“Είναι σημαντικό το πέρασμα από την αφήγηση στη ζωγραφικότητα”
Ο Βασίλης Ζωγράφος είναι κατά τη γνώμη μου ένας από τους πιο σημαντικούς ζωγράφους στη σύγχρονη εικαστική σκηνή. Στο έργο του αντιλαμβάνεται κανείς με αμεσότητα τον θαυμασμό του για ό,τι θα ονομάζαμε “υψηλή ζωγραφική”, έτσι όπως αυτή διατυπώθηκε μέσα από την ιστορικότητα της εικαστικής πράξης. Το ιδιόλεκτό του αποπνέει μία σύγχρονη μορφή αντίληψης και ευαισθησίας.
Επιλέγει θέματα χωρίς συνδηλώσεις και σε ενιαίο χρωματικό φόντο. Μεταξύ έργου και θεατή μοιάζει να μεσολαβεί μία “κουρτίνα”, ένα “πέπλο” επάλληλων ημιδιαφανών επιστρώσεων, το οποίο λειτουργεί εν τέλει ως φίλτρο, εργαλείο αφαίρεσης. Αλληγορικά τοπία, εσωτερικοί χώροι, απομονωμένα αντικείμενα, σειρές ζώων ως ειρωνικά πορτραίτα και ανθρώπινες φιγούρες που υπονοούν ζητήματα ψυχικής ανησυχίας… σε όλα, σε κάθε περίπτωση, ο Βασίλης Ζωγράφος ερμηνεύει, δεν περιγράφει.
Ετερόκλητα στοιχεία, όπως ο ρεαλισμός και η φαντασία, το εφήμερο και το διαχρονικό, η ευγένεια και η ειρωνεία, η σύγχυση και το χιούμορ, συνυπάρχουν στην εικαστική του γλώσσα, δημιουργώντας λεπτές διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στην αναγνωρίσιμη καθημερινότητα και τη δυναμική εκτροπών της. Το αίνιγμα, η αμφισημία, η μελαγχολία και η ψυχολογική φόρτιση είναι χαρακτηριστικά του έργου του.
Με σταθερό βήμα η εικαστική του παρουσία εδραιώθηκε τόσο στην Ελλάδα, όσο και εκτός συνόρων. Η συμμετοχή του στην τελευταία Biennale της Θεσσαλονίκης ήταν αφορμή για τη συμμετοχή του στην έκθεση “Food” στο MuCEM της Μασσαλίας. Πλέον ετοιμάζει δύο εκθέσεις για το επόμενο φθινόπωρο, η πρώτη στη γκαλερί “espace_L” στη Γενεύη και η δεύτερη στη γκαλερί “Ελευθερία Τσέλιου” στην Αθήνα.
Θάλεια Στεφανίδου ιστορικός τέχνης.
Θ: Με αφορμή τις εκθέσεις που ετοιμάζεις, μίλησέ μας για τη μέθοδο που συνήθως ακολουθείς ώστε να προκύψουν έργα για μία ζωγραφική εγκατάσταση.
Β: Αρχικά υπάρχουν πολλές ιδέες και σκέψεις που καταγράφονται, επιζούν όμως κάποιες που παραμένουν ως εμμονές. Επιλέγω οπτικό υλικό που σχετίζεται με αυτές. Πρέπει να με κερδίσει πρώτα μια εικόνα ώστε να αρχίσω να ασχολούμαι πιο σοβαρά. Στη συνέχεια προκύπτει ένας θεματικός άξονας ως αφορμή για μια σειρά έργων. Συχνά, τα έργα αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως δομικά στοιχεία πολλών, διαφορετικών ζωγραφικών εγκαταστάσεων.
Θ: Θα έλεγα πως δεν είναι σπάνιο οι μεγάλοι δάσκαλοι να αποκτήσουν μαθητές αιώνες μετά. Αλήθεια, βρίσκεις συνομιλητές περισσότερο αναμεταξύ των σύγχρονων εικαστικών δημιουργών ή μήπως το βλέμμα σου είναι στραμμένο στους μεγάλους maîtres παρελθόντων χρόνων;
Β: Είναι η αγάπη μου για τη ζωγραφική που με παρασύρει έτσι ώστε να αναπτύξω διάλογο με εκείνα τα ζωγραφικά έργα, σύγχρονα ή παλαιότερα, με τα οποία θεωρώ ότι σχετίζονται κάθε φορά τα δικά μου. Η ζωγραφική διαδικασία ενέχει πολλών παιδευσιακών σταδίων ενώ παράλληλα προσφέρει μία ολοκληρωμένη βιωματική εμπειρία. Άλλωστε, μου αρέσει πολύ να μαθαίνω και δε θέλω να σταματήσει ποτέ αυτό. Με αυτή την έννοια θεωρώ τον εαυτό μου αυτοδίδακτο στη ζωγραφική.
Θ: Πότε ένα έργο νιώθεις ότι είναι καλό;
Β: Η δημιουργική διαδικασία υποβάλλει τον καλλιτέχνη σε μία απαιτητική -θα έλεγα σχεδόν “ασκητική”- συνθήκη. Όσο πιο πιστός είναι κανείς σε αυτή τη συνθήκη, τόσο ευκολότερα, τόσο συχνότερα ίσως, προκύπτουν στιγμές υπέρβασης. Μια τέτοια υπέρβαση αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση έτσι ώστε ένα έργο τελικά να εκτεθεί.
Θ: Τι περιμένεις από τις επόμενες εκθέσεις σου;
Β: Καταρχάς είναι πολύ σημαντικό να βλέπει ο καλλιτέχνης τα έργα του εκτός εργαστηρίου, σωστά κρεμασμένα και σε χώρο που λειτουργεί ως ικανός υποδοχέας. Εξίσου σημαντική είναι η σχέση που αποκτά το ίδιο το έργο με το εκάστοτε κοινό, είτε εξειδικευμένο είτε όχι. Η αποδοχή είναι επακόλουθο της συνομιλίας μεταξύ θεατή και έργου. Φέτος το φθινόπωρο πρόκειται να εκθέσω στη Γενεύη, στην Ελβετία δηλαδή για πρώτη φορά. Είμαι περίεργος να δω τι σχέση θα αποκτήσουν τα έργα μου με αυτό το κοινό που σίγουρα έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά από το κοινό στην Ελλάδα, στη Γαλλία, στην Αυστρία ή στην Ολλανδία όπου έχω ήδη εκθέσει.
Θ: Για σένα τι είναι πρόκληση στη ζωγραφική;
Β: Ίσως δεν είναι το μόνο, ωστόσο νομίζω ότι είναι σημαντικό το πέρασμα από την αφήγηση στη ζωγραφικότητα, από τον στενά εννοούμενο “νατουραλισμό” στην αλληγορία. Επίσης, το να δημιουργώ εκείνον τον πλασματικό λόγο που ενώ είναι σταθερά συνεπής με τον εαυτό του ουσιαστικά ποτέ δεν επαναλαμβάνεται. Θα μπορούσα να φανταστώ τον εαυτό μου να ακολουθεί εμμονές. Για παράδειγμα ίσως αφοσιωθώ για μία περίοδο να ζωγραφίζω αποκλειστικά βουνά ή παπαγάλους ή πορσελάνινες κούπες. Θέλω παρόλα αυτά να πιστεύω ότι το κάθε ένα από αυτά θα έχει διαφορετική “ύλη” και τη δική του “ψυχή”.
Θ: Είσαι ζωγράφος και σε λένε Ζωγράφο. Ζω-γραφική και βιο-γραφία λοιπόν, δεμένες γλωσσικά, νοηματικά, κυρίως όμως βιωματικά. Είναι αλήθεια ότι συχνά στα έργα σου βάζεις τίτλους. Ποια είναι η σχέση μεταξύ εικόνας και λόγου;
Β: Μου αρέσει ιδιαίτερα να ομαδοποιώ ρηματικά σειρές έργων. Έτσι προκύπτουν οι τίτλοι των εκθέσεων. Άλλες φορές πάλι, ζωγραφίζω λέξεις ως μέρος του έργου. Η μαγεία της γραφής προσδίδει μία επιπλέον ποιητική. Οι έννοιες συνδυάζονται και συμπλέκονται με την εικόνα και κάπως έτσι προκύπτει μία επιπρόσθετη δυναμική η οποία αφορά τόσο στην αντίληψη όσο και στην ερμηνεία.
Θ: “Gild” χωρίς guilt λοιπόν…
Β: Χωρίς ενοχές σίγουρα. Η παραπομπή βέβαια έχει δίχως άλλο το δικό της ερωτισμό.
© 2015 THALEA STEFANIDOU. All rights reserved
Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο GLOW Απριλίου .
.