Δεν υπάρχει κανένας σήμερα που να πιστεύει ότι πάμε καλά.
Χρωστάμε, μας ζορίζουν οι δανειστές, ξαναπαίρνουμε δάνεια, τα χρωστάμε κι αυτά, κάνουμε διακανονισμούς, επιμηκύνσεις χρέους, μειώσεις τόκων, αλλά το χρέος είναι χρέος, η χρεοκοπία είναι μπροστά μας και αν δεν πληρώσουμε «έτσι, αλλιώς, αλλιώτικα ή και Πασαλιμωνιώτικα» όπως λέει το άσμα θα πάθουμε αυτό που έπαθε η Αργεντινή.
Γιατί την Αργεντινή αρκετοί πολιτικοί της Ελλάδας την είχαν σαν μοντέλο. Τώρα τους ρωτάμε εμείς και άλλοι πολλοί: τι λένε για αυτή; Μήπως τραγουδάνε σεμνά και ταπεινά και χαμηλόφωνα το γνωστό τραγούδι «don’tcryformeArgentina»;
Υπάρχει φτώχεια, μιζέρια που είναι διάχυτη. Υπάρχει και ο φόβος. Αυτό που λέει ο λαός της πιάτσας: τι θα γίνει αύριο.
Και όλοι είναι κουμπωμένοι, όλοι είναι προσεχτικοί. Γιατί αν είχαν και λίγα χρήματα τα κρατάνε σφιχτά, τα κλείνουν στα ντουλάπια, τα βάζουν στα σεντούκια γιατί φοβούνται τις τράπεζες για το ο μη γένοιτο.
Δυσκολίες στην αγορά, προβλήματα στις πληρωμές, στις εφορίες και στα ταμεία, τα δάνεια, στις τράπεζες γίνονται κόκκινα, ανεξάρτητα αν περιμένουν μερικοί πολιτικοί και πολιτικάντηδες να έρθει ο Ρομπέν των δασών και να τους τα χαρίσει όπως χάρισε ο Παπαδόπουλος τα χρέη στους αγρότες. Ε, καλά δεν σκέπτονται ότι η Αριστερά της προόδου δεν είναι χούντα;
Από την άλλη πλευρά υπάρχουν πολλοί νέοι και νέες αλλά και μεγαλύτεροι που ζητούν δουλειά. Δουλειά, δουλειά λένε και χωρίς κότσο βασιλιά. Να φάμε ένα κομμάτι ψωμί. Και όταν βρεθεί μια κάποια δουλειά έστω για λίγες ώρες, έστω με μειωμένες αποδοχές, όλοι αυτοί που ζητούν δουλειά εξαφανίζονται. Ιδιαίτερα εξαφανίζονται όταν η εργασία θέλει ποδαρόδρομο, θέλει χτύπημα από πόρτα σε πόρτα, θέλει τρέξιμο γενικά και δεν υπάρχει ούτε καρέκλα, ούτε γραφείο, ούτε τηλέφωνο, ούτε αναψυκτικό. Εκεί κολλάει το πράγμα. Γιατί οι περισσότεροι από αυτούς που ζητούν δουλειά ή λένε ότι δεν έχουν ή αποφάσισαν να δουλέψουν, θέλουν να «τρουπώσουν» (η λέξη ανήκει σε ελληνική κινηματογραφική ταινία), να βρουν ένα γραφείο, να βρουν μια καρέκλα, να έχουν ένα τηλέφωνο και να μην κάνουν δουλειές του ποδαριού αλλά καθιστικής ζωής και ότι πάρουν, αν πάρουν.
Γιατί μέχρι πρότινος οι νέοι και οι νέες είχαν βάλει στόχο τα ευρωπαϊκά προγράμματα. Να πάρουμε ένα πρόγραμμα, να κάνουμε μια έρευνα, να μας το χρηματοδοτήσει η Ε.Ε. ή και το Ευρωπαϊκό σκέλος και με το σκεπτικό το απλό και πρακτικό ότι αν πιάσουμε μια κάποια καρέκλα και ειδικευθούμε σε κάτι δύσκολα θα μας διώξουν, δύσκολα θα χάσουμε τη θέση μας, κάπου θα βρούμε να ξανατρυπώσουμε.
Και κάθομαι λοιπόν εγώ, ο γράφων, βλέπω, ακούω και σημειώνω ότι αφού υπάρχει αυτή η φτώχεια, η μιζέρια, η πείνα, γιατί όταν ζητήσεις έναν συνεργάτη με κάποια ανακοίνωση, για εξωτερικές δουλειές, για καλλιέργειες, για το μάζεμα της ελιάς, για εισπράξεις, για συναλλαγές, για οτιδήποτε γίνεται εκτός γραφείου, δύσκολα βρίσκεις; Εκτός αν είναι αλλοδαπός (Αλβανός, Πακιστανός ή Αφρικανός) που επειδή πραγματικά πεινά και δεν έχει στέγη κάνει οποιαδήποτε δουλειά και παίρνει όσα του δώσουν και χωρίς ασφάλεια. Έπειτα λένε οι διάφοροι που κάνουν διαφημίσεις και προβολές και μελέτες για την ελληνική ευαισθησία ή ιδιορρυθμία, ότι ο Έλληνας κάνει όλες τις δουλειές. Δυστυχώς η αλήθεια είναι σαν το λάδι, επιπλέει πάντα και πρέπει να τη γράφουμε και να την λέμε γιατί τα μειονεκτήματα της φυλής δεν είναι λίγα. Ο Έλληνας κάνει αυτό που γουστάρει, το κάνει όταν κερδίζει, κλείνει την επιχείρηση αν δεν βγαίνει, παίρνει δάνεια και δεν τα πληρώνει και τελικά, για να μη λέμε πολλά, θέλει να γίνει δημόσιος υπάλληλος με τις πελατειακές σχέσεις που έχει το κόμμα και ο βουλευτής, θέλει να γίνει ιδιωτικός υπάλληλος αρκεί ο εργοδότης να τον προσέξει και να του δώσει μπόνους, κάνει δική του επιχείρηση άμα βρει λεφτά, εδώ, εκεί, αλλού δεν ξέρω από πού και τελικά θέλει έδρα, γραφείο, καρέκλα, βόλεμα, τρύπωμα. Και όταν τα αποκτήσει αυτά τότε, αν δεν καβαλήσει καλάμι, μπορεί να αποδώσει, μπορεί να δημιουργήσει, μπορεί να ωφελήσει το κράτος, την επιχείρηση, την κοινωνία. Δώσε καρέκλα, δώσε γραφείο, δώσε τηλέφωνο και πρωτοβουλία σε κάποιον και θα είναι ευχαριστημένος, γοητευμένος και το αν θα είναι παραγωγικός και ωφέλιμος θα εξαρτηθεί πρώτα από την ποιότητα και την ευθύνη του και στη συνέχεια από τις σχέσεις του με τους συνδικαλιστές, τους κομματάρχες και τους πολιτικάντηδες.
Γιατί και να θέλει να προκόψει κανείς έχοντας καρέκλα δεν τον αφήνουν οι ερινύες. Οι πολιτικοί που θέλουν την ψήφο του, οι κομματάρχες που θέλουν τη στήριξή του, οι συνδικαλιστές που θέλουν τις απεργίες και τις στάσεις εργασίας. Και τελικά σε αυτή τη χώρα δεν είναι το θέμα αν το κράτος πάει καλά ή το κεφάλαιο καλύτερα, γιατί πάντοτε υπάρχει διχόνοια μεταξύ κράτους και κεφαλαίου, ποιος θα είναι από πάνω. Το θέμα και πρόβλημα είναι οι πολίτες πως βλέπουν το κράτος και το κεφάλαιο και αν έχουν καταλάβει το τι πρέπει να κάνουν για να υπάρχει κράτος, για να ζήσουν αυτοί καλά και με την προοπτική τα παιδιά τους καλύτερα.
Καρεκλοκένταυροι ναι. Αλλά και εργάτες γης αν χρειαστεί και ναυτικοί στη θάλασσα αν δεν υπάρχει άλλη λύση και ποδαρόδρομο και τρέξιμο και οτιδήποτε άλλο γιατί η εργασία δεν είναι ντροπή.
Ε. Ε. Γ.