Διδάσκοντας δικαιώματα του ανθρώπου: Αυτοσεβασμός και σεβασμός της μνήμης στη σημερινή Ευρώπη.
Πάνος Γρηγορίου, Καθηγητής Διεθνών & Ευρωπαϊκών Θεσμών, Πανεπιστήμιο Αιγαίου και Διευθυντής Κέντρου Ευρωπαϊκής Πληροφόρησης – Europe Direct Βορείου Αιγαίου.
Εδώ και δέκα χρόνια προσπάθησα να «εισάγω» την διδασκαλία των δικαιωμάτων του ανθρώπου σε προγράμματα σπουδών πανεπιστημιακής Σχολής Κοινωνικών Επιστημών. Ανάμεικτα συναισθήματα. Συγκρατώ την ανταπόκριση της πλευράς των φοιτητών. Κάθε βαθμίδας. Συγκινητικά μεγάλη. Αυτή η ανταπόκριση που προκαλεί σκέψεις. Σκέψεις, που παραπέμπουν, δυστυχώς, στην αποδοχή των λόγων σύγκρουσης των δικαιωμάτων του ανθρώπου με τα συστημικά συμφέροντα. Η λειτουργία του συνόλου καταλύει τον ηθικό κανόνα. Επιθυμεί το μίσος και την ανάσχεση της δύναμης αντίστασης, που χτίζει η μνήμη απέναντι στην προσβολή και τον μη σεβασμό του Άλλου. Δυστυχώς, συναντούμε λόγο, γραπτό και προφορικό, που υπερβαίνει τους κοινά αποδεκτούς ηθικούς κανόνες. Και μάλιστα αυτό συνέβη και πρόσφατα. Είναι ίσως μια θρασεία προσπάθεια επιβολής ενός πραγματικού λόγου μίσους, πολλώ δε μάλλον μιας εκδικητικής πρακτικής, που κακώς νοείται ως θαρραλέα αντίσταση στο κακό και στο άδικο. Η προσβολή, του άλλου -ζώντος ή νεκρού- ουδόλως ενδιαφέρει.
Η Αντιγόνη του Σοφοκλή έχει απασχολήσει ποικιλοτρόπως την ανθρώπινη σκέψη. Συγκρατώ όμως και την προσέγγιση της Αντιγόνης από τον Jean Anouilh, που κατατίθεται λίγο πριν από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μιας δύσκολης περιόδου για τον σεβασμό της ατομικής αξιοπρέπειας απέναντι στην δύναμη και την υπεροχή της συλλογικότητας (μάζας). Και τότε, όπως και τώρα, όπως και πάντα μετά από κάθε πανανθρώπινη οδύνη, υπάρχει η ηθική απαίτηση του σεβασμού της απώλειας της ανθρώπινης ζωής.
Την απώλεια δικών μου ανθρώπων την έχω βιώσει, όπως άλλωστε και ο καθένας μας. Δεν θέλω να εκφράσω απόψεις ως ειδικός. Δεν είμαι ειδικός, ούτε προσπαθώ να αυτοαναγορευθώ σε ειδικό. Ένας απλός άνθρωπος, που βίωσα και βιώνω την οδύνη ή προσπαθώ να την μοιραστώ όταν την βιώνει ο διπλανός μου. Σκέφτομαι λοιπόν ότι η διεργασία του πένθους είναι μια εσωτερική μας υπόθεση που στοχεύει στην απο-διάρθρωση της καταθλιπτικής κατάστασης στην οποία περιερχόμαστε μετά από μια απώλεια. Το πένθος αναμφίβολα παραπέμπει στην αγάπη που είχαμε για τον χαμένο άνθρωπο μας. Μπορεί όμως να παραπέμπει και σε ενοχές για την αγάπη, που δεν του είχαμε και προσπαθούμε να την αποκαταστήσουμε μέσω μιας εμμονικής αλλά και εγωιστικής δεύτερης ανάγνωσης μιας σχέσης που δεν υπάρχει πια.
Επομένως, ο σεβασμός και η αγάπη προς τον άλλον καταγράφονται πρώτα με συνέπεια μέσα μας, και στη συνέχεια εξωτερικεύονται.
Η αξία της προσέγγισης του Σοφοκλή δεν έγκειται στην απλή ανάδειξη της σύγκρουσης του καλού με το κακό, της αθωότητας με την ενοχή,. Έγκειται στην έκφραση της βαθιάς αναστάτωσης του ανθρώπινου ψυχισμού όταν βρίσκεται ενώπιον μιας αντιπαράθεσης ηθικών αρχών και πολιτικών θέσεων ως προς την οποία είναι πολύ δύσκολο ένας άνθρωπος -τουλάχιστον ο χαρακτηριζόμενος ως μέσος- να υιοθετήσει μια σαφή θέση. Επομένως, η αξία της στάσης της Αντιγόνης που βρίσκεται; Στη σύγκρουση της με την εξουσία; Ή στο ότι η Αντιγόνη τολμά με τον δικό της τρόπο θέσει ένα βαθύ και διαχρονικά ηθικό πρόβλημα; Τον σεβασμό του άλλου (στην προκειμένη περίπτωση νεκρού).
Είμαστε Έλληνες και τις μεγάλες συλλογικές μας εντάσεις τις ακολούθησε η εμφύλια ρήξη. Την περίοδο του Περικλή ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, την περίοδο του Αλεξάνδρου η σύγκρουση των επιγόνων του, την ελληνική επανάσταση κατά του οθωμανικού ζυγού οι αλλεπάλληλες αδελφικές συγκρούσεις, το έπος του 40 ο τραγικός εμφύλιος.
Εδώ και δεκαετίες αλλά ίσως όχι και τόσο συνεπώς προσπαθούμε να αποτάξουμε τις συνήθειες εκείνες που οδηγούν στην αποσταθεροποίηση μας και που μοιραία συνδέεται με την παραγωγή βίας και εσωτερικού μίσους.
Με αυτά που γράφηκαν πρόσφατα, νομίζω ότι επιτέλους έφθασε η ώρα να κάνουμε έναν απολογισμό του κινδύνου που ελλοχεύει μέσα μας, πριν από τη βία και την καταστροφικότητα, που καθιστούν τις συγκρούσεις -όταν πια εκραγούν- ανεπανόρθωτες. Η διαγραφή της όποιας σχέσης μας με την αποδόμηση του σεβασμού προς τον άλλον ας μην ταυτίζεται αποκλειστικά με την ηθική που προκαλεί την ενοχή ότι απλώς ζούμε αναγκαστικά μαζί με τον άλλο. Είναι πρόκληση να δούμε αυτή την ώρα ως αναδημιουργία των συνθηκών που προσδιορίζουν έναν κοινά αποδεκτό ηθικά κανόνα που υπαγορεύεται από μια δημοκρατία, που ευτυχώς υπάρχει και συνεπώς δεν είναι τίποτε άλλο από μια σύνθεση ζωντανών αντίρροπων συνιστωσών. Είναι ίσως ένας τρόπος, απλές σκέψεις ενός ανθρώπου, για να τύχει της κατάλληλης διαχείρισης ο “εκσυγχρονισμός” της διαχρονικής εκρηκτικότητας της φυλής μας.
Και μένοντας στις δύσκολες σημερινές μας ώρες και στην θλίψη για την απώλεια των δικών μας ανθρώπων, ο λόγος του Γκαίτε είναι -νομίζω- καθοριστικός : πεθαίνουμε δυο φορές, όταν πεθαίνουμε οι ίδιοι και όταν πεθαίνουν εκείνοι που μας γνώρισαν και μας αγάπησαν. Αυτοσεβασμός και σεβασμός στη μνήμη του άλλου.