Κείμενο-Φωτογραφία : Μαρία Πανάγου
Φθίνουν τα όπωρα.
Οι απανταχού οπώρες φθίνουν και επιστρέφουν στο χώμα, εκεί όπου γεννήθηκαν, για να επιστρέψουν πάλι την άνοιξη με το ξύπνημα της φύσης.
Μας τρομάζει η φθορά.
Ζούμε την εποχή της υπερβολής, των φίλτρων, της καταπολέμησης της φθοράς, της συντήρησης της τέλειας εικόνας, της αιώνιας νεότητας. Το νυστέρι της πλαστικής χειρουργικής, τα υποκατάστατα διατροφής, η κατανάλωση σκευασματων που υπόσχονται αδυνάτισμα/μυϊκή τόνωση/αντιγήρανση, ο ζήλος για την άθληση έχουν μετατραπεί σε όπλα εναντίον της οιαδήποτε φθοράς.
Άλλο το «φθίνω» και άλλο το «φθείρομαι». Και η φθορά δεν έχει σχέση καμιά με τη φυσική φθίνουσα πορεία.
Στην μαγειρική τέχνη η φθορά αντιμετωπίζεται ως ευκαιρία ανάδειξης γεύσεων. Λογιών λογιών τουρσιά, σάλτσες, κομπόστες, μαρμελάδες, αποξηραμένα, σε άλμη και χίλιοι δυο ακόμη τρόποι να σταματήσει η φθορά και να φυλαχθει η γεύση σε βαζάκια και δεσπέντζες.
Τα ψ’τάλια ή ψ’ σταδια, είναι τα σύκα που ωριμασαν και αφού διαλεχθηκαν ψήθηκαν στον ήλιο ανάμεσα σε σίτες για μέρες. Οταν είναι έτοιμα τρώγονται σκέτα ή γεμιστά με ξηρούς καρπούς και κανέλλα.
Μη φοβάσαι την φθορά.
Τον φόβο να φοβάσαι.