Γεννήθηκε το 1933 στη Μυτιλήνη, όπου ζει. Σπούδασε Φιλολογία και υπηρέτησε την δημόσια εκπαίδευση από τις θέσεις του φιλολόγου, του Γυμνασιάρχη, του Προϊσταμένου Εκπαίδευσης και του Σχολικού Συμβούλου. Ασχολήθηκε με την ιστορία, τη λαογραφία, την κριτική. Διετέλεσε Πρόεδρος της ΕΛΜΕ Λέσβου-Λήμνου, Υπεύθυνος Αμνηστίας Μυτιλήνης, Πρόεδρος της Εταιρίας Αιολικών Μελετών. Έγραψε άρθρα, μελέτες και διάφορα βιβλία. O κύριος Παναγιώτης Παρασκευαΐδης μας μιλάει για την ιστορία της Λέσβου, τη λεσβιακή Άνοιξη, τους πρόσφυγες τότε και σήμερα αλλά και για τη σχέση μας με την Τουρκία και τους…εαυτούς μας.
“Η Μυτιλήνη κατά μία αρχαία μαρτυρία κατοικήθηκε 100 περίπου χρόνια μετά την άλωση της Τροίας και έγινε κανονική πόλη κοντά στο 1000 π.Χ ενώ ακόμη πιο αρχαία πόλη ήταν η Θερμή. Άλλαξε πολλούς αφέντες αλλά οι κάτοικοι εξακολούθησαν να είναι Έλληνες. Για να δημιουργήσει έναν τόσο αξιόλογο πολιτισμό με τη Σαπφώ, τον Πιττακό, έναν από τους επτά Σοφούς της αρχαιότητας, τον Αλκαίο και νωρίτερα τον Αρίωνα σημαίνει ότι προηγήθηκαν κάποιοι αιώνες προετοιμασίας. Και στην Ερεσό και τη Μύθημνα και την Πύρα δημιουργήθηκε ο ακμαιότατος λεσβιακός πολιτισμός που άφησε μεγάλα έργα λόγου και τέχνης. Όλη η ιστορία του τόπου είναι γραμμένη στο βόρειο λιμάνι της πόλης που υφίσταται από τον 5ο αιώνα, παρά τον μεγάλο κυματισμό που σημειώνεται από το ανοιχτό πέλαγος έμεινε αλώβητο όπως η Μυτιλήνη.
Είναι αξιοθαύμαστο πως άντεξε τόσες θύελλες. Εκεί γράφτηκε και ένα μεγάλο κομμάτι της ιστορίας της Μυτιλήνης μέσα από το εμπόριο και τις μάχες. Της Μυτιλήνης που πέρασε από τα χέρια των Γενουατών και των Γατελούζων (με τον Φραγκίσκο που πήρε προίκα τη Μυτιλήνη καθώς παντρεύτηκε την αδερφή του αυτοκράτορα του Βυζαντίου )ως το 1462 που περιήλθε στα χέρια του Σουλτάνου υποκύπτοντας στην πανίσχυρη τουρκική και οθωμανική δύναμη. Αλλά ακόμη και ως την απελευθέρωση στις 8 Νοεμβρίου του 1912 όπου ήρθε ο ελληνικός στρατός αλλά και ακολούθως ως την πολιτική της απελευθέρωση παρότι θα μπορούσε να είχε εξαφανιστεί πολιτιστικά η Λέσβος κατάφερε να ανθίσει με τη Λεσβιακή άνοιξη που ξεκίνησε πριν ακόμη και το 1912 , το 1910 και ως και το 1930. Ένα φαινόμενο καλλιτεχνικό που ήρθε μέσα από πολύ δύσκολα χρόνια. Τότε δημιουργήθηκε το ελληνικό κράτος που με τη προσθήκη της Δωδεκανήσου πήρε τη μορφή και την έκταση που έχει σήμερα μέσα από πολλούς αγώνες και αίμα. Τότε δεν υπήρχαν άλλοι τρόπος διαβίωσης όπως είναι για παράδειγμα σήμερα ο τουρισμός έτσι με με σκληρή δουλειά επιβίωσε τούτος ο λαός και έγινε μεγάλος. Επί Τουρκοκρατίας κατάφερε να κρατηθεί η βασική παραγωγή που προέρχονταν από τους ελαιοπαραγωγούς γιατί οι Τούρκοι διοικούσαν με εξυπνάδα και άφηναν κάποιους τομείς να αναπτυχθούν και έτσι το εμπόριο του λαδιού και του σαπουνιού δεν σταμάτησε ποτέ. Ωστόσο ο λαός δε δεχόταν εύκολα εντολές από ξένη διοίκηση και μάλιστα από αλλόθρησκους. Δεν ήμασταν ευτυχισμένοι με τους Τούρκους ούτε όμως γίναμε πολύ ευτυχισμένοι μετά. Έχουμε όμως Δημοκρατία και μπορούμε να επιλέγουμε τους άρχοντες μας.
Όταν ήρθαν οι Έλληνες πρόσφυγες εδώ στη Μυτιλήνη υπήρχε δελτίο θανάτου καθημερινά για το πόσοι πέθαιναν στη Μυτιλήνη από τις κακουχίες. Χιλιάδες Έλληνες ήρθαν και τότε τους περιθάλψαμε και τους ενσωματώσαμε. Κι εκείνοι μέσα σε πολύ λίγα χρόνια δημιούργησαν αυτό που λέμε το ελληνικό θαύμα. Σήμερα κάναμε το ίδιο. Τους δεχτήκαμε με αγάπη και κατανόηση όμως ο αριθμός τους και τα προβλήματα που συνεπάγονται με αυτόν άρχισαν να δημιουργούν μια δυσάρεστη κατάσταση για όλους. Για παράδειγμα στη Μόρια ένα χωριό των 150 κατοίκων που είναι αναγκασμένοι να ζουν δίπλα σε χιλιάδες. Καθημερινά καταγράφονται ληστείες και και παραβατικές δραστηριότητες. Η Λέσβος και η Ελλάδα δεν μπορεί να σηκώσει αυτόν τον όγκο προσφύγων. Είναι ένα θέμα που απασχολεί μεν αλλά λύση δεν βλέπουμε από τη Διεθνή Κοινότητα.
Από πάντα είμαστε υποχρεωμένοι να συζούμε με τους Τούρκους, γιατί η ιστορία και η γεωγραφία μας έφερε τον έναν απέναντι στον άλλο. Δεν θα ρίξω το άδικο σε κανέναν για τις μεταξύ μας σχέσεις όμως πρέπει η Τουρκία να αποδεχτεί την πραγματικότητα και να δώσει το δικαίωμα στην Ελλάδα να ζήσει στην περιοχή που που με πολύ κόπο απέκτησε. Το μέλλον το δικό μας πιστεύω ότι πρέπει να στηριχτεί στη σκληρή δουλειά που μας έφερε εδώ που είμαστε τώρα. Πρέπει να καλλιεργήσουμε πάλι τη γη μας, να γίνουμε ανεξάρτητοι ενεργειακά να εκμεταλλευτούμε τον αέρα και τον ήλιο μας μας και να φτάσουμε πάλι στην κορυφή, όπως παλιά, όπως στην αρχή της κουβέντας μας. Μόνο με σκληρή δουλειά από όλους τούτος ο τόπος θα αναπτυχθεί ξανά”.