Μια συνάντηση στο κέντρο της Αθήνας, με αρώματα Πολυχνίτου…
Συνέντευξη στον Χρίστο Καλουντζόγλου
Η συνάντηση με την Μαρία Χατζόγλου έγινε σε έναν από τους «κρυμμένους» κήπους στο κέντρο της Αθήνας, αλλά είχε αρώματα από την ιδιαίτερη πατρίδα της, τον Πολυχνίτο. Αφορμή για να την αναζητήσω ήταν η κυκλοφορία του πρώτου μυθιστορήματός της, «Ορατών τε και αοράτων», από τις εκδόσεις «Πληθώρα».
Ένα πυκνογραμμένο βιβλίο, με θέμα την εσωτερική αναζήτηση. Με γραφή γλαφυρή, η Μαρία Χατζόγλου ταξιδεύει τον αναγνώστη στον χρόνο, τον βοηθά να ζήσει τους αστικούς μύθους, να ψηλαφίσει τον ρόλο των μοιραίων ανθρώπων στη ζωή μας. Πρωτότυπο θέμα, εξαιρετική πλοκή, γλώσσα ρέουσα. Ο αναγνώστης ζει το κλίμα των αρχών του 20ου αιώνα, αλλά μεταφέρεται σταδιακά στον μη-χρόνο, για να παρακολουθήσει τον κεντρικό ήρωα που ζει τον μοιραίο έρωτα της ζωής του και εξακολουθεί να τον αναζητεί και στον θάνατο.
Δεν είμαι βιβλιοκριτικός για να γράψω περισσότερα για το βιβλίο. Περιορίζομαι στην συζήτηση που είχα με την Μαρία Χατζόγλου:
Αληθεύει ότι το βιβλίο σας, διδάσκεται ήδη στην έδρα της ελληνικής φιλολογίας στην Ισπανία;
Μ.Χ. Βλέπω ότι τα νέα μεταφέρονται πολύ γρήγορα! Ναι, είναι αλήθεια. Κίνησε το ενδιαφέρον των φοιτητών όταν διδάχθηκε το πρώτο κεφάλαιό του στο πλαίσιο του μαθήματος ελληνικής φιλολογίας στην Γρανάδα της Ισπανίας και καθιερώθηκε. Ήδη μεταφράζεται στα ισπανικά.
Τι σας ώθησε στην συγγραφή;
Μ.Χ. Φαντάζομαι -αν όχι όλα- τα περισσότερα πράγματα που μας διέπουν, προέρχονται από την παιδική μας ηλικία. Μεγάλωσα κοντά στην πλούσια φύση της Μυτιλήνης, ανάμεσα σε ωραίους ανθρώπους, ανάμεσα σε ωραία παλαιά σπίτια, που κουβαλούσαν απόηχους από ζωές κι ιστορίες. Τις άκουγα αυτές τις ιστορίες από το στόμα της προγιαγιάς μου, των φιλενάδων της, όταν μαζεύονταν τα απογευματάκια στο σπίτι της. Γνώρισα την κουλτούρα των ανθρώπων εκείνης της εποχής, μέσα από το ιστορίες που αχόρταγα άκουγα τόσο συχνά και έδενα απόψεις για τα πράγματα και τις σχέσεις αιτίας κι αιτιατού. Έπειτα διάβαζα από πολύ μικρή βιβλία. Το διάβασμα μου άρεσε από μικρή.
Τι είδους βιβλία διαβάζατε;
Μ.Χ. Ίσως θα σας εκπλήξω, αλλά τα βιβλία που διάβαζα δεν ήταν καθόλου παιδικά. Ούτε καν του Ιουλίου Βερν! Προσπαθούσα μέσα από τα βιβλία να μάθω τα μυστήρια του κόσμου, του ορατού και του αόρατου.
Υπήρξε κάποιος άνθρωπος ή κάποιο καθοριστικό γεγονός που συντέλεσε σ’ αυτήν την επιλογή βιβλίων;
Μ.Χ. Ναι. Έχετε δίκιο να θέτετε τέτοιο ερώτημα. Στα δύο μου χρόνια πέθανε η αδελφή μου. Μόλις είχε κλείσει το ένα έτος της ζωής της, λίγες μέρες μετά τα γενέθλιά της. Έτσι προσπαθούσα από τότε να απαντήσω στο ερώτημα «που πάει η ψυχή». Οι δικοί μου έκρυβαν από μένα το θάνατό της, ακόμη και μετά από μέρες. Αυτό μέσα μου με θύμωνε. Γιατί μου το έκρυβαν; Ο θάνατος ήταν μια φυσική κατάσταση.
Σαν παιδί έτσι πιστεύατε;
Ένα παιδί είναι tabula rasa. Δεν πιστεύει. Καταγράφει τη ζωή μέσα από τα δικά του μάτια, μέσα από τις εμπειρίες έχει. Έβλεπα στη φύση γύρω μου τον κύκλο της ζωής. Τα φυτά κάποια στιγμή μαραίνονταν και πέθαιναν, το ίδιο και τα ζώα. Οι κηδείες στην επαρχία γίνονταν με περισσή φροντίδα. Έπλεναν τον νεκρό, τον ομόρφυναν, τον ξαγρυπνούσαν. Από την στιγμή που τον ξέβγαζαν από το σπίτι μέχρι το νεκροταφείο το φέρετρο διένυε χιλιόμετρα στα χέρια των ανθρώπων, σαν να γινόταν λιτανεία. Σαν να έλεγαν μ’ όλη τη διαδικασία των νεκρώσιμων εθίμων, δείτε πόσο φυσικό πράγμα είναι ο θάνατος. Συμβαίνει καθημερινά, είναι μια φυσική κατάσταση του σώματος. Κι όλοι μιλούσαν για την ψυχή. Με πανάρχαιες δοξασίες, με μισόλογα κι αντιφατικά δόγματα. Ήθελα να μάθω. Μέχρι τα 14 μου χρόνια είχα διαβάσει τα πάντα για τις θρησκείες. Τα Ευαγγέλια, το Κοράνι, τις Βέδες, τις Ουπανισάδες, για τη Μασονία… Δεν είχα αφήσει τίποτε από τη Δημοτική Βιβλιοθήκη που να μην το έχω διαβάσει. Μ’ ενδιέφερε κάθε προσέγγιση πάνω στο θέμα του Θεού και της ψυχής. Διάβασα αρχαίους έλληνες, ξένους διανοητές, δαρβινιστές, αθεϊστές… Αργότερα με τράβηξε ως στάση ζωής η φιλοσοφία, ασχολήθηκα με την ψυχολογία του ατόμου. Μ’ ενδιέφερε η αρχή του παντός γι’ αυτό ανέτρεξα ακόμη και στην παλαιοντολογία, την ιστορία.
Καταλαβαίνω ότι τα βιώματα και τα διαβάσματα σας ετοίμασαν να γράψετε αυτό το βιβλίο. Έτσι είναι;
Μ.Χ Ναι. Φαντάζομαι έτσι γίνεται πάντα. Το βιβλίο αυτό έχει γραφτεί πριν από 10 χρόνια περίπου. Απλώς τώρα με ενθάρρυναν και το εξέδωσα.
Ο Γρηγόρης Βαλτινός ήταν ανάμεσα στους ανθρώπους που σας προέτρεψαν να το εκδώσετε;
Μ.Χ. Ναι, ήταν κι αυτός ένας από τους ανθρώπους που όταν διάβασε το έργο, το αγάπησε και με ενθάρρυνε να το εκδώσω σύντομα.
Δεσμεύτηκε μάλιστα δημόσια να το διασκευάσει σε θεατρικό έργο και να ενσαρκώσει τον Γιωργή. Τον κεντρικό χαρακτήρα του βιβλίου. Το βιβλίο αυτό είναι το πρώτο που γράψατε;
Μ.Χ. Όχι είναι το τρίτο. Τ’ άλλα κοιμούνται ακόμα στα συρτάρια μου και κάποια στιγμή, ίσως αποφασίσω να τα ξυπνήσω για να δουν κι αυτά το φως της ζωής με μια έκδοση.
Πρωτίστως το βιβλίο αυτό είναι μια δυνατή ιστορία αγάπης που βιώνεται και πέραν το θάνατο. Είναι η αγάπη κεντρικό μήνυμα του βιβλίου;
Μ.Χ. Φυσικά! Η αγάπη είναι το κέντρο του βιβλίου. Η καρδιά του! Και γύρω απ’ αυτήν την ψίχα περιπλέκεται όλος ο μύθος και οι χαρακτήρες του έργου. Επίσης αυτό που θέλω να τονίσω είναι ο ρόλος των μοιραίων ανθρώπων στη ζωή μας. Αυτοί που με θετικό ή αρνητικό πρόσημο, μας πάνε σε ωραίες αναζητήσεις ή μας κάνουν να χάσουμε το δικό μας δρόμο και να σκουντουφλάμε στ’ αδιέξοδα της ζωής των άλλων. Οι καλές συναντήσεις μας εξυψώνουν ψυχικά και διανοητικά. Μας εξελίσσουν σε ανώτερα πλάσματα, πέρα από συμβατότητες. Μας βοηθούν να βρούμε ένα αληθινό νόημα στη δική μας ζωή. Οι κακές, απλώς απορροφούν την ενέργειά μας και μας τελματώνουν.
Υπάρχουν αναφορές στο βιβλίου σας, βασίζονται σε αληθινές ιστορίες;
Μ.Χ. Το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται σε χρόνο απόλυτα πραγματικό ιστορικά, πολιτιστικά και ηθογραφικά. Οι χαρακτήρες, ο έρωτας και οι ανθρώπινες σχέσεις είναι κι αυτές μία πραγματικότητα. Τα συγκεκριμένα όμως πρόσωπα και οι καταστάσεις που περιγράφονται μέσα στο βιβλίο, αποτελούν μυθοπλασία που εξυπηρετούν τις ιδέες μου. Πιστεύω στην ύπαρξη της ψυχής και αυτήν την πίστη μου, την καταγράφω με τη μυθοπλασία. Η παραβολική μορφή των ιστοριών πάντα με γοήτευε. Ελπίζω να γοητεύει και τους αναγνώστες του…
Κάποιοι χαρακτήρες φαντάζουν πολύ αληθινοί. Πώς δημιουργήθηκε η ιστορία που εκτυλίσσεται στο Ορατών τε και Αοράτων;
Μ.Χ. Πιστεύω πως η ζωή υπερβαίνει τη λογοτεχνία. Ο συγγραφέας έρχεται να περιγράψει ό, τι έχει φωτογραφίσει με τα μάτια της ψυχής του. Ό, τι έχει κατανοήσει απ’ τη ζωή του, απ’ τις εμπειρίες του, τα διαβάσματά του, τα ακούσματά του. Τις ιδεοληψίες του -αν θέλετε- τις δικές του και των άλλων γύρω του. Σαν τον σκηνοθέτη ο συγγραφέας έχει μελετήσει τους χαρακτήρες και το φόντο του τόπου και της εποχής. Τους τοποθετεί προσεκτικά στα χαρτιά του και ξετυλίγει την εσωτερική ιστορία τους μέσα απ’ την δική του οπτική και πρόθεση.
Το βιβλίο σας μιλάει για την Μικρασιατική καταστροφή, πιστεύετε ότι υπάρχουν ακόμα μνήμες από κείνα τα χρόνια;
Μ.Χ. Οι μνήμες μεταφέρονται από γενιά σε γενιά κυρίως μέσα από τον προφορικό λόγο, γιατί αυτός κυρίως μεταφέρει το φορτίο των συναισθημάτων και του λυγμού. Το γραπτό συνήθως καταγράφει γεγονότα και προσπαθεί μια προσομοίωση. Εγώ και χιλιάδες άλλοι Έλληνες ακούσαμε από τους ίδιους τους πρόσφυγες και τα παιδιά τους τις ιστορίες τους. Πονέσαμε με τις ιστορίες αυτές κι αυτόν τον πόνο της απώλειας τον περιγράφω όχι μόνο με την καταστροφή της Σμύρνης που βίωσε ο κεντρικός ήρωάς μου, ο Γιωργής, αλλά και ο μέντοράς του ο μεγαλοαστός Ίωνας, που βίωσε την επανάσταση των μπολσεβίκων στη Ρωσία το ‘17. Για να κατανοήσεις την δυναμική της απώλειας του άλλου, πρέπει κάποιο, σοβαρό, είδος απώλειας να το έχεις βιώσει κι εσύ ο ίδιος. Ναι, μνήμες ευτυχώς ακόμη υπάρχουν, για να φωτίζεται τουλάχιστον η πρόσφατη ιστορία και να μαθαίνουμε απ’ τα λάθη μας. Γιατί συμβαίνει παρακάτω, οι επόμενες γενιές να βιώνουν ξανά παρόμοιες καταστάσεις.
Σημαντικό ρόλο στο βιβλίο παίζει ο έρωτας και η γυναίκα. Λέχθηκε ότι το Ορατών τα και Αοράτων είναι ύμνος προς τον έρωτα και τη γυναίκα.
Μ.Χ. Ε, ναι! Η γυναίκα είναι η μήτρα της ζωής. Σύμβολο της γονιμότητας, κάθε θηλυκής έννοιας. Η θεότητα της ομορφιάς και του έρωτα είχε γυναικεία μορφή της Αφροδίτης. Του γάμου και της οικογένειας η Ήρα και η Εστία. Της γονιμότητας η Δήμητρα. Η μάνα είναι σύμβολο ακατάλυτου σεβασμού κάθε θρησκείας.
Υπάρχει έντονο και το μεταφυσικό στοιχείο στο βιβλίο σας.
Μ.Χ. Φυσικά, αφού μιλάει κυρίως για την αθανασία της ψυχής. Τόλμησα αυτό το κράμα μεταφυσικής και λογοτεχνίας ελπίζοντας ο αναγνώστης να συλλάβει μέσα από την λογοτεχνική προσέγγιση το νόημα που φέρουν οι περιπέτειές της ψυχής του κεντρικού ήρωα του Γιωργή στον μετά-θάνατο άχρονο κι άτοπο κόσμο. Έτσι ανάλογη με την καλή ποιότητά της ψυχής του -παρ’ όλους τους πειρασμούς που συναντά- οδηγείται στην κάθαρση από την δύναμη της αγνής απέθαντης αγάπης που βίωσε.