Η συζήτηση με τον μυτιληνιό καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου έχει θυμό, εγκάρδια γέλια, συγκίνηση, άρνηση για αναφορές στο παρελθόν του – με μία εξαίρεση μόνο. Ο θυμός αφορά στην περιπέτεια στην οποία μπήκε με τη μήνυση που κατέθεσε η Βασιλική Θάνου, επειδή σε ανάρτηση στο προσωπικό του ιστολόγιο την αποκάλεσε «αφελή» για την αποστολή επιστολής στους συναδέλφους της στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Στο πρώτο κείμενο που έγραψε μετά τη γνωστοποίηση της είδησης, ο Σταύρος Τσακυράκης ανέφερε μεταξύ άλλων πως αυτή η μήνυση είναι τιμή για τον ίδιο.
Τώρα ομολογεί πως ήταν υπερβολική αυτή η διατύπωση. «Ηταν η πρώτη μου αντίδραση. Οχι, δεν αποτελεί τιμή αυτή η μήνυση. Ξέρετε, έχω ασχοληθεί πολύ με την ελευθερία του λόγου, έχω γράψει γι’ αυτήν, έχω πάει σχετικές υποθέσεις στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Αν κάτι γνωρίζω επιστημονικά, αυτό είναι η ελευθερία του λόγου. Κάποια στιγμή θεώρησα πως το να φάω μια μήνυση γι’ αυτόν το λόγο ήταν θέμα μοίρας. Από εκεί και πέρα σας διαβεβαιώ: δεν αισθάνομαι σπουδαίος επειδή μου έκανε μήνυση η Θάνου».
Εμαθε για τη μήνυση όταν του τηλεφώνησαν από την Εισαγγελία, καλώντας τον να πάει για να δώσει εξηγήσεις. Ξαφνιάστηκε. «Οταν πήγα και διάβασα τη μήνυση, νόμιζα ότι κάποιος μου κάνει φάρσα», ομολογεί. «Αποτελεί εξύβριση η λέξη «αφελής»; Μπαίνουμε σε μια διαδικασία αυτολογοκρισίας. Δεν υπάρχει τίποτα που να μπορείτε να πείτε για κάποια μορφή εξουσίας και να μη θεωρηθεί εξύβριση. Από την άλλη, καθώς το θέμα μπήκε στην ημερήσια διάταξη, έπεσε μια βαριά σκιά στην ελευθερία του λόγου. Η προσωπική μου άποψη είναι ότι από όλες τις εξουσίες η δικαστική είναι αυτή που πρέπει να ανέχεται την οξύτερη κριτική. Είναι η πιο ανεξέλεγκτη εξουσία».
Η κυρία Θάνου αναφέρει στη μήνυση ότι θίχτηκε η τιμή και η υπόληψή της. «Δεν με ενδιαφέρει τι κάνει η κυρία Θάνου στη ζωή της, αν διαβάζει ποίηση ή παίζει μπιρίμπα. Τα κρατικά όργανα ουσιαστικά δεν έχουν τιμή και υπόληψη, για να σας το πω υπερβολικά και να γίνω κατανοητός. Οταν ενεργούν ως κρατικά όργανα, δεν παίζει ρόλο η τιμή και η υπόληψη». Σε αυτή τη φάση, η μήνυση βρίσκεται στα χέρια του εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, ο οποίος μελετά αν θα βάλει την υπόθεση στο αρχείο ή θα την παραπέμψει σε δίκη.
Με μικρή φόρτιση, φέροντας το χέρι στην καρδιά, ο Σταύρος Τσακυράκης λέει στο «Κ»: «Αυτό που θέλω, αυτό που ζήτησα είναι να επισπευσθεί η υπόθεση. Πήρε μεγάλη δημοσιότητα. Είμαι καθηγητής πανεπιστημίου και το να είμαι υπόδικος δεν μου είναι ευχάριστο. Ζήτησα και επισήμως να επισπευσθεί η υπόθεση». Τον ρωτώ ποια επιθυμεί να είναι η έκβασή της. «Θα επιθυμούσα να τεθεί στο αρχείο. Αυτή είναι η νομική απάντηση που θεωρώ ότι πρέπει να δοθεί στη μήνυση. Αν όμως δεν τεθεί στο αρχείο, τότε πρέπει να γίνει γρήγορα η δίκη. Οσο πιο γρήγορα γίνεται».
Συζητώντας, αναφερόμαστε στον Μάρκο Αυρήλιο και στη φράση του «αποτυχία στη ζωή είναι η παρέκκλιση από το δίκαιο». Τον ρωτάω τι είναι για τον ίδιο αποτυχία και απαντά ακαριαία: «Το να μη δώσω νόημα στη ζωή. Να μη δώσω αξία. Να μην κάνω τη ζωή άξια βίου. Αυτό είναι για μένα αποτυχία. Αν όμως υποψιάζεσαι, αν κοιτάς τις αποτυχίες της ζωής και αναρωτιέσαι αν τα κατάφερες να δώσεις νόημα, τότε ένα είναι σίγουρο: ναι, τα κατάφερες, έδωσες νόημα στη ζωή σου», λέει χαμογελώντας.
Την ημέρα που τον συνάντησα στο δικηγορικό του γραφείο, στην επικαιρότητα κυριαρχούσαν οι υποκλοπές και η επιστολή του πρωθυπουργού προς τη Λαγκάρντ με την προσφώνηση «Dear Christine». «Δεν πείθουν ο Τσίπρας και η κυβέρνησή του ότι είναι σοβαροί. Ομως και συνολικά είμαστε μια κοινωνία που έχει χάσει τη σοβαρότητά της. Αυτό είναι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματά μας. Το τρολάρισμα έχει γίνει τρόπος επικοινωνίας και συζήτησης», λέει. Ελλειψη σοβαρότητας καταλογίζει και στην αντιπολίτευση, σε όλο το πολιτικό σύστημα.
«Πρέπει να γίνει ριζική αλλαγή του πολιτικού συστήματος. Η Νέα Δημοκρατία έκανε κάποια πρώτα βήματα με την αλλαγή ηγεσίας. Τώρα είναι η ώρα του Κέντρου», λέει. Αποφεύγει να χρησιμοποιήσει τον όρο Κεντροαριστερά, τοποθετεί τον εαυτό του πολιτικά σε αυτό που οι Αμερικάνοι αποκαλούν liberal, «και δεν έχει σχέση αυτό που εδώ λέμε φιλελεύθερος. Στην Αμερική ο liberal είναι σχεδόν κομμουνιστής». Πιστεύει πως τώρα είναι η στιγμή να ενωθούν οι δυνάμεις του Κέντρου, το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι και άλλες κινήσεις.
Για την κίνηση των «58» είχε γράψει πως έχουν λάθος κατασκευής αναφερόμενος σε συντρίμμια του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ. Δεν πιστεύει πλέον πως ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι φέρουν αυτή τη θραυσματική ιδιότητα; «Δίκιο έχετε. Ξέρετε, πριν από δύο χρόνια πίστευα έντονα ότι χρειαζόμαστε κάτι νέο στο χώρο του Κέντρου. Κάτι που θα μπορούσε να δώσει την αίσθηση ότι θέλει να αλλάξει το πολιτικό σύστημα, τον τρόπο του πολιτεύεσθαι. Και αυτό πέτυχε. Εμφανίστηκε ένα κόμμα, το Ποτάμι, και από το πουθενά πήρε ικανοποιητικό ποσοστό. Από εκεί και πέρα, όμως, δεν υπήρχε η αίσθηση ότι έχουμε να κάνουμε με έναν πολιτικό οργανισμό με ουσιαστική συμμετοχή. Θεωρώ ότι ο πολιτικός οργανισμός είναι κάτι συλλογικό και πως ο καθένας, ακόμη και ο απλός ψηφοφόρος, πρέπει να νιώθει ότι συμμετέχει σε κάτι, δεν πάει απλώς να ρίξει την ψήφο του. Ενας τέτοιος οργανισμός θα είχε νόημα. Το Ποτάμι δεν τα κατάφερε».
Τώρα, δηλώνει ένθερμος υπέρμαχος της ιδέας για την επανένωση του κεντρώου χώρου με πρωτοβουλία του Ποταμιού και του ΠΑΣΟΚ. «Δεν πιστεύω ότι οι ιδεολογικές διαφορές τους είναι μεγάλες. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι η κοινότητα των αξιών. Και εδώ δεν έχουμε τέτοιο πρόβλημα. Μπορούν τα δύο κόμματα να ενωθούν. Ευνοώ μάλιστα την εκλογή νέου αρχηγού», λέει ο Σταύρος Τσακυράκης. Ιδανικά, ένας τριανταπεντάρης ή ένας σαραντάρης, εξηγεί. «Ούτε ο Θεοδωράκης ούτε η Γεννηματά, για να λέω τα πράγματα με το όνομά τους. Θα υποστηρίξω έναν νέο αρχηγό», αποσαφηνίζει.
Με μακρά ενεργό δράση στην πολιτική, υπήρξε γραμματέας του Ρήγα, στη δικτατορία φυλακίστηκε και υπέστη βασανιστήρια, στις Ευρωεκλογές του 2014 ήταν υποψήφιος με το Ποτάμι. Αν λοιπόν δημιουργούνταν στο χώρο του Κέντρου η συνθήκη που περιγράφει και εύχεται, θα ήταν έτοιμος να πολιτευτεί ξανά; «Οχι, όχι», λέει κατηγορηματικά. «Αυτό τελείωσε. Είμαι στο τέλος της ζωής και της καριέρας μου. Δεν έχει κανένα νόημα να πολιτευτώ». Κάνει μια παύση και μετά ξανά αναφέρεται στους νέους λέγοντας: «Είναι και θέμα δικαιοσύνης. Οι νέοι πρέπει να αναλάβουν. Εγώ το έκανα μια φορά στις Ευρωεκλογές επειδή ήταν μια περίοδος έκτακτης ανάγκης». Τώρα όμως η συνθήκη αυτή είναι ακόμη πιο επείγουσα. «Κοιτάξτε, ήταν πέραν των δυνάμεών μου αυτό που έκανα. Και θεωρώ τη θέση του καθηγητή σημαντικότερη από τη θέση του βουλευτή. Ως καθηγητής έχω καλύτερο κοινό. Επιλεγμένο κοινό. Δεν μου αρέσει η εξουσία».
Αυτή η τελευταία αποστροφή του περί εξουσίας μού θυμίζει κάτι που είχα διαβάσει: σε μια συζήτηση στο Free Thinking Zone, το 2013, ο Γιώργος Κατρούγκαλος, απευθυνόμενος στον Τσακυράκη και άλλους συνομιλητές, φέρεται να είχε πει: «Από εσάς με ξεχωρίζει το ότι εσείς είστε υπέρ της εξουσίας. Οταν έχουμε άδικο καθεστώς, η αντίσταση πρέπει να παίρνει βίαιη μορφή». Του το επισημαίνω. «Αυτός έγινε υπουργός. Εγώ όχι. Η περίπτωση Κατρούγκαλου είναι ιδιαίτερα προβληματική. Δεν μου αρέσουν οι ad hom επιθέσεις, όμως ο κύριος Κατρούγκαλος είναι παράδειγμα προς αποφυγή στην ακαδημαϊκή κοινότητα. Δεν πηγαίνεις στα κάγκελα μιλώντας για παρασύνταγμα, καταγγέλλοντας τα κατεπείγοντα στη Βουλή, για να πας μετά να συμμετάσχεις σε μια κυβέρνηση με την ίδια πρακτική. Αν το κάνει ένας πολιτικάντης, μπορείς να το ξεπεράσεις, αλλά κάποιος που είναι μέλος της ακαδημαϊκής κοινότητας δεν πρέπει να το κάνει», λέει με κατηγορηματικό τόνο ο Σταύρος Τσακυράκης.
Γεννήθηκε στη Μυτιλήνη, στη Μήθυμνα, όπου πήγε σχολείο έως την πέμπτη δημοτικού. Μετά, με τον αδελφό του ήρθαν στην Αθήνα και συνέχισαν στο Κολλέγιο. Τον ρωτώ πώς αποφάσισε να γίνει δικηγόρος. Γελάει δυνατά. «Αυτό είναι μια αστεία ιστορία. Δεν την ξέρουν παρά μόνο οι φίλοι μου. Ας είναι όμως, θα σας την πω», λέει.
«Μαζί με έναν φίλο μου είχαμε πάει στο Πρακτικό. Οταν τελειώσαμε το σχολείο, εξαιτίας των πολιτικών πεποιθήσεών μας και των συνθηκών που επικρατούσαν, αποφασίσαμε να επιλέξουμε ένα ελεύθερο επάγγελμα. Και είπαμε “δύο είναι αυτά: γιατρός ή δικηγόρος”. Ο γιατρός είχε πολύ διάβασμα, πολλή δουλειά, και έτσι αποφασίσαμε να γίνουμε δικηγόροι», λέει γελώντας. «Ομως επειδή είχαμε πάει στο Πρακτικό, δεν είχαμε διδαχθεί ποτέ λατινικά. Καθίσαμε δύο μήνες, διαβάσαμε, δώσαμε εξετάσεις τον Αύγουστο και περάσαμε στη Νομική Αθηνών».
Ο Σταύρος Τσακυράκης πιστεύει ότι η γνώση δεν είναι ποτέ πληκτική. Νιώθει λίγες ενοχές που δεν διαβάζει πλέον λογοτεχνία, όμως διαβάζει εντατικά -επιστρέφοντας συχνά στα ίδια βιβλία- θέματα Φιλοσοφίας του Δικαίου και των Δικαιωμάτων. Οχι μόνο όμως. «Εχω όμως ιδιαίτερη αδυναμία στον Πλάτωνα και στον Αριστοτέλη. Θεωρώ την Πολιτεία του Πλάτωνα ένα συναρπαστικό βιβλίο, ιδιοφυές. Εκπληκτικό κείμενο είναι και η Απολογία του Σωκράτη, ένα κείμενο που το διδάσκω στους φοιτητές μου και το διαβάζω πάντα με μεγάλη ευχαρίστηση».
Φεύγοντας από το γραφείο του, μιλάμε για το χωριό του στη Μυτιλήνη, για το προσφυγικό, και τον ρωτώ: «Τι λέτε; Να το πάρουν το Νομπέλ οι κάτοικοι της Μυτιλήνης;». Δυνατά γέλια και… «Α, όχι, όχι».
Πηγή: Καθημερινή
Φωτογραφία: Βαγγέλης Ζαβός