Search

«Κάποτε ο σεισμός ήταν ταξικό φαινόμενο»

Παναγιώτης Χατζηδημητρίου –  Καθηγητής Σεισμολογίας

Εκτός από λάτρης της σεισμολογίας,  ο Λέσβιος Παναγιώτης Χατζηδημητρίου  είναι και λάτρης της λεσβιακής γης. Συχνά πυκνά εγκαταλείπει για λίγο την έδρα του στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης κι έρχεται στο αγαπημένο του νησί για να χαρεί τη φύση, τη γαστρονομία του, αλλά και τη συντροφιά αγαπημένων του παιδικών φίλων που κρατάει μέχρι σήμερα επαφή μαζί τους.

Είχαμε την τύχη να συναντήσουμε τον καθηγητή σεισμολογίας και βέβαια του απευθύναμε ερωτήματα σε ότι έχει να κάνει τόσο με τη σεισμικότητα του Ελλαδικού χώρου όσο και του Αιγαίου, που τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει μια σχετικά  έντονη σεισμική δραστηριότητα. Ο ίδιος μας μίλησε για τα ρήγματα του Βορείου Αιγαίου στα οποία αυτή τη περίοδο δεν υπάρχουν ενδείξεις για ανησυχητική δραστηριότητα. Βέβαια, αν και οι σεισμοί δεν μπορούν να θεωρηθούν τυχαία φαινόμενα στο χώρο και στο χρόνο, εντούτοις είναι πολύ δύσκολο να υπολογιστούν οι πιθανότητες γένεσής τους σε μια περιοχή, ιδιαίτερα για σύντομο χρονικό διάστημα.  Ο Παναγιώτης Χατζηδημητρίου από την οδό Τυρνάβου και το πατρικό του σπίτι στο Ακλειδιού, βρέθηκε να σπουδάζει Γεωλογία στη Θεσσαλονίκη. Τότε ήταν που τα ερευνητικά  ενδιαφέροντα του ίδιου αλλά και δύο  φίλων του, τους έσπρωξαν να αναζητήσουν δουλειά στην ομάδα του γνωστού καθηγητή σεισμολογίας Βασίλη Παπαζάχου.  Από κει και πέρα τα πράγματα κύλησαν από μόνα τους και οι σπουδές, οι μετεκπαιδεύσεις, οι δημοσιεύσεις και όλα τα επιστημονικά προγράμματα στα οποία έλαβε μέρος είχαν να κάνουν με τη σεισμολογία.

Για κάποιον που δεν ξέρει, ο σεισμός είναι ένας ύπουλος εχθρός, είναι  ένας βουβός κίνδυνος ο οποίος  δεν ξέρεις  πότε ακριβώς θα χτυπήσει. Γιατί ο σεισμός είναι ένα φυσικό φαινόμενο το οποίο ο άνθρωπος δεν έχει τη δυνατότητα να το αποτρέψει. Σεισμοί θα γίνονται όσο υπάρχει ζωή στη γη, όπως ακριβώς και οι ηφαιστειακές εκρήξεις. Αντίθετα υπάρχουν καταστροφές,    όπως είναι η πυρκαγιά, τις οποίες  μπορεί ο άνθρωπος με συντονισμένα μέτρα να τις αποτρέψει. Λόγω της μακράς ιστορίας της Ελλάδας, υπάρχουν λεπτομερώς καταγεγραμμένες περιγραφές   σεισμών, ακόμα από την αρχαία Ελλάδα, οι οποίες δείχνουν την σεισμική δραστηριότητα  του ευρύτερου ελληνικού χώρου και ο ελληνικός κατάλογος των ιστορικών σεισμών καλύπτει τη μεγαλύτερη χρονική διάρκεια από όλα τα άλλα κράτη (π.χ. Κίνα).  Ο παλαιότερος γνωστός ιστορικός σεισμός είναι αυτός που έγινε στη Σπάρτη το 550 π. Χ. με μέγεθος Μ=6,8 και ο οποίος κατέστρεψε τη πόλη της Σπάρτης.

Ο ίδιος ο καθηγητής, μας  είπε ότι η Ελλάδα είναι μια σεισμογενής περιοχή με τη μεγαλύτερη σεισμικότητα στον ευρασιατικό χώρο και έκτη παγκοσμίως. Για το πρόβλημα  της πρόγνωσης των σεισμών για μικρά χρονικά διαστήματα, όπως ημέρες, εβδομάδες ή και μήνες, επειδή συχνά διαδίδονται τέτοιες φήμες,  μας είπε ότι η επιστήμη αυτή τη στιγμή δεν έχει κανένα τρόπο ή μεθοδολογία για την εκτίμηση αυτή και φαίνεται ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο πρόβλημα. Ο φυσικός λόγος κατά τη γνώμη του είναι ότι η γη έχει το δικό της  χρονόμετρο, δηλαδή άλλος είναι ο «χρόνος» του ανθρώπου και άλλος είναι ο «χρόνος» της γης. Επομένως, χρόνος ημερών ή μηνών που είναι σημαντικός για τον άνθρωπο  είναι απειροελάχιστος σε σχέση με τη Γη η οποία «μετράει» το χρόνο με εκατομμύρια χρόνια. Ο ίδιος χιουμοριστικά μάλιστα μας λέει ότι «κι εγώ όπως κι εσείς θα ήθελα να κοιμάμαι ήσυχος» .

Μπετόν: ένα «δημοκρατικό υλικό»

Κάποτε οι σεισμοί θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν ένα ταξικό φαινόμενο. Από τις σεισμικές δονήσεις  έπεφταν τα σπίτια των φτωχών που δεν είχαν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν ακριβά υλικά και έχτιζαν τα σπίτια τους με πέτρα και λάσπη με συνδετικό υλικό το άχυρο. Τα πράγματα όμως μετά  τη δεκαετία του ‘50  άλλαξαν, αφού εμφανίστηκε ένα υλικό, το μπετόν, που το χρησιμοποίησαν όλοι, ανεξαρτήτου οικονομικής επιφάνειας και το οποίο  χαρακτηρίστηκε -όπως κι εκείνος είπε- ως «δημοκρατικό υλικό», αφού όλοι ήθελαν πλέον να έχουν ένα σπίτι γερό με αντισεισμική προστασία.

Ο κος Χατζηδημητρίου μας εξήγησε  ότι οι σεισμολόγοι παρακολουθούν καθημερινά τη σεισμική δραστηριότητα της Ελλάδας, αλλά και άλλων γειτονικών χωρών, καταγράφουν σε μια βάση δεδομένων εκατοντάδες σεισμούς, άλλους μικρού μεγέθους και άλλους μεγαλύτερου και με βάση τα στοιχεία αυτά μελετούν  το φυσικό φαινόμενο. Αυτό που ο ίδιος εξηγεί για να μην ανησυχεί ο κόσμος σε ότι έχει να κάνει με την υψηλή σεισμικότητα της Ελλάδας, είναι ότι σε ένα σεισμό σκοτώνουν τα κτήρια κι όχι ο ίδιος ο σεισμός. Από κει ξεκινούν όλα και αυτό είναι ίσως ένα από τα πιο σημαντικά σημεία πρόληψης και προστασίας.   Στην Ελλάδα τα κτήρια χτίζονται με βάση ένα αυστηρό αντισεισμικό κανονισμό ο οποίος  βασίζεται σε όλη την υπάρχουσα μέχρι στιγμής επιστημονική γνώση, εκπονείται σε συνεργασία με γεωλόγους, σεισμολόγους, τεχνικούς σεισμολόγους, πολιτικούς μηχανικούς διαφόρων ειδικοτήτων (αντισεισμική μηχανική, σκυρόδεμα, κλπ) και λαμβάνει υπόψην όλες τις παραμέτρους,  ξεκινώντας από τις ζώνες σεισμικής επικινδυνότητας  μέχρι ακόμα και τις τοπικές εδαφικές συνθήκες, δηλαδή τις γεωτεχνικές παραμέτρους  του εδάφους θεμελίωσης της κατασκευής.  Στην Ελλάδα γενικά οι κατασκευές είναι καλής ποιότητας και σε αυτό οφείλεται ότι οι απώλειες  από τους σεισμούς είναι σχετικά μικρές. Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί δεκάδες περιστατικά σεισμών  αλλά και τσουνάμι, τα οποία έχουν μελετηθεί  με προσοχή και για όλα αυτά υπάρχουν επιστημονικά συμπεράσματα τα οποία μας βοηθούν να καταλήγουμε σήμερα στο ότι δεν πρέπει να υπάρχει κινδυνολογία απέναντι σ’ αυτό το φυσικό φαινόμενο. Υπάρχει κίνδυνος από τα τσουνάμι, όμως αυτός είναι σχετικά μικρός.

Όσο για την πιθανότητα  να δημιουργηθεί τσουνάμι από την ενεργοποίηση του ρήγματος του Βορείου Αιγαίου, αυτή είναι μηδαμινή, δεδομένου ότι το ρήγμα αυτό έχει οριζόντια  μετατόπιση και ως εκ τούτου δεν μπορεί να δημιουργήσει τέτοιο κύμα που να θεωρηθεί  επικίνδυνο.

seismografos-5702

Ο καθένας για τον χώρο του

Η επιστημονική δράση του κ. Χατζηδημητρίου χρόνια τώρα έχει βγει  από τα στενά πλαίσια της καταγραφής του φαινομένου. Ο ίδιος μάλιστα έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με τα τσουνάμι που έχουν καταγραφεί στον ελλαδικό χώρο και  για τα οποία μάλιστα ποτέ δεν είχαμε ακούσει μέχρι το φονικό τσουνάμι της Ινδονησίας. Αυτό που μας τόνισε κι ο ίδιος είναι ότι κάθε χώρα  μελετά τα δικά της φαινόμενα. Δηλαδή οι Γιαπωνέζοι μελετούν τη σεισμική δραστηριότητα της Ιαπωνίας,  οι Αμερικανοί της Αμερικής και ούτω καθ’ εξής. Μετά το ’60 οι Αμερικανοί εγκατέστησαν σεισμογράφους σε χώρες επιρροής τους με σκοπό  να βρίσκουν  το επίκεντρο των σεισμών, όχι τόσο για το επιστημονικό ενδιαφέρον τους, αλλά για να μπορούν να εντοπίζουν τις πυρηνικές δοκιμές που γίνονταν από άλλες χώρες.  Αυτό βέβαια έδωσε και τεράστια ώθηση στην επιστήμη της σεισμολογίας αφού έγινε δυνατή η μελέτη της Γης τόσο σε παγκόσμιο επίπεδο όσο και σε τοπικό. Σήμερα, με την ανάπτυξη των εθνικών δικτύων το δίκτυο αυτό δεν είναι απαραίτητο  και μόνο το πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ της Αμερικής είναι το μοναδικό στον κόσμο που μπορεί κατ’ απόκλιση μερικών χιλιομέτρων να βρει το επίκεντρο ενός σεισμού σε όλον τον κόσμο αλλά με μέγεθος μεγαλύτερου των 5 έως 5,5 ρίχτερ.

 

Η πρόληψη στη Λέσβο

Στη Λέσβο λειτουργούν δύο σεισμολογικοί σταθμοί, ένας στο Σίγρι κι ένας στην Αγία Παρασκευή. Βέβαια θα ήταν ευχής έργο, σύμφωνα με τα λεγόμενα του καθηγητή, να τοποθετούνταν και στο νότιο τμήμα του νησιού ακόμα ένας σεισμογράφος προκειμένου να καλυφθεί όλη η περιοχή. Κι επειδή βέβαια οι σεισμοί και τα επίκεντρά τους είναι μέσα στη θάλασσα, είναι πολύ σημαντικό στις νησιωτικές περιοχές στης Ελλάδας να υπάρχουν όσο το δυνατόν περισσότεροι σεισμογράφοι.