Search

Το Σίγρι των καλών Τεχνών: Ο Βρετανός ζωγράφος Tomas Watson και το Sigri Art Retreat

Ζωγράφος, χαράκτης, σχεδιαστής, ο Tomas Watson είναι ένας πολλάκις βραβευμένος καλλιτέχνης από το Ηνωμένο Βασίλειο, που ζει και εργάζεται όλα αυτά τα χρόνια σε ένα μοναδικό νεοκλασικό στο Θησείο. Έχει περάσει τη μισή του ζωή εδώ, επιλέγοντας να ζει σε μια σχετική αφάνεια, απολαμβάνοντας διακριτικά την τυχαία γνωριμία με τους ανθρώπους και τα ιδιαίτερα μέρη της Ελλάδας. Έργα του βρίσκονται στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου και στη συλλογή του Ρίντλεϊ Σκοτ, το στυλ του στη ζωγραφική είναι ένα μείγμα που εξελίσσεται συνεχώς. Στο παρελθόνέ έχει επηρεαστεί από το chiaroscuro, τον Καραβάτζιο και τον Βελάσκεζ. Επίσης, ο Ντεγκά, ο Φράνσις Μπέικον, o Ράουσενμπεργκ και τα σχέδια του Χόλμπεϊν, πιο πρόσφατα του Χόπερ, του Χόκνεϊ, όπως και ο Peter Doig επηρέασαν το έργο του. Η τεχνική που χρησιμοποιεί πολύ είναι glazing (βελατούρα) και χρησιμοποιεί το χρώμα transparent red iron oxide σχεδόν σε όλους τους πίνακές του. Σε συνέντευξή του στη Lifo αποκαλύπτει τη σχέση το με το Σίγρι και το πότζεκτ Sigri Art Retreat!

“Γεννήθηκα το 1971, στην Αγγλία, σε ένα μικρό παραθαλάσσιο χωριό στο Σάσεξ. Μετακομίζαμε συνέχεια τότε λόγω της δουλειάς του πατέρα μου – ήταν καθηγητής πανεπιστημίου και συγγραφέας. Έχω τρεις μικρότερες αδελφές. Όταν ήμασταν μικροί η κυριακάτικη εκδρομή ήταν σε μουσεία ή βιβλιοπωλεία, θυμάμαι. Τώρα πλέον όλοι μας ασχολούμαστε με κάτι καλλιτεχνικό. Εγώ έγινα ζωγράφος.

Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, ζωγράφιζα. Στην τάξη πάντα ήμουν πρώτος στη ζωγραφική. Ωστόσο δεν πιστεύω ότι έχω «ταλέντο», που λέμε. Δεν πιστεύω στο ταλέντο. Αυτό που πιστεύω είναι ότι αν αγαπάς αρκετά κάτι, δεν σταματάς μέχρι να γίνεις αυτό που θέλεις, αλλά με τις κατάλληλες σπουδές, γνώση και σκληρή δουλειά.

Στα 17 μου, όταν τελείωσα το λύκειο, είχα πουλήσει ήδη τον πρώτο μου πίνακα σε έναν καθηγητή μου. Τότε, λοιπόν, γνώρισα έναν επαγγελματία ζωγράφο, τον David Blackburn, ο οποίος πίστεψε σ’ εμένα και δουλέψαμε μαζί για δύο χρόνια. Συγχρόνως, έκανα μαθήματα για να μπω στο πανεπιστήμιο UCL. Παρ’ όλα αυτά, οι ώρες με τον David ήταν καθοριστικές για τη μετέπειτα καριέρα μου. Εκείνος μου έμαθε πώς να κοιτάζω το καθετί με το μάτι του ζωγράφου, πώς να κάνω τις μετρήσεις, πώς να σχεδιάζω. Μου έμαθε να σέβομαι τον χρόνο του άλλου και τον δικό μου και, φυσικά, να έχω πειθαρχία στη δουλειά μου.

Μπήκα στο Slade School of Fine Art – είναι η Οξφόρδη για τις καλλιτεχνικές σπουδές και εισάγονται 24 άτομα κάθε χρόνο. Ήμουν εκεί την περίοδο 1990-1994, χρονιές που σπούδαζαν ο Justin Mortimer, η Cecily Brown και ο James Lloyd, με τους οποίους ακόμα ανταλλάζουμε απόψεις. Τα κατάφερα με πολλή προσπάθεια και όταν σπούδαζα στο Slade έκανα συγχρόνως και έναν χρόνο Ανατομία.

Στην Ελλάδα ήρθα για πρώτη φορά το 1994. Μου είχε δοθεί υποτροφία της κυβέρνησης υπό την αιγίδα της Σχολής Καλών Τεχνών. Έτσι, έφυγα από την Αγγλία και ήρθα. Από τότε δεν επέστρεψα. Αποφάσισα να μείνω εδώ. Η υποτροφία ήταν για 8 μήνες αρχικά και τότε έμενα στην Αστυπάλαια. Έπειτα για άλλους 10 μήνες στη Νίσυρο.

Όλοι στην Αγγλία θαυμάζουν το φως της Ελλάδας. Αυτό και η ποιότητα των σκιών με τράβηξαν εδώ. Το φως της Ελλάδας είναι το πιο σημαντικό στοιχείο της δουλειάς και της ζωής μου. Δεν υπάρχει αυτή η διαύγεια πουθενά αλλού. Το ελληνικό φως με κάνει να νιώθω ότι βλέπω τα πράγματα για πρώτη φορά και την ομορφιά μέσα σε αυτά. Ο πρώτος πίνακας που ζωγράφισα στην Ελλάδα ήταν ένα τοπίο της Αστυπάλαιας που, αν θυμάμαι καλά, το αγόρασε ο διευθυντής φωτογραφίας του σκηνοθέτη Θόδωρου Αγγελόπουλου.

Εδώ ερωτεύτηκα την απλότητα της ζωής των νησιών, την ηρεμία, την απίστευτη ομορφιά και τα χρώματα της φύσης. Όταν έμαθα να οδηγώ (στην Άνδρο), ο δάσκαλος μου έλεγε συνέχεια: «Μη βιάζεσαι!». Μου αρέσει αυτή η φράση. Στα νησιά βλέπεις την αγνή φύση του ανθρώπου, με τα καλά και τα κακά του. Είναι σαν το ακαλλιέργητο τοπίο. Νιώθω πολύ τυχερός που απόλαυσα τα νησιά και τα χρόνια εκεί πριν από τη ραγδαία αύξηση του τουρισμού και της τεχνολογίας. Θυμάμαι, στη Νίσυρο μιλούσα με τη μητέρα μου μία φορά την εβδομάδα από το μόνο τηλέφωνο που υπήρχε, στο καφενείο του χωριού!

Ζωγραφίζω πολύ, αλλά η δουλειά μου δεν είναι πάντα προσοδοφόρα. Έχω δουλέψει και σε άλλες δουλειές για να βιοπορίζομαι. Στην κοινότητα κυρίως, στα Νικιά και στη Νίσυρο. Ασβέστωνα τους δρόμους, μάζευα τα σκουπίδια. Μια φορά είπα στον εαυτό μου ότι θα προσπαθούσα να δω αν μπορώ να ζήσω χωρίς να ζωγραφίζω και αποφάσισα να σταματήσω. Άντεξα δέκα μέρες! Αυτό είναι το μόνο που με τραβάει στη ζωή και από τότε δεν έχω σταματήσει. Είναι ωραίο όταν ακούω κάποιον να μου λέει ότι ένας πίνακάς μου τον άγγιξε, αλλά δεν είναι ο λόγος που κάνω αυτό που κάνω.

“Απ’ όλα τα μέρη όπου έχω ζήσει, το Σίγρι της Λέσβου είναι το αγαπημένο μου. Μου θυμίζει τα νησιά που πρωτογνώρισα όταν ήρθα εδώ. Είναι ένα μοναδικό τοπίο, τεράστιο και επιβλητικό, αλλά και προσωπικό. Έχει γυναικεία, στρογγυλή μορφή, χαραγμένη από ανδρικό, ηφαιστειακό πέτρωμα. Είναι ένας λόγος που διάλεξα αυτό το μέρος να ξεκινήσω μαζί με το έτερό μου ήμισυ, την Ευφροσύνη.

Η Ευφροσύνη Καμάτσου είναι συγγραφέας και δημιουργός του Sigri Arts Retreat, δηλαδή κάνει σεμινάρια ζωγραφικής και δημιουργικής γραφής για όλους, από αρχάριους μέχρι πεπειραμένους, για όλες τις ηλικίες. Συμμετέχω κι εγώ σε αυτό. Πέρυσι, παρ’ όλα τα προβλήματα με τους πρόσφυγες και με τον ιό, καταφέραμε να κάνουμε ένα σεμινάριο, το οποίο πήγε εξαιρετικά. Στην εποχή μας υπάρχει ώθηση των νέων κυρίως για επαγγέλματα βιώσιμα και έτσι δεν υποστηρίζονται οι τέχνες αρκετά. Πιστεύουμε και οι δυο μας ότι η ικανότητα να σκέπτεσαι δημιουργικά, να βλέπεις τα πράγματα και από μία πιο καλλιτεχνική σκοπιά, είναι αναγκαία για όλους και για αυτό ξεκινήσαμε αυτά τα σεμινάρια.

Οι Έλληνες ασχολούνται πολύ με τη ζωγραφική και την τέχνη, κυρίως όμως με Έλληνες ζωγράφους. Προσωπικά, θαυμάζω τον Τσαρούχη, γιατί η δουλειά του αγγίζει το επίπεδο των μεγάλων Ευρωπαίων ζωγράφων.

Οι Έλληνες καλλιτέχνες παρατηρώ ότι έχουν πολλή ενέργεια και δημιουργικότητα, αλλά νιώθω ότι υπάρχει φόβος, ανασφάλεια, αμφισβήτηση, δεν πιστεύουν στον εαυτό τους. Είναι δύσκολο να ζήσει άνετα ένας ζωγράφος όπου και να βρίσκεται, αλλά πρέπει να πιστεύει σε αυτό που κάνει.

 

Στην Αθήνα έφτασα πριν από τριάμισι χρόνια. Έχω ένα ατελιέ σε ένα πολύ ωραίο, φωτεινό σημείο στο Θησείο. Ανήκει σε έναν Γερμανό συλλέκτη, ο οποίος μου το έχει παραχωρήσει για να μπορώ να ζωγραφίζω και να δημιουργώ. Εκεί ζούσα για αρκετό καιρό, μετά μετακόμισα στην Πλάκα. Όσο κλισέ κι αν ακούγεται, η Ακρόπολη είναι το αγαπημένο μου σημείο”.

To πορτρέτο του Τζων Φόουλς