Search

“Παιδιά ενός κατώτερου Θεού”

07:20 στην αγκαλιά τα παίρνουμε, τα μάτια τους ακόμη κλειστά, χασμουριούνται, δεν τεντώνονται μη χάσουν το χουζούρι, στα χέρια μας ακόμη τυλιγμένα, από το κρεβάτι τους στον καναπέ, τα ξανασκεπάζουμε, μη μας κρυώσουν, μη χαλάσει η γαλήνη τους. Στα κορμιά τους, στην ηρεμία τους να καθρεπτίσουμε την δική μας ανάγκη για λίγο ακόμη ύπνο, λίγη αγκαλιά, ένα χάδι και μια γλυκιά κουβέντα. Στην ηλικία τους, κουκουλωμένη έβγαζα το δάχτυλό μου από την κουβέρτα και ζητούσα ένα λεπτό ακόμη ύπνο. Μου το έδινε πάντα η μαμά σε βάρος της, ας έτρεχε εκείνη να προλάβουμε το σχολείο. Μη χάσει το μωρό τον ύπνο. Το μωρό μη χάσει…

Κάπου αλλού δε ξέρω που,  κάποια σηκώνονται μόνα, δεν έχουν πρωινό να ετοιμάσουν. Η μάνα έχει ξεχάσει, μπορεί και να μην ήξερε ποτέ, το χάδι.

Κάπου αλλού, δε ξέρω που,  υπάρχουν παιδιά που εξαναγκάζονται σε εργασία. Βρίσκονται σε εργοτάξια, όρθια κουβαλώντας βάρος δυο φορές πιο μεγάλο από τα ίδια,  σε βιοτεχνίες καθισμένα χαρίζοντας τα ντελικάτα μικρά τους χέρια σε λεπτοδουλειές,  σκυμμένα σε καλλιέργειες κακάου, σε χωματερές απόσυρσης ηλεκτρονικών ειδών, χωμένα σε τρύπες ορυχείων,  σε σπίτια δικά τους ή άλλων ξαπλωμένα, προσφέροντας σεξουαλικές υπηρεσίες σε σε σε ατελείωτο «σε». Ένα «σε» που φωνάζει εσένα να δεις την κόλασή τους μέσα στο δικό σου παράδεισο.

Κάπου αλλού, δε ξέρω που, παιδιά μεγαλώνουν στους δρόμους αστικών τοπίων-η αδικία δεν είναι προνόμιο των αναπτυσσόμενων αλλά και των αναπτυγμένων κόσμων-ξυπόλητα, βρώμικα, γυμνά,  άρρωστα, γκετοποιημένα, απολαμβάνουν βία, βαναυσότητα όπως τα παιδιά μου απολαμβάνουν τα χάδια μου.

Κάπου αλλού δε ξέρω που, αυτά τα παιδιά δεν πάνε σχολείο. Κάπου αλλού δε ξέρω που… παντού. Συμπλήρωσε, είναι μακρύς κατάλογος.

Και κάπου αλλού, που ξέρω πού, οι γονείς μου εξαναγκάστηκαν σε εργασία σε εξαιρετικά μικρή ηλικία. Ο πατέρας μου δούλεψε πρώτη φορά στα 7 του και η μητέρα μου στα 12. Σε εποχή που δεν ήταν ξένο να δουλεύει το παιδί. Η γεωγραφική κινητικότητα εξαιτίας της ανέχειας και της φτώχειας πήρε μαζί της αποσκευές και τις λύσεις που ήταν γραμμένες στην κανονικότητα της εποχής. Τα παιδιά θα συνέχισαν και δούλευαν. Το ξέρεις δε σου είναι ξένο κάπου το ‘χεις δει, κάπου το ‘χεις ακούσει.

Δε ξέρω αν ζεις σε παράδεισο. Αλλά αν είχες την ευκαιρία να ζήσεις σαν παιδί, σίγουρα είχες επιλογή μετά. Και διαπιστώνω με φρίκη πως η δική μας δυνατότητα για επιλογή, μας έδωσε τόση αγωνία να την διατηρήσουμε και να την μετατρέψουμε σε υπεροχή,  ενάντια στην φύση των άλλων παιδιών.

Είμαστε πολλές φορές μακριά, μένουμε αμέτοχοι λέμε, μιας και δε μπορούμε να κάνουμε πολλά. Η αλήθεια είναι πως έχουμε μάθει να πιστεύουμε ότι η λύση είναι η φιλανθρωπία. Θα ταΐσουμε ένα παιδί, θα ντύσουμε ένα άλλο, σώσαμε έτσι την ψυχή μας. Η αλήθεια τη συνείδησή μας σώσαμε κι όχι την ψυχή μας.

Δε μπορώ να σου πω μην αγοράσεις σοκολάτες, δε μπορώ να σου πω μην αγοράσεις κινητό, υπολογιστή, τηλεόραση καινούργια ξανά και ξανά, δε μπορώ να σου πω μην αγοράσεις ρούχα «made in ….from delicate childish hands». Δεν είμαι αρκετά καλή για να είμαι εχθρός του συστήματος. Παλεύω μέσα μου για αλήθειες να ΄χω ανοιχτά μάτια και αυτιά, να διατηρώ την καρδιά ανοιχτή επίσης.

Ξεκίνα πρώτα μαθαίνοντας στο «δικό σου» πως το χάδι ανήκει σ’ όλα τα παιδιά. Μη ξεχάσεις όμως πως δεν πρέπει να του μεταθέσεις την ευθύνη να φτιάξει τον κόσμο που εσύ δεν έφτιαξες. Είναι σαν να το βάζεις να δουλέψει πάλι για κάτι που δεν φτάνει η δική σου δουλειά. Μη του μεταθέσεις το άγχος. Μείνε πιστός στο χάδι και δούλεψε κρυφά και φανερά το χάδι σου να αλλάξει από τώρα τον κόσμο μαζί με τα παιδιά σου, για το δικαίωμα να ζήσουν τα παιδιά όπως τους πρέπει.

Κάπου αλλού, δε ξέρω που, παντού, το μωρό μη χάσει….