Search

 «Τίποτα πιο εκλεκτό» …στα Τσαμάκια;

Έχεις έναν όρμο μιαν ανάσα από τον αστικό ιστό της πόλης σου, σε προσανατολισμό που δεν επηρεάζεται από το καλοκαιρινό μελτέμι, με θέα την ανοιχτή θάλασσα και χωρίς να βλέπει σε τίποτα το …τεχνολογικό από την καθημερινότητά της. Η αξιοποίησή του έχει συντελεστεί με δύο βασικά έργα: Την πευκοφύτευση της παραπάνω κοίλης πλαγιάς και τη δημιουργία ενός υποτυπώδους δρόμου. Αργότερα έρχονται μερικοί επαγγελματίες και χτίζουν τα καφενεδάκια τους. Παράγκες ήτανε, αλλά τι μας νοιάζει; Κάθε εποχή έχει τα δικά της. Ήρθαν και τα χρόνια από τα οποία ξεκίνησε να μαζεύεται κόσμος που έπαιρνε το μπάνιο του στα Τσαμάκια, όλο και πιο πολύς, όλο και από μακρυνότερες συνοικίες. Σταδιακά (ή μάλλον απότομα;) συνέβη και η πλήρης υποβάθμιση της παραλίας του Μακρύ Γιαλού, οπότε τα Τσαμάκια, …επισήμως πια, έγιναν «τα μπάνια» της Μυτιλήνης. Ήρθε και χρονιά που ως μικρό βήμα προς αναβάθμιση της παραλίας όπου κολυμπούσε ο κόσμος, έριξαν άμμο παχιά, εγκατέστησαν και ντους. Τι άλλο θέλεις; Τ’ απογεύματα του καλοκαιριού, οι μαγαζάτορες «λαντούριζαν» με θαλασσινό νερό τη χωμάτινη επιφάνεια του δρόμου κι έτσι είχε δημιουρηθεί …μια κάποια …τσιμεντοποίηση του εδάφους από το αλάτι. «Στράκωμα» το λέγανε, άλλά τους τη χάλαγε η καταβρεχτήρα που πέρναγε από δω, να δροσίσει με το γλυκό νερό της το δρόμο, όπως και τους περισσότερους δρόμους της πόλης. Αυτή η «τρούμπα», όμως, περισσότερο τους διευκόλυνε, γιατί έφευγε η εποχή των παραγιών, δηλαδή των φτηνών εργατικών χεριών που κουβάλαγαν στο γκαζοτενεκέ το νερό από τη θάλασσα. Μετά το δρόσισμα, έστρωναν τα τραπεζάκια στην άκρη του δρόμου, που σε αυτό το μήκος της …καφενειογραμμής ήταν χαμηλότερος προς την άμμο. Νύχτες δροσιάς και απόλαυσης της ησυχίας.

Ήταν και η χειμερινή ατμόσφαιρα …μαγική, όταν προχώρησαν τα χρόνια (τα δικά μας χρόνια), ιδίως τα μεσημέρια με την ερημιά. Εντελώς διαφορετικό το κλίμα. Καφενεία κλειστά, «στρακωμένος» ο δρόμος από τις βροχές, με μόνους θαμώνες τους προέφηβους, που έρχονταν εδώ για …κόντρες με τα ποδήλατα. Οι μεγαλύτεροι βολτάριζαν για εξάσκηση με νοικιασμένα μηχανάκια, ήταν και άλλοι από αυτούς, που, με δικό τους …μοτοποδήλατο, μάθαιναν οδήγηση στους φίλους τους. Ξέρεις, μοναδικέ μου αναγνώστη, κάτι μου έρχεται στο μυαλό και με τον Άρχοντά μας με το σολεξάκι του, που μάλιστα θύμωνε όταν ο φίλος πάταγε μπροστινό φρένο και γκάζι, ταυτοχρόνως. Απλώς, τώρα δεν μπορώ να ξεθολώσω τη μνήμη μου. Ήταν και ο Μπάμπης, αν θυμάμαι καλά… που πείραζε τους μικρότερους, όταν δεν μπορούσανε να κάνουν σούζα με το ποδήλατο.  Όμως τα χρόνια πέρασαν, έφυγαν… Έφυγε και ο Μπάμπης ο δικός μας, που «έγραφε στο γυαλί», «έγραφε» και στην παρέα. Ούτε φίλος, ούτε …κολλητός, αλλά βρίσκαμε τα λόγια μας. Τελευταία φορά που ανταμώσαμε σε παρέα (πάνε δυο χρόνια τώρα), μας είχε ξελιγώσει στο γέλιο με τις διηγήσεις του γύρω από έναν άλλο δικό μας, Μυτιληνιό (Μοριανό;) που αυτός έγραφε στο πανί: Τον Νίκο Φέρμα.

Παίζω και ξαναπαίζω σκηνές με τον Μπάμπη (αυτή είναι η αθανασία του ηθοποιού), αλλά η σκηνή του Φέρμα με τον Βέγγο στο εστιατόριο δεν μου βγαίνει απ’ το μυαλό: «Τίποτα πιο εκλεκτό…»  ενώ στο τέλος καταλήγει να παραγγέλνει γίγαντες γιαχνί και να του σερβίρουν …πατσά. Κάπως έτσι τα καταφέραμε και με τα Τσαμάκια. Χρειαζόταν κάποιο εξωραϊσμό η περιοχή, χρειαζόταν εκσυγχρονισμό, όπως και (θα το πω…) …ανάπτυξη. «Τίποτα πιο εκλεκτό…» και στο τέλος …τα μπάζωσαν.

Βεβαίως, όταν μιλάμε για Επταετία και «μεγάλα έργα», γνωρίζουμε… Τότε οι βρισκόμενοι στα πράγματα δεν γνώριζαν; Γιατί; Μήπως γνωρίζουν οι τωρινοί; Ανάπτυξη και Μεγάλο Έργο έχουν και Μεγάλο Ρίσκο. Είναι σαν να θέλει να μακιγιαριστεί μια γυναίκα και να …φωνάζει το σοβατζή. Ε, δεν μπορώ, μοναδικέ μου, θα είμαι οξύς. «Είπανε του προκομμένου να κλ#σει κι αυτός χ#στηκε». Σου τα έχω ξαναγράψει για τα Τσαμάκια, πώς και γιατί ξεκινά ένα έργο να γιγαντώνεται, να γίνεται αγριομπέμπαρος και τέλος τέρας, ενώ, ειδικά σε περιοχές φυσικού κάλλους χρειάζεται μεγάλη προσοχή, ευαισθησία, συνεργασία με πολλές συναφείς ειδικότητες επιστημόνων, ακόμα και …ταπεινοφροσύνη. Αλλιώς, πες του άσχετου σερβιτόρου (που ενσάρκωνε ο Θανάσης) και του πονηρού εστιάτορα Μπούρμπουρη ότι θέλεις γίγαντες κι αυτοί θα σου πλασάρουν το χθεσινό πατσά. Πραγματικά, πολύ πατσάς τα μπάζα. Φτηνά για τον εργολάβο, ακριβά για το Έργο. Δώσε και πλάτος, κάλυψε το φυσικό βυθό, κάνε το μεγάλο να φαίνεται μεγαλύτερο… Βάλε και τσιμέντο μπόλικο για κτήρια …διοίκησης και αποδυτήρια και πλακάκια κι εντωμεταξύ από παραλία… πατσάς. Ρώτησαν και κανέναν; Γιατί; Τώρα ρωτάνε; Εντάξει, είπαμε, χρειαζόταν εκσυγχρονισμό το μέρος. Για φαντάσου, μοναδικέ μου, τι θα μπορούσε να είναι αυτή η ευλογημένη γωνιά, αν δεν την …έβρισκε τέτοια ανάπτυξη… Όχι, δεν θα σου πω εγώ τι φαντάζομαι, εσύ να φανταστείς, γιατί εσένα θα έπρεπε να ρωτήσουν. Εσένα που παρόλο τον …εκδημοκρατισμό της χώρας (τι λέω πάλι;) όταν σχεδιάζεται κάποιο έργο σε βλέπουν σαν …τηλεθεατή. (Εντάξει, αφού με τη συμπεριφορά σου και την αποχή σου και τον ωχαδερφισμό σου, τηλεθεατής είσαι και τηλεθεατής θα μένεις…) Για την ιστορία, τώρα, υπήρξαν και κάποιοι αντιφρονούντες «μικροί Γιαννάκηδες» που ήρθαν στο εστιατόριο (όχι η Αλικαρνασσός, πλατεία …Κου-μου-ντου-ρού, αλλά έργον «Πλαζ») και δεν πείναγαν. Ε, δεν μπορεί, κάτι θα φας (όλοι πρέπει να τρώνε στο έργο… εεε, χμ, στο εστιατόριο), αλλιώς θα περιλουστείς με μακαρονάδα (το ρετσινόλαδο το …κέρναγαν …οι προηγούμενοι …εστιάτορες). Ε, δεν μπορώ, θα γίνω …γραφικός, αλλά «θα το πω κι ας το πιω» (το ..ρετσινόλαδο. Τώρα, οι σημερινοί …εστιάτορες της κεντρικής εξουσίας δεν κερνάνε ρετσινόλαδο. Σε σκεπάζουν με …ρετσίνι, μη αντιδρώντας, αφήνοντας το πράγμα στην αφάνεια, αλλά πού πάτε ρε γατάκια, υπάρχει και το διαδίκτυο… π.χ. www.politikalesvos.gr, για να ευλογήσουμε και τα γένια …του έντυπου φύλλου μας). Λοιπόν, επανάληψη: «Κάθε έργο, μεγάλο ή μικρό, πρέπει να διέπεται από συμμόρφωση στις ανάγκες και τα όνειρα του μελλοντικού του χρήστη. Αυτό μόνον από τη συνεργασία, τη γνωμοδότηση και τον έλεγχο του Δημότη μπορεί να επιτευχθεί, στο στάδιο του σχεδιασμού και σε δημόσια εκλαϊκευμένη ανάρτηση των σχεδίων της προμελέτης.» Τι στο καλό; Ολόκληρο ίντερνετ μας διαθέτει ο 21ος αιώνας…

Εντέλει, μοναδικέ μου, σου έδωσα το ινσπέξιον μας αυτό πιο …ιστορικό και πιο …κινηματογραφικό, γιατί κρίμα είσαι κι εσύ… Δεν μπορεί όλο το καλοκαίρι να βλέπεις τόσα και τόσα εδώ στα Τσαμάκια κι εγώ να σου τα ξαναθυμίζω το χειμώνα. Έπιασες να ξαναμπαίνεις μέσα στην ατμόσφαιρα του τι είχαμε και τι χάσαμε. Και τι κερδίσαμε; Εμ πατσά μπαγιάτικο, εμ τα μακαρόνια …στη μάπα.

Εμείς, Λιόστες και Λιόστρες, πάλι το ινσπέξιον μας. Μεγάλη η παρέα μας και αφού αφήσαμε πίσω μας την Ελευθερία στο βάθρο, τις μουτζαλωμένες πινακίδες και τα βράχια, πίσω της, από την …πολιτιστική …συμφορά των κομπλεξικών που ακολουθούν τους λίγους καλούς γκραφιτάδες του Στρητ εντ Αρτ, χσσστ… να ούμ…, δεν θέλουμε να επαναλάβουμε καμμία επιΘεωρησιακή παρατήρηση. Ερχόμαστε και ξαναερχόμαστε για επιΘεώρηση στο χώρο, γιατί όπως είναι πονάει, ζημιώνει, πατάει το φιλότιμό μας ως δημότες, περιορίζει την ελευθερία και υποτιμά τη νοημοσύνη μας. Από εδώ και τώρα (πιστεύουμε) θα έχουμε περισσότερες ελπίδες, επειδή χαρήκαμε αρκετά δείγματα διευθέτησης και παρέμβασης από τη Δημοτική Αρχή. Μόνο να καταθέσουμε τις προτάσεις μας, χωρίς να είμαστε ειδικοί (ή μήπως…).

Ζητάμε πίσω ό,τι από το «εκλεκτό» είχαν τα Τσαμάκια και μπορεί να μας ξαναπροσφερθεί. Έντάξει, τα μπάζα δεν επιστρέφουν στο νταμάρι και είναι βαρύ να κατεδαφίζονται κτήρια, όσο παραπανίσια κι αν είναι στο χώρο. Δεν το παρατραβάμε, όμως γιατί να ζούμε σε τέτοια μίζερη «χουντική» πραγματικότητα; Στα 430 μπαζωμένα μέτρα του αιγιαλού, μόνο τα 100, και πολύ λέμε, χρησιμοποιούνται για το (αμφίβολης ποιότητας) κολύμπι. Αυτό το κάγκελο που μας πλάσαραν οι τότε …καγκελάριοι, τι χρειάζεται για όλο το μήκος; Κόψε σιδεριές εκατέρωθεν της εγκατάστασης. Αφού, όπως λέει ο Δήμαρχος θα μειωθεί ή μηδενιστεί το εισιτήριο για τους Δημότες, ποιος θα σπάσει τα πόδια του να πηδάει μέσα χωρίς λόγο; Μη μου μιλάς για φύλαξη, γιατί φύλαξ μπάστακας σε μια πόρτα δεν νοείται. Ποδάρι και μάτι θέλει η δουλειά. Η θέα της θάλασσας γιατί δεν μπορεί να συνυπάρχει με την πλαζ, όσο αυτό είναι δυνατό; Όχι στα αναριχώμενα επί …στρατοπεδικών κιγκλιδωμάτων… Επιπλέον, κόψε όλα τα ξενόφερτα και αταίριαστα με το τοπίο δέντρα. Δέντρα έχει από πάνω και αν θέλω, μπορώ να τα χαρώ. Για να έρθουμε και να χαρούμε το μέρος, εμείς οι …μικρομέγαλοι και οι  …μεγαλομικροί θέλουμε πεζοδρόμιο. Τα είπαμε. Είναι και οι τουρίστες-πελάτες μας. Να συνεχιστεί το πεζοδρόμιο μέχρι τη Φυκιότρυπα. Είναι κι αυτό τουριστικό προϊόν προς …πώληση. Είπαμε, «όλη η περιοχή είναι τουριστικός πόρος» που μπορεί να γίνει και εκμεταλλεύσιμος και πιο ανθρώπινος. Το αλσύλιο πρέπει κάποια στιγμή να μπει σε πραγματικό πρόγραμμα ανάπλασης. Φτάνουν οι αλεξιπτωτιστές που μας πλασάρουν τον …κακοχώνευτο πατσά τους. Αν είναι να ζητάμε «τίποτα πιο εκλεκτό» και να περιορίζεστε στην οικονομική προσφορά του εκάστοτε (άντε μην το ξαναπώ τι), να νομίζετε ότι προσφέρετε έργο με λιθόστρωτα και καγκελάκια, καταστρέφοντας το χώρο, καλύτερα ν’ αρχίσει η αποξήλωση όλων των κατασκευών, να γυρίσει το αλσύλιο στην αρχική, αγνή κατάστασή του. Πιστεύουμε, Άρχοντές μας, ότι τα καταλαβαίνετε καλύτερα, εμάς όμως να μας συμπαθάτε, λένε οι Λιόστρες, αλλά έχουμε …πληγωθεί πολλάκις και οι πληγές δεν κλείνουν εδώ μέσα. Με το συμπάθιο, αλλά παραείναι αχταρμάς για χρόνια τα Τσαμάκια και περιμένουμε κάτι. Το τι, μην το πληροφορείστε από εδώ, αυτά είναι για ν’ ανοίξουν τα μάτια και το μυαλό του μοναδικού μου αναγνώστη. Υπάρχουν ειδικοί, υπάρχουν οι Δημότες χρήστες του χώρου, για την αξιοποίηση των ιδεών τους (όπως είπαμε παραπάνω). Δεν το παίζουμε παντογνώστες, απλώς …νοιαζόμαστε. Ευαισθησία χρειάζεται, για ομορφιά και λειτουργικότητα. Όχι Μεγάλα Έργα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Εδώ που τα λέμε, αυτά είναι εύκολα …δίνεις παρά, παίρνεις …γκουμούτσες. Το λεπτό, όμως; Το καλαίσθητο; Το ανθρώπινο; Η φινέτσα, ωρέ Μυτιληνιοί;

Προτάσεις για την παραθαλάσσια ζώνη έχουμε κάνει σε παλιότερα ινσπέξιον μας. Ακούς, μοναδικέ μου; Τώρα φαντάσου πώς θα ήθελες να λειτουργεί αυτός ο δρόμος, πώς θα ήθελες να παρκάρεις, πόσο να τρέχεις και τι μπορείς να κάνεις για την επαναφύτευση των πεύκων που ξέρανε η λιθόστρωση. Εσύ. Για να (σου) αποδείξεις πόσο νέος μένεις… Αλλιώς, …άρπα κατάμουτρα τη μακαρονάδα.

City Inspector