου με λίγη ακόμη Μυτιλήνη. Θα έλεγα πως αγαπώ όλα τα μέρη στο νησί γιατί είναι ο τόπος μου, είναι η πατρίδα και των δυο γονιών μου, είναι μια λατρεμένη συνήθεια, είναι ξεκούραση, είναι έμπνευση για πολλά από τα μυθιστορήματά μου. Οι αναγνώστες μου έχουν διαβάσει μέχρις στιγμής, μόνο το «Όταν στέρεψε η αντοχή», όπου ένα κομμάτι της ιστορίας διαδραματίζεται στην Μυτιλήνη, θα τους πω λοιπόν, ότι υπάρχουν άλλα δύο μυθιστορήματα με αναφορά στο νησί, που ακόμη δεν έχουν εκδοθεί».
-Τι θέση έχουν στα βιβλία σου οι εικόνες από τη Λέσβο;
«Επειδή πηγαίνω σχεδόν ανελλιπώς κοντά σαράντα χρόνια, είναι επόμενο να είμαι γεμάτη από εικόνες όλης της Λέσβου. Υπάρχουν φορές καθώς γράφω, που έρχονται αυθόρμητα στο μυαλό μου και αρχίζω να τις περιγράφω κι ας μην αποκαλύπτω στον αναγνώστη ποιο είναι το μέρος. Διαδρομές, ηλιοβασιλέματα, ανατολές, παραλίες, καταρράκτες, βουνά και θάλασσα, άνθρωποι, παραδοσιακά φαγητά, συνήθειες, απλά σπίτια ή τα πανέμορφα αρχοντικά… Τι να πρωτοαναφέρω! Όλα είναι μια ατέλειωτη πηγή έμπνευσης!»
-Το τελευταίο μυθιστόρημα επίτρεψέ μου να πω ότι είναι απόδειξη μιας συνεπούς συγγραφικής πορείας. Θα μπορούσες να περιγράψεις αυτή την πορεία, από την στιγμή που αποφασίζεις να καταγράψεις τις σκέψεις σου, μέχρι σήμερα;
«Όλα ξεκίνησαν απ’ την στιγμή που αισθάνθηκα πως θέλω να πω μια ιστορία μεγαλύτερη από αυτήν που οριοθετεί ένα τραγούδι. Μέχρι τότε, περίπου δέκα χρόνια πριν, έγραφα μόνο ποιήματα και στίχους. Ύστερα θέλησα να πω την ιστορία με περισσότερα λόγια και άρχισα να γράφω διηγήματα και πολύ σύντομα πέρασα στο πρώτο μου μυθιστόρημα. Ενθουσιάστηκα τόσο πολύ απ’ την διαδρομή της γραφής του, που αποφάσισα να κάνω κάποια σεμινάρια δημιουργικής γραφής για να μάθω τα μυστικά της συγγραφής. Μετά από αυτά ο ενθουσιασμός μου μεγάλωσε και έκανα για δυο χρόνια αρκετά μαθήματα διορθώνοντας παράλληλα τα μυθιστορήματα που έγραφα. Αυτός είναι και ο λόγος, που έχω αρκετά ολοκληρωμένα μυθιστορήματα στο συρτάρι μου που περιμένουν υπομονετικά την σειρά τους. Γράφω ένα μυθιστόρημα κάθε χρόνο και το φετινό, θα το ξεκινήσω μόλις ολοκληρώσω τον κύριο όγκο των παρουσιάσεων του «Ακόμη θυμάμαι».
-Τα βιβλία σου είναι ευπώλητα αν και έχουν κυκλοφορήσει στα χρόνια της κρίσης, που έπληξε, όπως ήταν φυσικό και τον χώρο του βιβλίου. Με ποια κριτήρια αγοράζουμε σήμερα ένα βιβλίο και πόσο αυτό σε επηρεάζει ως συγγραφέα;
«Νομίζω πως ο κάθε άνθρωπος αγοράζει ένα βιβλίο ανάλογα με την διάθεσή του, το είδος που αγαπά ή αν κάτι πέσει στα χέρια του και του κινήσει το ενδιαφέρον. Δεν ξέρω αν η κρίση μπορεί να επηρεάσει αυτούς που πραγματικά τους αρέσει να διαβάζουν. Ίσως ένα βιβλίο να είναι πιο ασφαλής τόπος να καταφύγεις για να σκεφτείς, να χαλαρώσεις ή να ταξιδέψεις, απ’ ότι είναι η τηλεόραση του σήμερα ή τα περισσότερα περιοδικά. Προσωπικά σαν συγγραφέας, προσπαθώ όταν γράφω μια ιστορία, να έχει ενδιαφέρον θέμα, πλούσια πλοκή, ολοκληρωμένους χαρακτήρες, προσεγμένη γλώσσα, να ρέει το κείμενο με αμείωτο ενδιαφέρον ως την τελευταία σελίδα, να έχει μια τουλάχιστον δυνατή ανατροπή, και ίσως, διπλές αναγνώσεις. Αυτά κυρίως θεωρώ καλή συνταγή για ένα μυθιστόρημα, και αυτά παλεύω να δώσω. Τώρα αν το καταφέρνω, αυτό, ας το κρίνουν οι αναγνώστες μου».
-Μπορείς να μας αποκαλύψεις το θέμα του επόμενου βιβλίου σου, και πότε να το περιμένουν οι αναγνώστες στις προθήκες των βιβλιοπωλείων;
«Βγάζουμε ένα βιβλίο κάθε χρόνο και η δική μου εκδοτική περίοδος είναι ο Σεπτέμβριος, επομένως, αν όλα πάνε καλά, τον επόμενο Σεπτέμβρη θα έχουμε στα χέρια μας το τέταρτο μυθιστόρημά μου. Δυστυχώς δεν ξέρω ακόμη ποιο από τα μυθιστορήματά μου θα επιλέξουμε να είναι το επόμενο για να σας μιλήσω για το θέμα του, δεν τα παίρνω με την σειρά που έχουν γραφτεί. Όπως ας πούμε, το «Ακόμη θυμάμαι», έχει γραφτεί ανάμεσα στα άλλα δυο μυθιστορήματα που έχετε διαβάσει. Ο λόγος που το επέλεξα αυτή τη δεδομένη στιγμή, είναι ότι μέσα στην βαθιά κρίση που βιώνουμε, που δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά και ανθρωπιστική, και κρίση αξιών, αισθάνθηκα την ανάγκη να μιλήσω για πράγματα που αργοσβήνουν στις μέρες μας και χάνουν την πραγματική τους αξία, και μιλώ για τον ρομαντισμό, την ευαισθησία, την τρυφερότητα, την πίστη, την αλληλεγγύη, τη μια και μοναδική αγάπη, ενώ παράλληλα, ήθελα να θέσω ένα προβληματισμό για άγνωστες δυνάμεις που αναπτύσσουν ορισμένοι άνθρωποι. Ήθελα να ωθήσω τους αναγνώστες μου να αφήσουν για λίγο τα καθημερινά τους προβλήματα και να πάρουν μια ανάσα διαφορετική. Μέσα από την ιστορία αυτή, τους γυρίζω σε μια άλλη εποχή και τους δίνω μια εικόνα ονειρική, μια αίσθηση πιο τρυφερή, μια χαραμάδα φυγής, ένα μονοπάτι για να αναπολήσουν, να σκεφτούν ή να φιλοσοφήσουν. Το «Ακόμη θυμάμαι» εκπέμπει αγάπη, σε παίρνει απ’ το χέρι για να σου δείξει πόσο μεγάλη δύναμη μπορείς να αντλήσεις από αυτήν και από τον ίδιο σου τον εαυτό σε δύσκολες ώρες».
Το βιβλίο της Ελένης Γαληνού «Ακόμη θυμάμαι» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Μίνωας».