Γράφει ο Σαράντος Σταυρινός
«Καλωσήρθατε στη Μητρόπολη, την πόλη μου. Πληθυσμός περίπου τριάντα εκατομμύρια…….Όταν λέω το μαγικό όνομα Μητρόπολη είναι σαν να συνδυάζω την επιβλητικότητα του ουρανοξύστη του Εμπάιρ Στέιτ Μπίλντινγκ με την κομψότητα του Ταζ Μαχάλ, την αίγλη του Πύργου του Άιφελ και το αιώνιο μυστήριο της Σφίγγας της Αιγύπτου. Μητρόπολη – η Νέα Βαβέλ, αρχιτεκτονικό αριστούργημα μονολιθικής μεγαλοπρέπειας……».
Η εισαγωγή του μυθιστορήματος της Τέα Φον Χάρμπου «Μetropolis», που για πρώτη φορά κυκλοφόρησε μεταφρασμένο στα ελληνικά, μέσα στο 2017, από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια, μάς βάζει αμέσως στο κλίμα ενός κόσμου φουτουριστικού, γοητευτικού και ιδιαίτερα συναρπαστικού για την εποχή που γράφτηκε το μυθιστόρημα, στα μέσα της δεκαετίας του 1920. Οι ιδέες της Φον Χάρμπου στην περιγραφή του κόσμου στον οποίο αναφέρεται είναι πραγματικά μαγικές έως προφητικές, με τον ταξικό διαχωρισμό ευδιάκριτο ανάμεσα στους αριστοκράτες που κυβερνούν, του εργάτες που δουλεύουν και τους τεχνοκράτες που διασφαλίζουν την ομαλή λειτουργία του συστήματος. Όλα αυτά, ωστόσο, ίσως να μην είχαν την ίδια απήχηση στο ευρύ κοινό αν δεν είχαν αποτυπωθεί με μοναδικό τρόπο στην ταινία-σταθμό του γερμανικού εξπρεσιονισμού «Metropolis» που σκηνοθέτησε ο σπουδαίος Αυστριακός σκηνοθέτης Φριτς Λανγκ, σύζυγος την εποχή εκείνη της Φον Χάρμπου, στο ομώνυμο βιβλίο της οποίας βασίστηκε το σενάριο της ταινίας.1 Με τον φουτουριστικό κόσμο που κατέγραψαν οι Λανγκ-Χάρμπου στη «Μητρόπολη», προέβλεψαν μια «δυστοπική» μελλοντική κοινωνία απόλυτα ταξικά διαχωρισμένη και υπό διαρκή επιτήρηση που βρήκε κι άλλους μιμητές στη συνέχεια, όπως τον Αldous Ηuxley με τον «Θαυμαστό καινούριο κόσμο» και τον George Orwell με το «1984».
Η «Μητρόπολη» του Φριτς Λανγκ, που γιόρτασε τη χρονιά που μας πέρασε την 90η επέτειο από την πρώτη προβολή της, ένα εξπρεσιονιστικό, πρωτοποριακό αριστούργημα επιστημονικής φαντασίας με πολιτικές προεκτάσεις, αποτελεί μία μυθική δημιουργία-ορόσημο του παγκόσμιου κινηματογράφου, τόσο του ασπρόμαυρου βωβού όσο και των ταινιών επιστημονικής φαντασίας που έχουν γυριστεί έως και σήμερα (Bladerunner, Star Wars, Matrix). Η ταινία προβλήθηκε για πρώτη φορά το 1927 κι ήταν η πιο ακριβή της εποχής της καθώς η παραγωγή της κόστισε 5 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα, χρειάστηκαν δύο χρόνια για να γυριστεί ενώ χρησιμοποιήθηκαν πάνω από 30.000 κομπάρσοι για να ενσαρκώσουν την τάξη των εργατών σε θεαματικές σκηνές που έχουν χαραχτεί στη μνήμη μαζί με τα πρωτοποριακά εφέ και τα σκηνικά της να εντυπωσιάζουν ακόμα και σήμερα. Η ιδιαίτερη αξία της έγκειται, επίσης, στο γεγονός ότι γυρίστηκε σε μια εποχή έντονου καλλιτεχνικού αναβρασμού αγκαλιάζοντας πολλές από τις ιδέες και την αισθητική των ρευμάτων της εποχής – από τον γερμανικό εξπρεσιονισμό έως τον μοντερνισμό της Αrt Decaux και του Bauhaus – δημιουργώντας ένα εξαίσιο και εκκεντρικό εικαστικό αποτέλεσμα έντονων εξπρεσιονιστικών εικόνων, οι οποίες μετέτρεψαν την ταινία σε μια διαχρονική πηγή έμπνευσης που επηρέασε διαχρονικά τόσο την κινηματογραφική όσο και την παγκόσμια καλλιτεχνική κοινότητα. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Φριτς Λανγκ, η ιδέα της «Μητρόπολης» γεννήθηκε από την επίσκεψή του το 1924 στην Νέα Υόρκη και τις εντυπώσεις του όταν πρωτοαντίκρισε τους ουρανοξύστες της ενώ η αθάνατη ατάκα για την καρδιά που πρέπει να μεσολαβήσει ανάμεσα στο μυαλό και τα χέρια ανήκε στη σύζυγό του, η οποία έγραψε το σενάριο. Η ταινία υπήρξε, επίσης, μια από τις αγαπημένες του Αδόλφου Χίτλερ και των ομοϊδεατών του παρ΄ ότι η άνοδος του τελευταίου στην εξουσία ανάγκασε τον Λανγκ να εγκαταλείψει τη χώρα του για τις ΗΠΑ.
Πέρα από την καλλιτεχνική της αξία, η «Μητρόπολη» αποτελεί ταυτόχρονα κι ένα μήνυμα από την εποχή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, που ακόμα ακούγεται επίκαιρο: δικαιοσύνη, ισότητα, όχι εκμετάλλευση του ενός από τον άλλο, που μέσα από την ταινία του Φριτς Λανγκ, παίρνει ταξική μορφή, με έντονα τα ταξικά στοιχεία της ανισότητας και της καταπίεσης ανάμεσα στους αστούς και τους εργάτες, με το άτομο να θεωρείται απλά ένα γρανάζι μιας καλοκουρδισμένης μηχανής μέσα σε έναν ασφυκτικό τρόπο παραγωγής. Εδώ, δεν πρέπει να ξεχνάμε και το ιδεολογικό υπόβαθρο του γερμανικού εξπρεσιονισμού σε μια Γερμανία που βγαίνει από έναν πόλεμο ηττημένη και διαλυμένη, ηθικά κι οικονομικά, καθώς πέραν των άλλων, καλείται να πληρώσει βαρύτατες πολεμικές αποζημιώσεις. Επιπλέον, μέσο της ταινίας θίγονται θέματα όπως ο γιγαντισμός των αστικών κέντρων και τον πόλεων, η βιομηχανοποίηση και η μαζική παραγωγή καθώς κι η επερχόμενη εμφάνιση του ναζισμού. Αξίζει, τέλος, να σημειώσουμε ότι η «Μητρόπολη» αποτελεί την πρώτη ταινία που συμπεριελήφθη στα έργα Παγκόσμιας Μνήμης της UNESCO, τα οποία καταγράφουν την ιστορία της ανθρωπότητας με σκοπό τη διάδοση και τη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς και της διαφορετικότητας.
Το θέμα της, μια απολυταρχική, φουτουριστική κοινωνία σε ένα «δυστοπικό» μέλλον, υπό καθεστώς απόλυτης καταπίεσης των εργαζομένων, όπου οι εργάτες ζούνε στα κατώτερα επίπεδα της ενώ οι πλούσιοι περνούν μια ξένοιαστη ζωή στα ανώτερα, παραμένει πάντα επίκαιρο και συμβολικό. Στο μέλλον, η πόλη «Μητρόπολη» είναι το στολίδι του σύγχρονου κόσμου. Παράδειγμα υψηλής τεχνολογίας, στολίδι της πιο μοντέρνας αρχιτεκτονικής, με εντυπωσιακά πανύψηλα κτήρια, εναέρια κυκλοφορία, όπου η διασκέδαση και ο πλούτος, βρίσκονται σε αφθονία. Ένας εξελιγμένος παράδεισος που όμως απολαμβάνουν οι λίγοι, οι αστοί. Αυτή η φαινομενικά πανέμορφη ουτοπία όμως δεν κινείται μόνη της. Είναι ένας καλο-λαδωμένος μηχανισμός, που λειτουργεί νύχτα-μέρα από τον εξαντλητικό κόπο και μόχθο των εργατών. Στα έγκατα της γης, κάτω από την πόλη με την έντονη ζωή, βρίσκονται στρατιές εργατών που ζουν και χειρίζονται τις μηχανές, ώστε όλα να λειτουργούν ρολόι στην επιφάνεια της γης. Κάθε μέρα, οι εργάτες εξουθενωμένοι από την σκληρή δουλειά επιστρέφουν στα ταπεινά σπίτια τους και στις οικογένειές τους, μόνο και μόνο για να ξεκινήσει η επόμενη βάρδια με άλλους εργάτες. Όμως, αυτή η κατάσταση, με τους αστούς να χαίρονται τη ζωή που τους προσφέρει ο μόχθος των εργατών, σύντομα θα αλλάξει, όταν ο γιος του Κυβερνήτη της Μητρόπολης, που ζει μια ξένοιαστη ζωή γεμάτη γλέντια και διασκέδαση, θα γνωρίζει κατά τύχη την όμορφη Μαρία, κόρη ενός εργάτη. Ο Φρέντερ ερωτεύεται κεραυνοβόλα την αγνή Μαρία2 και θα την ακολουθήσει στην πόλη των εργατών για να ανακαλύψει συγκλονισμένος ότι η δική του ευτυχία στηρίζεται στον κόπο ενός ολόκληρου κόσμου, που δεν γνώριζε καν ότι υπάρχει.
Όταν ο κυβερνήτης μαθαίνει ότι ο γιος του θέλει να φέρει δικαιοσύνη, αποφασίζει να δώσει ένα μάθημα στους εργάτες, για να μην τολμήσουν να σηκώσουν κεφάλι. Συναντά, λοιπόν έναν μισότρελο επιστήμονα και του δίνει εντολή να δώσει τη μορφή της Μαρίας σε ένα ρομπότ που έχει φτιάξει. Το ρομπότ θα παρασύρει τους εργάτες σε απερίσκεπτες πράξεις που θα πληρώσουν με το αίμα τους. Μόλις οι συνέπειες των καταστρεπτικών πράξεων της ψεύτικης Μαρίας αρχίσουν να φαίνονται, η «Μητρόπολη», πάνω και κάτω από τη γη, δεν θα είναι ποτέ πια η ίδια. Αν και απλοϊκά διατυπωμένη σε αρκετά σημεία της, η «Μητρόπολη» του Φριτς Λανγκ καταφέρνει να αναδείξει πέραν της εικαστικής της αρτιότητας κι ένα πανίσχυρο νοηματικό πυρήνα διαχρονικών συμβολισμών. Ωστόσο, η ταινία δεν έτυχε της ίδιας υποδοχής στην εποχή της καθώς ενώ από τη μία εντυπωσίασε με την εικαστική της ομορφιά και τα περίπλοκα – εντυπωσιακά ειδικά εφέ της από την άλλη όμως ξένισε κοινό και κριτικούς με τη μεγάλη διάρκεια και το πολύπλοκο σενάριό της. Επιπλέον, κατηγορήθηκε για κομμουνιστική προπαγάνδα καθώς αποτελεί μια σφοδρή κριτική στον αυταρχισμό της εξουσίας και στην άνευ όρων ανάπτυξη με θύματα τον κόσμο της εργασίας, καλώντας έμμεσα τους καταπιεσμένους αυτού του κόσμου σε μαζικό ξεσηκωμό. Οι αλλαγές στο μοντάζ, στις οποίες προχώρησε ο Λανγκ, εμπορικοί λόγοι αλλά και οι πολιτικές εξελίξεις στη Γερμανία με την άνοδο των ναζιστών είχαν ως αποτέλεσμα να κοπούν σημαντικές σκηνές από στην ταινία, με αποτέλεσμα να γίνει περισσότερο δυσνόητη ενώ κάποια τμήματά της φάνηκε να χάνονται για πάντα.
Τα τελευταία 40 χρόνια έγιναν αρκετές προσπάθειες για την αποκατάσταση της ταινίας με πρώτη αξιόλογη αυτή του διάσημου συνθέτη και μουσικού παραγωγού των 70ς και 80ς Giorgio Moroder, το 1984.3 Η προσπάθεια, συνολικής διάρκειας 83 λεπτών, περιελάμβανε κάποιες χαμένες σκηνές, επιπρόσθετα οπτικά εφέ, έναν ελαφρύ επιχρωματισμό κι ένα ολοκαίνουριο σάουντρακ, αντί του αυθεντικού μουσικού θέματος, με διάσημους ροκ καλλιτέχνες της εποχής όπως τον Freddie Mercury των Queen, Pat Benatar, Bonnie Tyler, Loverboy κ.α. Παρά την μέτρια εμπορική επιτυχία της, η εκδοχή αυτή της «Μητρόπολης» στάθηκε η αφορμή ώστε αρκετοί ειδικοί να αναζητήσουν και να ανακαλύψουν τμήματα της ταινίας που μέχρι τότε θεωρούνταν χαμένα, σε διάφορα κινηματογραφικά μουσεία και αρχεία σινεφίλ σε όλο τον κόσμο. Έτσι το 2002, σε συνεργασία με το Ίδρυμα F.W. Murnau, η Kino International κυκλοφόρησε μια ψηφιακά αποκαταστημένη εκδοχή της ταινίας συνολικής διάρκειας 118 λεπτών! Στην έκδοση αυτή περιλαμβάνονταν πρόσθετες σκηνές που είχαν καθαριστεί κι αποκατασταθεί ψηφιακά καθώς και το αυθεντικό μουσικό θέμα της ταινίας! Το αυθεντικό μουσικό θέμα της ταινίας για μεγάλη ορχήστρα, το οποίο επαναηχογραφήθηκε για τις ανάγκες της έκδοσης της ταινίας σε DVD, είχε συνθέσει ο Gottfried Huppertz, με επιρροές από έργα των Richard Wagner και Richard Strauss. Ωστόσο, η μεγαλύτερη ανακάλυψη έγινε το καλοκαίρι του 2008 όταν ειδικοί κινηματογραφικών ταινιών στο Βερολίνο ανακοίνωσαν την ανακάλυψη μίας κόπιας, από την αυθεντική ταινία, που είχε βρεθεί τυχαία στα αρχεία του Κινηματογραφικού Μουσείου του Μπουένος Άιρες στην Αργεντινή.
Με το χαμένο αυτό ημίωρο, για πρώτη φορά μετά το 1927, η κόπια ήταν πλέον πλήρης, όπως την είχε μοντάρει αρχικά ο Λανγκ, πριν την πετσοκόψουν οι Γερμανοί και η Paramount, μετά την απογοητευτική εισπρακτική πορεία των πρώτων εβδομάδων προβολής της στην Ευρώπη κι αργότερα στην Αμερική. Ύστερα από μια μεγάλη διαδικασία αποκατάστασης, το αρχικό φιλμ είχε πλέον κατά 95% αποκατασταθεί και τον Φεβρουάριο του 2010, κάτι περισσότερο από 80 χρόνια μετά την πρεμιέρα της ταινίας στο Βερολίνο, αυτό το μνημείο του γερμανικού εξπρεσιονισμού επανήρθε στην οθόνη στη μορφή που την είχε φανταστεί και πρωτοπαρουσιάσει ο δημιουργός της. Η προβολή της ταινίας, στο πλαίσιο του επετειακού 60ού κινηματογραφικού Φεστιβάλ του Βερολίνου (12- 21 Φεβρουαρίου), με «ζωντανή» υπόκρουση από τη Συμφωνική Ορχήστρα του Βερολίνου, υπήρξε ένα από τα κορυφαία χάπενινγκ της διοργάνωσης. Ήταν όντως ένα μεγάλο γεγονός διότι επί δεκαετίες ολόκληρες σκηνές της εμβληματικής αυτής ταινίας θεωρούνταν χαμένες. Αυτή η νέα πλέον ολοκληρωμένη αποκατάσταση της «Μητρόπολης», συνολικής διάρκειας 150 λεπτών, κυκλοφορεί από το 2010 σε DVD και Blu–Ray, από την Kino Video, υπό τον τίτλο “The Complete Metropolis”. Το 2017, σηματοδότησε την 90η επέτειο από την πρώτη προβολή της ταινίας ενώ μόνο στην Αγγλία, το διάστημα μεταξύ Σεπτεμβρίου-Οκτωβρίου, προβλήθηκε σε περισσότερες από 50 κινηματογραφικές αίθουσες.
1Η Τέα Φον Χάρμπου, η βαυαρή συγγραφέας υπήρξε συνεργάτρια πολλών σπουδαίων σκηνοθετών του βωβού κινηματογράφου και ολοκλήρωσε αρκετές ταινίες με τον Φριτς Λανγκ, τον οποίο παντρεύτηκε το 1922. Η σχέση τους διεκόπη με την επικράτηση του ναζισμού το 1933. Ο Λανγκ έφυγε για την Αμερική αλλά η φον Χάρμπου έμεινε στη Γερμανία και το γεγονός ότι εξακολούθησε να δουλεύει για τον γερμανικό κινηματογράφο σήμανε την ταύτισή της με το καθεστώς. Μετά τη λήξη του πολέμου, οι βρετανικές αρχές την υποχρέωσαν σε καταναγκαστική εργασία. Το 1959, πέντε χρόνια μετά τον ξαφνικό θάνατό της, ο Φριτς Λανγκ μετέφερε στο σινεμά τα μυθιστορήματά της «Ο τίγρης του Εσναπούρ» και «Ο τάφος του Ινδού». Ήταν οι τελευταίες ταινίες της ζωής του.
2 Η Μαρία, είναι μια μεσσιανική φιγούρα που θα γίνει ο διαμεσολαβητής ανάμεσα στο κεφάλι και την καρδιά, ανάμεσα στα αφεντικά και τους εργάτες.
3 Ο ιταλικής καταγωγής μουσικοσυνθέτης και μουσικός παραγωγός Giorgio Moroder, έχει «υπογράψει» μερικά από τα πιο εμπορικά κι επιτυχημένα σάουντρακς όλων των εποχών, όπως το “Midnight Express” 1978, “Αmerican Gigolo” 1980, “Cat People” 1982, “Flashdance” 1983, “Metropolis” 1984, “Top Gun” 1986 κ.α.