Γεννήθηκε στο Ελληνικό και ήταν κόρη του Ιωάννη Κατακουζηνού (από το Ρέμα της Λέσβου 1888-1979) επιχειρηματία και της Ειρήνης Κουτλίδη, αδερφής του Ευρυπίδη Κουτλίδη, (Πτερούντα Λέσβου, 1890 – Αθήνα, 7 Δεκεμβρίου 1974), επιχειρηματία και σπουδαίου συλλέκτη έργων τέχνης (από τις σημαντικότερες ελληνικές ιδιωτικές συλλογές με 1.419 πίνακες, σχέδια και γλυπτά).
Θείος της, από την πλευρά του πατέρα της, ο ψυχίατρος Άγγελος Κατακουζηνός, (Ρέμα 1904 – Αθήνα 1982) προσωπικός φίλος του Στρατή Ελευθεριάδη – Teriade, ο οποίος πρωταγωνίστησε στην ίδρυση του Μουσείου Θεόφιλου στη Βαρειά Λέσβου, ήταν ο πρόεδρος Τιμητικής Επιτροπής για τα εγκαίνια του Μουσείου και συνέβαλε για την ίδρυση της Βιβλιοθήκης Στρατή Ελευθεριάδη-Τεριάντ. Στο σπίτι του θείου της, το οποίο ήταν ένα από τα σημαντικότερα φιλολογικά σαλόνια των Αθηνών, γνώρισε τη «γενιά του ’30». Την τραπεζαρία του δικού του σπιτιού την είχε ζωγραφίσει ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, ενώ η Λήδα για το σπίτι της στο Κολωνάκι επέλεξε έναν μαθητή του Γκίκα, τον νεαρό, άγνωστο τότε, ζωγράφο Παναγιώτη Τέτση που φιλοτέχνησε μια γκουάς, η οποία έως σήμερα παραμένει σε άριστη κατάσταση και φέρει την υπογραφή του. Την ίδια εποχή, η 25χρονη Λήδα Κατακουζηνού σπουδάζει στη Σχολή Βακαλό, και λαμβάνει ιδιωτικά μαθήματα ζωγραφικής δίπλα στον Ορέστη Κανέλλη, ο οποίος θεωρείται «ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους της Λέσβου», καθώς αν και Σμυρνιός, τη θεωρούσε πατρίδα του, στην οποία μεγάλωσε, έζησε (στην Πέτρα) και νυμφεύτηκε εκεί την Νταίζη Ραπτέλλη.
Όπως περιγράφει ο συντοπίτης μας Γιώργος Τσελεμπής, ο πατέρας της Λήδας, αγαπούσε τον τόπο που γεννήθηκε, υπήρξε ευεργέτης του και με δική του δαπάνη το 1953 υδροδοτήθηκε το χωριό όπου και σήμερα ακόμα σε κρήνη αναγράφεται το όνομά του. Στην δεκαετία του 1980 η Λήδα με τον άντρα της Παύλο Βαρδινογιάννη επισκέφθηκαν το Ρέμα (υπάρχουν σχετικές φωτογραφίες) και παρέδωσαν στους εκπροσώπους του επιταγή, για την δημιουργία αγροτικού ιατρείου στην μνήμη του πατέρα της, που λειτουργεί μέχρι σήμερα και φέρει στην είσοδο το όνομα της δωρήτριας.
Φοίτησε στο Κολλέγιο Αθηνών και στη σχολή Βακαλό και εν συνεχεία συμπλήρωσε τις σπουδές της στην Ελβετία. Κατά τη διάρκεια της Χούντας των Συνταγματαρχών έζησε στο Παρίσι. Το 1979, μετά το θάνατο του πατέρα της, ανέλαβε την διεύθυνση της οικογενειακής επιχείρησης ξυλείας. Τα μέλη της οικογένειάς της συναναστρέφονταν με ποιητές και ζωγράφους με αποτέλεσμα να στραφεί και η ίδια προς την τέχνη. Οι φιλικές σχέσεις που και η ίδια καλλιέργησε με σπουδαίους Έλληνες καλλιτέχνες, της επέτρεψαν να δημιουργήσει μια προσωπική συλλογή από σημαντικά έργα της νεοελληνικής ζωγραφικής.
Η συλλογή περιλαμβάνει Ματίς, Σαγκάλ, Μπρακ, Μιρό, Πικάσο, Ερνστ, Μπερνάρ Μπουφέ, Νικηφόρο Λύτρα, Κωνσταντίνο Βολανάκη, Γιάννη Τσαρούχη, Νίκο Χατζηκυριάκο – Γκίκα, Δημήτρη Γαλάνη, Σπύρο Βασιλείου, Παναγιώτη Τέτση, Ορέστη Κανέλλη, Γιώργο Μαυροΐδη, Γιάννη Γαΐτη, Βάσω Κατράκη αλλά και προγενέστερα έργα του Θεόφιλου και της Επτανησιακής Σχολής. κ.α.
Μεγάλο μέρος της επίπλωσης της οικίας της, έχει δωρηθεί στο Μουσείο Μπενάκη, προς το οποίο έχει πραγματοποιήσει πλήθος δωρεών. Σε ένδειξη τιμής το Μουσείο Μπενάκη, το 2014, διοργάνωσε στην Πινακοθήκη Ν. Χατζηκυριάκου – Γκίκα, την έκθεση με τίτλο «Στο σπίτι της Λήδας Βαρδινογιάννη», όπου και εκτέθηκε το μεγαλύτερο μέρος της προσωπικής της συλλογής.
Ήταν επίσης ευεργέτιδα του Ασύλου Ανιάτων και είχε στηρίξει την ΕΣΤΙΑ Νέας Σμύρνης.
Φωτογραφία της Λήδας Κατακουζηνού-Βαρδινογιάννη στην “Οικία Κατακουζηνού”, το σπίτι του θείου της Άγγελου Κατακουζηνού.
Στοιχεία και συλλογή πληροφοριών: Ομοσπονδία Λεσβιακών Συλλόγων Αττικής (ΟΛΣΑ)
Και μια υπενθύμιση για τη ΔΙΑΘΗΚΗ ΚΟΥΤΛΙΔΗ
Ο Ευριπίδης Κουτλίδης, στις 27 Ιουνίου 1971 με διαθήκη ιδιόγραφη, η οποία δημοσιεύθηκε μετά τον κατά την 7.12.1974 θάνατό του από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, συνέστησε με διάταξη τελευταίας βουλήσεως ίδρυμα, με την επωνυμία «ΙΔΡΥΜΑ ΕΥΡΙΠΙΔΗ Φ. ΚΟΥΤΛΙΔΗ», ορίζοντας συγχρόνως και τη διοίκησή του.
Συγκεκριμένα, όρισε ότι το ίδρυμα θα διαχειρίζεται Τριμελής Επιτροπή Συμβούλων, αποτελούμενη από τον εκάστοτε Διευθυντή-Καθηγητή της Σχολής Καλών Τεχνών του Πολυτεχνείου Αθηνών, παράλληλα δε, άφησε όλη την περιουσία του (κινητή και ακίνητη), στο ίδρυμα για τη συντήρηση και λειτουργία του και γενικά για τις ανάγκες του.
Εκείνο που πρέπει να τονιστεί είναι ότι όρισε με την προαναφερθείσα διαθήκη του, όπως ολόκληρος ο όροφος 500 τ.μ. επί της οδού Βασιλίσσης Σοφίας 27 με τους πίνακες, γλυπτά, επιτραπέζιες μινιατούρες κ.λ.π. διατηρηθεί ως αυτοτελές ίδρυμα-πινακοθήκη,
Ο Ευριπίδης Κουτλίδης μέχρι να ανεγερθεί κατάλληλος χώρος για την στέγαση της πινακοθήκης και μόνο στην περίπτωση αυτή επέτρεπε την εκποίηση της μεγάλης ακίνητης περιουσίας που άφησε, μάλιστα δε όρισε να μην πειραχθεί τίποτα μετά την απογραφή και να παραμείνει η πινακοθήκη στο ακίνητο της Βασ. Σοφίας 27, μέχρι να ανεγερθεί κατάλληλο οίκημα.
Δυστυχώς όμως τίποτα από όλα αυτά δεν έγινε, με αποτέλεσμα να μεταφερθεί η πινακοθήκη, από το παραπάνω διαμέρισμα στα υπόγεια της Εθνικής Πινακοθήκης. Από την Εθνική Πινακοθήκη, σημαντικό μέρος της Συλλογής μεταφέρθηκε στην Κέρκυρα, κατόπιν πολιτικών κυρίως παρεμβάσεων.
Μέχρι τη δεκαετία του 90 έγιναν σημαντικές προσπάθειες από το Σύλλογο Φτεριανών Λέσβου και από την Ομοσπονδία Λεσβιακών Συλλόγων Αττικής (ΟΛΣΑ) για να μεταφερθεί η Συλλογή στη γενέτειρα του Ευριπίδη Κουτλίδη.
Σήμερα το Ίδρυμα και η Συλλογή Ευριπίδη Κουτλίδη συστεγάζονται και συνεργάζονται με την Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλέξανδρου Σούτσου (ΕΠΜΑΣ) ύστερα από συμφωνία, που επικυρώθηκε από το Εφετείο Αθηνών. Τα έργα της Συλλογής Κουτλίδη συνεκτίθενται με τις μόνιμες συλλογές της ΕΠΜΑΣ. Στις αίθουσες του Α’ ορόφου που στεγάζουν τη ζωγραφική του 19ου αιώνα, δόθηκε τιμητικά το όνομα του Ευριπίδη Κουτλίδη.