Search

«To Άλλο Αιγαίο είσαι εσύ κι εγώ»: Η έννοια της φιλοξενίας στη Λέσβο

Της Μαρίας Μπρερέ-Βέρρου,

“Ρώτησα πολλούς επαγγελματίες τι σημαίνει για εκείνους το brand “The other Aegean” και άκουσα όλα όσα μου είπαν με προσοχή. Ρώτησα πως το αντιλαμβάνονται σαν έννοια, γιατί να έρθει κάποιος σε εμάς εδώ διακοπές και να μην πάει στην Ρόδο π.χ. νησιά είναι και τα δύο με ιστορία παράδοση, κάστρα και πολιτισμό «Μα… γιατί εμείς είμαστε αυθεντικοί!» είπε ο ένας, «εμείς είμαστε εναλλακτικοί» ο άλλος, «έχουμε ερημικές παραλίες» ο τρίτος και ούτω τω καθεξής. Και λοιπόν; αναρωτιέμαι κι εγώ… Οι παραλίες μας σε κάποια σημεία είναι ανοργάνωτες, κακοτράχαλες και δύσβατες, όλοι οι νησιώτες είμαστε «αυθεντικοί», κι όσον αφορά την κουζίνα και την «φοβερή γαστρονομία», είτε καλτσούνια τα πεις είτε γκιουζλεμέδες, είτε στο Αιγαίο, είτε στο Ιόνιο πέλαγος, η μεσογειακή διατροφή είναι κοινή.

Γιατί «εμείς εκπροσωπούμε την οριτζιναλ ελληνική παραδοσιακή κουλτούρα με τα δωματιάκια τα ταπεινά, τα γεφυράκια, τις ταβερνούλες δίπλα στο κύμα, τα ψαροκάικα που βγαίνουν το βράδυ κρατάμε τις παραδόσεις με πανηγυράκια και είμαστε και γραφικοί…» το ίδιο όμως και η Ιθάκη, το ίδιο κι η Σάμος, το ίδιο κι η Ιος και ξανά απ την αρχή. Και γιατί να μην πάει κάποιος στο Μπαλί, στην Ιταλία, στην Ισπανία, ή στην ζούγκλα για σαφάρι κι έτσι απλά να προτιμήσει να ‘ρθει εδώ; Αν το σκεφτείς από μια άποψη ίσως να του έρθει και πιο φτηνά στην τελική.
Όσους κι αν ρώτησα κι όσες απαντήσεις κι αν μάζεψα, καμία δεν με κάλυψε πλήρως. Παντού είχα έναν αντίλογο. Κι από κανέναν δεν άκουσα αυτό που μας βγαίνει αυθόρμητα όταν πατήσει κάποιος το πόδι του στο νησί… Όταν θα τον πάρεις από το χέρι και θα τον σεργιανίσεις στις ομορφιές του τόπου μας, όταν θα τον περιποιηθείς, θα τον φροντίσεις και του δώσεις να καταλάβει τι πάει να πει «φιλοξενία» με τον τρόπο που έχουμε μάθει κάποιοι εδώ. Εμείς οι λίγοι που με το μεράκι και τον καθημερινό μόχθο βάλαμε ότι είχαμε και δεν είχαμε στον τόπο αυτό και χτίσαμε μια φατρία από λίγους θεότρελους που πιστεύουν ότι θ αλλάξουν το κύμα και το ρεύμα του τόπου αυτού.


Σ αυτούς τους λίγους απευθύνομαι μ αυτό που γράφω, που δίνουν αυτό που έχουν στη γη γύρω τους και εκπέμπουν μαζί μ’ αυτήν ενέργεια μεγατόνων, ικανή να το κουνήσει το νησί απ’ τα θεμέλια όταν φτάνει η σεζόν. Σ αυτούς που πιστεύουν στην ανάπτυξη και την ζωντάνια του νησιού και παλεύουν για την φέρουν μόνοι τους, ή με συνοδοιπόρο την οικογένεια τους. Σ αυτούς που μοιράζουν χαμόγελα, κι ας έχουν τα προβλήματα και τις σκοτούρες τους, γιατί πολύ απλά αγαπούν αυτό που έχουν φτιάξει και το καθαρίζουν, το γυαλίζουν, και το συντηρούν με πολύ μεράκι κι ας μην τους αφήνει κέρδη τρελά, γιατί είναι δεμένο με αναμνήσεις από γενιά σε γενιά απo τότε που ήταν παιδιά.
Μιλώ γι αυτούς που δείχνουν στον «ξένο» από το πρωί που θα σηκωθεί την έγνοια που τον έχουν, που τρέχουν μες στο καταμεσήμερο να εξυπηρετήσουν μέχρι αργά το βράδυ που θα βγουν τα αστέρια στον ουρανό. Που μένουν ακούραστοι καθημερινά ώρες ατέλειωτες πίσω από μια ρεσεψιόν για να διεκπεραιώσουν τα ατελείωτα μικροπροβλήματα μιας σκληρής πραγματικότητας μέχρι να πέσουν κυριολεκτικά τάβλα πάνω σ ένα κρεβάτι. Και την επόμενη μέρα πάλι τα ίδια και ξανά απ την αρχή, κι ας μην τραβάει απ την κούραση το σώμα, τραβάει η ψυχή. Και γι αυτούς που θέλουν να δώσουν ότι μπορούν στον κόσμο που τους περιβάλλει κι ας μην είναι αγγελικά πλασμένος. Είναι όμως όμορφος, κι εμείς μάθαμε να μοιράζουμε την ομορφιά απλόχερα… της ψυχής μας, του τόπου μας, του καταλύματος μας.


Μιλώ για τους 112 ξενοδόχους αν είναι και τόσοι που απαριθμούν το νησί μας και όσους υπάρχουν από τα ενοικιαζόμενα, και τις ταβέρνες, και τα μικρομάγαζα και τους υπαλλήλους, και τους σερβιτόρους και τους μάγειρους, και τις καμαριέρες και τους ψαράδες και τους ζαχαροπλάστες, και τους ιδιοκτήτες τουριστικών ειδών, τους οινοποιούς, τους αγρότες και τους βοσκούς, και για όποιον άλλο αναμιγνύεται σ αυτό που ονομάζουμε εδώ στη Λέσβο τουριστικό προϊόν.

Σ αυτούς τους λίγους και καλούς που θα κεράσουν τον καφέ, το γλυκό και το κρασί τους στον ΞΕΝΟ, που γι αυτούς είναι ΙΕΡΟΣ και υπόκειται σε όρους φιλοξενίας μιας κουλτούρας και ενός πολιτισμού που χάνεται στο βάθος των αιώνων

Γι αυτή την φιλοξενία (με την ετυμολoγία της από το φιλώ (= αγαπώ) + ξένος) που αναφέρεται μέσα στα λεξικά σαν «πράξη περίθαλψης και φροντίδας ενός ξένου στο σπίτι κάποιου», όπου οι ξένοι ως σταλμένοι από τους θεούς, θεωρούνταν πρόσωπα ιερά, τιμημένα και σεβαστά. Γι αυτό τον θεσμό που υπάρχει από την αρχαιότητα, όπου το να υποδέχεσαι και να περιποιείσαι ξένους στο σπίτι σου δεν ήταν απλώς μια πράξη ευγενείας αλλά ηθικό χρέος και ιερός κανόνας των θεών από τον προστάτη Ξένιο Ζευς. Γι’ αυτήν την φιλοξενία μιλώ…
Μπορεί η αντιμετώπιση των ξένων να ξεκίνησε κάποτε από την πίστη ότι ήταν «οι ίδιοι οι θεοί μεταμορφωμένοι, που τους επισκέπτονταν για να ελέγξουν ποιοι τηρούν τους θρησκευτικούς κανόνες και υπακούν στους νόμους και ποιοι όχι»… Μπορεί σήμερα να αντιλαμβανόμαστε ότι δεν είναι Θεοί κι οι συνθήκες φιλοξενίας να άλλαξαν, αλλά οι ηθικές υποχρεώσεις της φιλοξενίας όπως το να προσφέρεται αδιάκριτα σε κάθε περαστικό, ανεξάρτητα από την κοινωνική του θέση, την οικονομική του κατάσταση ή την πολιτική του θέση, και να αντιμετωπίζονται όλοι με τον ίδιο σεβασμό, παρέμειναν αναλλοίωτες μέσα στους αιώνες.

Από τότε που οι αρχαίοι Έλληνες υποδέχονταν και περιποιούνταν τον ξένο, με το να του προσφέρουν γεύμα, λουτρό και ύπνο ως το τέλος της παραμονής του όπου τον αποχαιρετούσαν με ευχές και δώρα (ξένια δώρα). Από τότε που ο οικοδεσπότης (ξενιστής) κι ο φιλοξενούμενος (ξένος) συνδέονταν με δεσμούς φιλίας, που κληρονομούνταν και στους απογόνους τους. Από τότε οι λέξεις «εστιάν» ή «ξενίζειν» ή «ξενοδοχείν» παίρνουν το δικό τους νόημα και ζωή σ αυτό το νησί

Αυτή η φιλοξενία ζει μέχρι σήμερα, δεν έσβησε, δεν χάθηκε στο χρόνο, ζει μέσα μας κυλάει στο αίμα μας, και δεν μας αφήνει να κοιμηθούμε το βραδύ αν όλοι δεν έχουν μείνει όλοι οι καλεσμένοι μας ευχαριστημένοι. Παράπονο …? Ποτέ δεν κοιτάξαμε τον άλλο με δυσαρέσκεια ή περιφρόνηση όταν το εξέφρασε, παρά τρέξαμε, βοηθήσαμε και προσπαθήσαμε να τον κάνουμε να νιώσει όμορφα, και σαν στον τόπο του γιατί δεν υπήρξαμε και δεν ταχθήκαμε ποτέ μ εκείνους που έμαθαν ν’ «αρπάζουν» και να ξεγελούν τους εκάστοτε «χαζοτουριστες» που έκαναν το λάθος να επισκεφτούν τον τόπο αυτό

Σ αυτούς που σέβονται τον Ξένο που πατάει τα χώματα μας και το δείχνουν με το λουλούδι στο τραπέζι του και το γλυκό του κουταλιού στον καφέ του Σ αυτούς που δεν έχουν το επάγγελμα μόνο για βιοπορισμό αλλά και γιατί φτιάχνουν φίλους απ όλο τον κόσμο που έρχονται και ξανάρχονται, γίνονται ζευγάρια και γεννούν και φέρνουν και τα μωρά τους στο νησί

Σ αυτούς που ξενύχτησαν για το γκρουπ, που έφτιαξαν γάλα τα μεσάνυχτα για κάποιο παιδί, που έτρεξαν όταν κάποιος χτύπησε ή έκανε πυρετό, που έκαναν βάρδια σε όλα τα πόστα όταν χρειάστηκε, που έγιναν υδραυλικοί κι ηλεκτρολόγοι, ακόμη και καμαριέρες όταν η δουλειά δεν έβγαινε και χρειάστηκε. Σ’ αυτούς που ίδρωσαν μέρα μεσημέρι γιατί η πόρτα χάλασε, το παράθυρο δεν άνοιξε, το φαγητό δεν πέτυχε. Σ αυτούς που έτρεξαν για να πρόλαβαν, κι όποιους δεν πρόλαβαν, σ αυτούς που ρώτησαν, τηλεφώνησαν, αγχώθηκαν, σ αυτούς που το πάλεψαν κι ας μην το πέτυχαν και χτύπησαν κόκκινο στο λεπτό, και σε όποιον άλλο ήθελε προσέλθει σ αυτό που εμείς λέμε φιλοξενία στον τόπο αυτό.

 

Αυτοί όλοι είναι «το άλλο αιγαίο» για μένα, που ζει και βασιλεύει γύρω από ένα κάστρο και απλώνεται μέχρι την άλλη άκρη της γης αυτού του νησιού, σχηματίζοντας ένα ανταρτικό που μετράει στρατιώτες και στρατολογεί ετήσια και καθημερινά καινούργια στελέχη στους κόλπους του. Αυτό το άλλο αιγαίο, το δικό μας αιγαίο, δεν αγοράζεται, δεν πληρώνεται αλλά χαρίζεται απλόχερα σ αυτούς που θέλουν να το ζήσουν με το που θα πατήσουν το πόδι τους εδώ.
Σ αυτούς που με ανιδιοτέλεια και αλτρουισμό θα δώσουν, και το μόνο που περιμένουν να πάρουν είναι το χαμόγελο και την ικανοποίηση από ένα καλό σχόλιο που θα τους δοθεί και γι αυτούς ισοδυναμεί με τα κέρδη μιας σεζόν
Αυτοί όλοι, είναι το άλλο αιγαίο. Οι μαχητές των δρόμων και της καθημερινότητας
Σε αυτούς μιλώ κι εκεί απευθύνομαι, στην γενιά του πριν και του τώρα που έζησε τα δάνεια και έβαλε όλη την οικογένεια να βοηθήσει αλλά δεν λύγισε ούτε γονάτισε.

Σ όποιον αγάπησε το τόπο αυτό και τον εμπλούτισε με τις χειροτεχνίες του και εμπνεύστηκε για την δουλειά του
Σ όποιον τον σκάλισε, τον καλλιέργησε, τον δούλεψε και ίδρωσε πάνω σ αυτόν
Σ όποιον τον ψάρεψε, τον πότισε, τον κλάδεψε, τον πόνεσε,
Σ όποιον τον έχτισε, τον έπλυνε, τον έβαψε, τον ομόρφυνε
Σ όποιον ήρθε σαν επισκέπτης κι έγινε κάτοικος εδώ
Το Άλλο Αιγαίο είναι εδώ… Μην ψάχνεις για άλλες εξηγήσεις,
Το άλλο Αιγαίο είσαι εσύ κι εγώ.
Είθε αυτός που έρχεται σαν ΞΕΝΟΣ, να φύγει ΦΙΛΟΣ από δω… Νησί μου σ αγαπώ…