Σε τόπο μαγικό μεγάλωνε ο Νικόλας.
Επτά “χρονών” γιαβρί έλυνε και έδενε την βάρκα και ήταν άπιαστος στο κουπί και σε άλλα πολλά!!!
Αναθρεμμένος με χάδια και Αγάπη μπόλικη..ωστόσο ένα παράπονο τον έτρωγε έναν χρόνο τώρα …ζητούσε επίμονα να του χαρίσουν ένα “γάδαρο για να παγένει βότα”…!!Τέτοια ήταν η λαχτάρα του ,που μέχρι σε Αγίους έταζε και προσευχόταν.. μα” γάδαρο δεν ήβλεπε”…μέχρι που ένα ανοιξιάτικο μεσημέρι την ώρα που πήγαινε να φτιάξει με τον θείο του χαρταετό με αλευρόκολα, κόβει δρόμο από ένα λαγκάδι για να φτάσει πιο γρήγορα και να το θαύμα!!!!…Δίπλα στους ευκαλύπτους ( περνούσε και ποταμός από το λαγκάδι) ένας πανέμορφος γκρίζος ” γάδαρος” στεκόταν ακίνητος και τον κοίταγε…!!!
Τρελλάθηκε ο Ήρωάς μας….ξέχασε τον αετό και ” διαόλου κάλτσα” όπως ήταν, φέρνει σκοινί, τον δένει στον ευκάλυπτο και αρχίζει να του φέρνει καλούδια ενώ μέσα σε μια εβδομάδα μέχρι φωλιά του είχε ετοιμάσει και όλα αυτά με απόλυτη μυστικότητα!!!!
Όλα πήγαιναν μια χαρά που λέτε..μέχρι την ημέρα που έσκασε μύτη ο ντελάλης του νησιού και έκανε γνωστό ότι “χάθηκε γάδαρος γκρίζος” που ανήκε στον τάδε…
Χρόνο δεν χάνει ο Νικόλας, τρέχει πανικόβλητος στο κατώι της γιαγιάς του που
” φρεσκάριζε” το σπίτι της, βουτάει τον κουβά με την πράσινη λαδομπογιά και πάει ο μπαγάσας και τραβά πέντε βούλες στα πλευρά του “γαδάρου”!!!!!! Εν τω μεταξύ ο ντελάλης συνέχιζε να ψάχνει τον ” γάδαρο” μέχρι που φτάνει και έξω από το σπίτι του Νικόλα..Ατάραχος ο μικρός ανοίγει διάλογο:
—Θείε τι χρώμα “γάδαρο” ψάχνεις;
—Γκρι και θρεμμένο
—Α..γιατί εγώ ήβρα ένανε με πράσινες πιτσίλες και αδύνατο…
—Βρε διάολε!!!! Εμένα περιπαίζεις;- που είναι βρε ο ” γάδαρος” και γάνιασα τρεις
μέρες να τονε ζητώ???
—Μπα; Έτσι τζάμπα θα τονε δεις; “Ένα φράγκο το περίεργο και ύστερα κάτσε
βλέπετόνε ίσιαμε αύριο!!!!
Η μάννα του Νικόλα που περίπου κατάλαβε τι γινόταν, θεώρησε καλό να ειδοποιήσει άμεσα τον ιδιοκτήτη του ζώου…που ευτυχώς σαν καλός Άνθρωπος που ήταν και καταλαβαίνοντας την λαχτάρα του μικρού παιδιού, δεν δημιούργησε πρόβλημα…φρίκαρε όμως βλέποντας τον ” γάδαρό” του με τις πράσινες βούλες στα πλευρά!
—Βρε που κακό Ψώφο να μην έχεις πως μου κατάντησες τον Θανάση..( Θανάση
τον λέγανε τον “γάδαρο”)
—Θείε ο ” γάδαρός” τρώει δυο σίκλες ( κουβάδες) φαΐ την ημέρα…είναι πολυέξοδος….τώρα ετσιδά
πράσινος που είναι….θα τονε δείχνεις και θα ζητάς ” Ένα Φράγκο το Περίεργο” και θα πλουτίσεις ίσιαμε να ξεβάψει…!!!!!
Σάστισε ο Άνθρωπος….συναισθήματα θυμού, θαυμασμού και χαράς συνάμα ,γιατί αγαπούσε τα παιδιά οπότε γρήγορα το τραχύ βλέμμα του σαν και να γλύκανε..
—Βρεσύ να έρχεσαι όποτε θες να βλέπεις τον ” γάδαρο” και άμα μεγαλώσεις κομμάτι θα
στο νε δίνω να πηγαίνεις και βόλτα….
Έτσι και έγινε..μέχρι που μια μέρα καθόταν σκεπτικός ο μικρός μας…ερχόταν βλέπεις Πάσχα και ήθελε να αρχίσει να μαζεύει ” φράγκα” για μπομπάκια…
—Που αρμενίζεις πάλι βρεσύ; ( του λέει η μάννα του)
— Να καλέ μάννα έπιασα κάτι κοκοβιούς με το χαρανί και είναι κόκκινοι,κίτρινοι και
πράσινοι…” Ένα φράγκο το περίεργο να τους δεις”
Τρέχει η μάννα στο κατώι…άφαντα τα τενεκαδάκια με τις μπογιές!!!!
—Τι θα γίνουμε βρε με τα περίεργα που πουλάς???
—Με ένα φράγκο μάννα …τσάμπα τα πουλώ….που να δεις κάτι ριγωτούς λαγούς και
αγελάδα με φουστανάκι…για άντε να δεις που πήγε το κλαρωτό πικεδένιο σου σεντόνι?
Θύμωσε τόσο η Μάννα….
— Σε μια βδομάδα Νικόλα θα ξαναπεράσεις το κατώφλι της πόρτας …είσαι τιμωρία!
—Ε και τα παράθυρα τι τα ‘χουμε βρε μάννα,,θα το πω και της γιαγιάς ,θα το πω και της
Θείας και έτσι αύριο θα ξαναβγώ όξω…!!!
Αφού είδε η Μάννα ότι με το άγριο δεν υπήρχε περίπτωση να πειθαρχήσει ο Νικόλας, ξεκίνησε έναν υπέροχο μονόλογο μέχρι που ο μικρός υποσχέθηκε ” ότι θα προσπαθήσει” να μην πουλά θαύματα!!!!!!!!…Προσπάθησε το παιδάκι….όμως…μια μέρα έρχεται μουσαφίρισσα μια συγγένισσα Αμερικάνα με ..γυαλί πεταλουδέ και μια καπελαδούρα γεμάτη πλαστικά λεμόνια και πορτοκάλια …να κάνει” σορπράιζ”…δεν φτάνει που η μάννα του Νικόλα όντως δεν βρήκε την κλαρωτή καλοκαιρινή κουβέρτα γιατί είχε γίνει….φουστανάκι για την αγελάδα..πάνω στο κέρασμα πετιέται ο Νικόλας και της λέει…
—Καλέ θεία..να φέρω τους φίλους μου να σε δούνε;
“Ένα φράγκο το περίεργο θα τους πω” για να μαζέψω τα φράγκα που χρειάζομαι να πάρω κατιτί που μου χρειάζεται”
( έναν σκύρτο ήθελε να πάρει..)
Η Αμερικάνα…κουλ και καλά βγάζει ένα επιφώνημα από εκείνα τα σαχλοαμερικάνικα…(ξέρετε εκείνα τα ουαααααά) και η Μάνα πήρε απόφαση να εγκαταλείψει πλέον κάθε προσπάθεια ώστε να συνετιστεί ο μικρός της γιος..όμως…..σύντομα και τα άλλα παιδιά του τόπου απέκτησαν την ίδια συνήθεια και την έκαναν παιχνίδι…έπαιζαν ” Ένα Φράγκο το Περίεργο” και γέμιζαν οι μαχαλάδες γέλια και φωνές….
Ναι….με ” Ένα Φράγκο”‘ κάποτε πουλούσες Αθωότητα και αγόραζες Θαύματα…..
Ας ήταν και σήμερα τόσο απλό να ” αγοράσεις” ένα θαύμα….όσο όμως υπάρχουν παιδιά…υπάρχει και Ελπίδα…!