Search

Ερντέμ και Σιλένα: Μια ελληνοτουρκική συντεχνία με ισπανικό άρωμα στη Λέσβο!

Ο Ερντέμ, μουσικός και παιδαγωγός με σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Προύσας, ήρθε για πρώτη φορά στη Μυτιλήνη το 2017 από τη Μανίσα της Σμύρνης και έκτοτε ζει και εργάζεται στο νησί ως μουσικός. Εδώ στη Λέσβο, γνώρισε τη σύντροφο και καλλιτεχνική παρτενέρ του, την πατρινή Σιλένα Γασπαρινάτου, η οποία μετά από τη 10χρονη παραμονή της στην Ισπανία και τις σπουδές της στην κρατική σχολή χορού της Γρανάδας, (Conservatorio Profesional de Danza “Reina Sofía” ) έχει βάλει σκοπό να μας μυήσει στον κόσμο του Φλαμένκο. Οι δύο τους συνεργάζονται σε ένα νέο πρότζεκτ που συνδυάζει στοιχεία από τις ιδιαίτερες «πατρίδες» τους, που δεν είναι απαραίτητα οι τόποι καταγωγής τους αλλά οι «σταθμοί» των περιπλανήσεων τους.

«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Μανίσα ή αλλιώς Μαγνησία στα ελληνικά, που βρίσκεται στην περιοχή της Σμύρνης. Σπούδασα στο Πανεπιστήμιο Uludag Ουλούταγ, της Προύσας, στο τμήμα της Μουσικολογίας με ειδίκευση στα παιδαγωγικά.

Στη Λέσβο ήρθα πρώτη φορά για διακοπές περνώντας από το Αϊβαλί, απέναντι. Ήρθα ξανά και δυο και τρεις φορές. Και ξαφνικά χωρίς να έχει περάσει ποτέ από το μυαλό μου να ζήσω στο εξωτερικό και την Ελλάδα αποφάσισα να μείνω στη Μυτιλήνη.

« Ήρθα λοιπόν εδώ χωρίς να έχω ιδέα για το τι θα βρω χωρίς να έχω δουλειά και χωρίς να μιλάω ελληνικά! Δεν ήξερα ούτε μια λέξη», μου λέει ο Ερντέμ σε άπταιστα ελληνικά!

Η μαγεία του ρεμπέτικου

«Είναι αλήθεια πως οι μουσικοί όταν βρισκόμαστε μεταξύ μας αναγνωριζόμαστε. Ήδη από τις πρώτες μέρες που ήρθα στο νησί, ακούγοντας τα ρεμπέτικα που έπαιζαν εδώ στα μαγαζιά μου άρεσαν πολύ. Για ένα χρόνο περίπου, όποτε πήγαινα σε live στα καφενεία και στα μαγαζιά της πόλης έπαιζα δυο τραγούδια από εδώ, δυο τραγούδια από εκεί… Και μετά αυτό πήρε τον δρόμο του, θα έλεγα, όπως γίνεται πάντα με τους μουσικούς. Γρήγορα ένιωσα μια τεράστια αγκαλιά από τους ντόπιους που αμέσως με «έβαλαν» στα πράγματα.

«Πριν να έρθω στην Ελλάδα δεν είχα ακούσει ρεμπέτικο, ήξερα το ύφος και το στυλ του, είχα δει την ταινία αλλά δεν είχα παίξει ποτέ ρεμπέτικο!»

Το «Καφέ Αμάν»

Η σύνδεση του ήχου της Μυτιλήνης με την Ανατολή σίγουρα ήταν αυτό που έφερε ακόμη πιο κοντά τον Ερντέμ με τα μουσικά πράγματα της πόλης.  

Εκεί στο «Καφέ Αμάν» που γινόταν τις Κυριακές στο Lazy Fish, εκεί έπαθα ένα μεγάλο σοκ γιατί τα τραγούδια όλα μου ήταν κάπως γνωστά. Ο τρόπος όμως που τα παίζανε ήταν διαφορετικός και ο τρόπος με τον οποίον ο κόσμος απολάμβανε τη μουσική ήταν επίσης διαφορετικός. Εκεί λοιπόν, κάτι μέσα μου αναστατώθηκε/ξύπνησε, ένιωσα σαν να βρήκα το σπίτι μου. Ίσως οι ρίζες της οικογένειάς μου, οι παππούδες μου που κρατούν από Σέρρες και Ξάνθη και μετά μεταφέρθηκαν στη Μανίσα. Εγώ αυτά τα τραγούδια δεν τα είχα ακούσει ποτέ και όμως σαν να τα ήξερα. Ήταν μαγικό αυτό το πράγμα που έζησα. Είμαι και νοσταλγικός πολύ, οπότε αυτό λειτούργησε μέσα μου βαθιά. Ερωτεύτηκα να το πω με απλά λόγια, ερωτεύτηκα και τον ήχο αυτής της μουσικής και το νησί και τους ανθρώπους.  

Ο… «αχταρματζής»

«Μετά τα παραδοσιακά και τα ρεμπέτικα ξεκίνησα να βάζω και τις δικές μου τις ιδέες γιατί δεν είμαι μόνο αυτό, όπως όλοι έτσι κι εγώ έχω κι άλλες μουσικές επιρροές που έπρεπε να εκφραστούν. Και τότε ξεκίνησα να παίζω με τον Αντώνη τον Μυλωνά, με το κουαρτέτο των «Anouman», μαζί με έναν πολύ καλό φίλο και σαξοφωνίστα από την Γαλλία τον Κουεντίν και τον Άκη από το Πλωμάρι, ένα πρότζεκτ με τζαζ αναφορές που συνεχίζεται από το 2018 ως σήμερα. Αργότερα μαζί με τον Τάκη τον Μπαλατσούκα κάναμε τα «Τακίμια» όπου ασχολήθηκα με το ελληνικό ροκ, με την Γιώτα την Παπαχρυσού φτιάξαμε το «Marinade» παίζοντας funk, blues και διασκευές και αργότερα με φώναξε η Ιρέν Χαιτόγλου να γίνω μέλος του δικού της σχήματος Retro D’Iren για να περάσουμε λίγο κι από το σουίνγκ.

Και κάπως έτσι από το Καφέ Αμάν, στο ροκ το ελληνικό, τη τζαζ, τα μπλουζ και το φλαμένκο… το πολυεργαλείο Ερντέμ απέκτησε και το παρατσούκλι του !

«Ο ιδιοκτήτης του σπιτιού μου που είναι ένας τύπος που ακούει τζαζ, και διαβάζει και ψάχνεται, μου έχει πει ότι είμαι …αχταρματζής», μου λέει γελώντας ο Ερντέμ. Ότι παίζω τα πάντα, έναν «αχταρμά», δηλαδή λίγο απ’ όλα. Είμαι λίγο αχταρματζής αλλά πιστεύω με την καλή έννοια. Μου αρέσει να παίζω και να μαθαίνω πολλά είδη. Αυτή τη στιγμή μελετάω φλαμένκο και αυτό το θεωρώ ευκαιρία. Από 15 χρονών ξεκίνησα να δουλεύω ως μουσικός. Ήμουν πάντοτε μουσικός, δεν έχω κάνει κάτι άλλο και κάνοντας αυτή τη δουλειά και για να μπορώ να ζω αποκλειστικά από αυτήν  δεν είχα την ευκαιρία να επιλέγω πάντα το στυλ που θα παίξω. Έτσι μέχρι τώρα έχω παίξει τα πάντα, έχω παίξει όλα τα μοντέρνα και παραδοσιακά στυλ στην τούρκικη και ελληνική μουσική. Έτσι αν δουλεύω με τους ρεμπέτες μπορώ να σου παίξω λαϊκή κιθάρα, μπορώ να σου παίξω και λίγο jazz και να ροκάρω μπορώ!»

Καταγραφή των ήχων της Μυτιλήνης

«Κατά τη διάρκεια της καραντίνας όταν δεν γινόταν τίποτα εγώ στο πλαίσιο του Pelagos Session που έκανε τότε η Κοινσεπ Pelago Μουσικό Εντευκτήριο,  ξεκίνησα να ηχογραφώ όλους τους μουσικούς του νησιού. Αυτή τη στιγμή στο You tube, υπάρχουν εφτά, οκτώ podcast με ηχογραφήσεις των Salia Balia, της Μαρίας Σεϊτανίδου μεταξύ άλλων… Νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει μία καταγραφή όλων των μουσικών σχημάτων του νησιού και ελπίζω να βρεθεί τρόπος να συνεχιστεί, αυτό θα ήταν κάτι που με ενδιαφέρει πολύ».

Τραγούδια για τη Μυτιλήνη

Ο Ερντέμ ανάμεσα σε άλλα πρότζεκτ γράφει και τραγούδια για το νησί τα οποία κάποια στιγμή φιλοδοξεί να ηχογραφήσει στο στούντιο ώστε να βγει ένας δίσκος.

Τα τραγούδια  αυτά είναι κυρίως οργανικά. Ανάμεσα στα ονόματα θα βρει τίτλους όπως  Bossa Μυτιλήνη και Tango Λέσβος τα οποία όπως δείχνει και η ονομασία τους είναι καθαρά εμπνευσμένα από το νησί π.χ. υπάρχει κι ένα βαλσάκι μυτιλήνης. Πιστεύω ότι αυτός που αγαπάει το μέρος που ζει πρέπει να προσφέρει. Εγώ τουλάχιστον δεν ξέρω να λειτουργήσω διαφορετικά και αυτό το κάνω μέσα από την μουσική. Το νησί έχει πολλά όμορφα μέρη και χωρία από τα οποία εμπνέομαι κιόλας, νομίζω ότι από τα αγαπημένα μου είναι η Αγιάσος, το Πέραμα για κάποιο λόγο νιώθω καλά εκεί, επίσης ο Μόλυβος μ’ αρέσει πολύ.

Θετική για τη Λέσβο η Visa Express

«Σίγουρα το γεγονός αυτό με τη βίζα ωφελεί σε πάρα πολλά τη Μυτιλήνη αλλά και τους επισκέπτες. Χρειάζεται ένας άνθρωπος βέβαια που να μιλάει την τουρκική γλώσσα! Εγώ αυτό το καλοκαίρι σταμάτησα  από μόνος μου τουλάχιστον 15 φορές για  να βοηθήσω τους ανθρώπους που έψαχναν να βρούν το σπίτι που έχουν νοικιάσει, να βρούν που να παρκάρουν, πού να φάνε, κλπ. Μου αρέσει πολύ αυτό, μακάρι να μπορούσε ο Δήμος να εκμεταλλευτεί όσους μένουν εδώ και μιλάνε Τουρκικά, θα βοηθούσε πολύ στο τουριστικό κομμάτι που είναι αρκετά σημαντικό για το νησί.

Πριν λίγους μήνες ζήσαμε κι εμείς κάτι αντίστοιχο, ήρθαν οι γονείς μου από Σμύρνη από τη Μανίσα και ταυτόχρονα είχαν έρθει και οι γονείς της Σιλένας. Κανείς δεν μιλούσε την ίδια γλώσσα ήταν πραγματικά σαν ταινία!»  Αναρωτιόμασταν αφού έφυγαν, πως καταφέραμε να γελάσουμε όλοι μας τόσο πολύ χωρίς να μιλάμε καν την ίδια γλώσσα!

Ωστόσο το όνειρο του Ερντέμ μετά τα τόσα χρόνια παραμονής του εδώ στο νησί, νιώθοντας πλέον μυτιληνιός, είναι να ανοίξει την δική του σχολή κιθάρας:

«Θα ήθελα να είχα την ευκαιρία να ιδρύσω μια δική μου μουσική σχολή κυρίως για κιθάρα την οποία και θα ονόμαζα Αλκαίο όπως ο αρχαίος ποιητής και κιθαρωδός».

(Κι αν η ιστορία του Ερντέμ σας φάνηκε μαγική περιμένετε να δείτε αυτή της Σιλένας!)

Στη Μυτιλήνη βρέθηκε για πρώτη φορά το 2007 όταν πέρασε στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου στο Τμήμα Ωκεανογραφίας και Θαλασσίων Βιοεπιστημών. Ωστόσο ως διπλωματούχος κλασσικών κρουστών ήδη από εκείνη την ηλικία, αλλά ταυτόχρονα και πρωτοετής φοιτήτρια ξεκινάει να διδάσκει στο μουσικό σχολείο Μυτιλήνης ως καθηγήτρια.

«Περάσανε έτσι δυο-τρία-τέσσερα χρόνια και συνειδητοποίησα ότι εγώ τώρα δουλεύω για να βγάζω λεφτά και να σπουδάζω κάτι που δεν με ενδιαφέρει. Στην πορεία αφού παλινδρόμησα ανάμεσα σε μπαλέτο και λάτιν συνειδητοποίησα ότι εγώ θέλω να σπουδάσω σοβαρά χορό και όχι να χορεύω έτσι απλά, ερασιτεχνικά. Κάπως έτσι μπήκε το φλαμένκο στη ζωή μου μετά από μια παράσταση που είδα στην Αθήνα καθώς σκέφτηκα, χωρίς να ξέρω τι με περιμένει, ότι λόγω των κρουστών και των μουσικών σπουδών που ήδη είχα θα μου ήταν κάπως εύκολο να το ακολουθήσω.  

Η περιπέτεια της Ισπανίας και το Κοσνερβατόριο

Μετά από ένα χρόνο σε μια σχολή στην Αθήνα, με λίγα μαζεμένα λεφτά, από δω και από κει, έκλεισα τα αεροπορικά εισιτήρια και πήγα στη Γρανάδα. Χωρίς να ξέρω κανέναν και χωρίς να γνωρίζω Ισπανικά. Η επιλογή της Γρανάδας έγινε κάπως τυχαία αλλά και όχι. Απλά συγκέντρωνε τα περισσότερα θετικά ως μια πολύ όμορφη πόλη, φοιτητούπολη, που έχει αρκετές σχολές Φλαμένκο και οικονομική ζωή. Θυμάμαι τότε που μου λέγαν όλοι ότι θα ζοριστώ πάρα πολύ στην αρχή , μόνη στο εξωτερικό, οπότε σκέφτηκα ότι μια όμορφη πόλη που να βγαίνω έξω και να νιώθω ωραία θα βοηθούσε σε κάποια “μικρο-κατάθλιψη”, η οποία βέβαια δεν ήρθε ποτέ. Αρχικά πήγα και γράφτηκα σε μια ιδιωτική σχολή, με μια δασκάλα 70 ετών χωρίς να ξέρω λέξη στα Ισπανικά  με αποτέλεσμα να μην καταλαβαίνω τίποτα να είμαι στην τελευταία γραμμή της αίθουσας και να μην βλέπω ούτε την δασκάλα, ούτε τον καθρέφτη, ούτε τίποτα. Κάποια στιγμή ωστόσο μέσω φίλων μαθαίνω ότι υπάρχει στην πόλη κονσερβατόριο χορού και γνωρίζοντας, λόγω μουσικής , τι θα πει κονσερβατόριο και το επίπεδο που απαιτείται για να μπεις σε μια τέτοια ακαδημία λέω μέσα μου…ούτε που να το σκέφτεσαι…μετά κατάλαβα ότι εκεί πρέπει να μπω. Την πρώτη χρονιά έχασα την οντισιόν καθώς δεν είχα τα απαραίτητα χαρτιά για να μείνω στη χώρα, το διαβατήριο δεν ήταν αρκετό για να μπορέσω να γίνω δεκτή, έτσι περίμενα την επόμενη χρονιά, κάνοντας την κατάλληλη προετοιμασία και πέρασα την οντισιόν μπαίνοντας στο 2ο έτος της Κρατικής Σχολής Χορού της Γρανάδα στην κατεύθυνση φλαμένκο. Η σχολή ήταν 6 χρόνια, στην Γρανάδα έμεινα 10 καθώς μετά δούλευα ως δασκάλα και καλλιτεχνική διευθύντρια σε μια πολύ καλή σχολή της πόλης, ήμουν πια αυτή που προετοίμαζε τα παιδιά για να μπουν στο κονσερβατόριο».  

Στρατιωτική πειθαρχία

Είναι ένας χώρος πολύ απαιτητικός. Απαιτεί πολύ καλή

γνώση μουσικής και αίσθηση ρυθμού, γι’ αυτό και πιστεύω πως μπήκα αλλά κυρίως βγήκα κιόλας. Γιατί δεν  σημαίνει ότι επειδή κάποιος θα μπει στο κονσερβατόριο θα βγει κιόλας. Για παράδειγμα, μια χρονιά με έκοψαν σε ένα μάθημα και έπρεπε να επαναλάβω όλο το έτος από την αρχή. Δεν τους ενδιαφέρει αν είσαι ξένος, αν δεν καταλαβαίνεις, αν είσαι μεγάλος. Δεν σου χαρίζονται. Δεν αποφοιτά πολύς κόσμος. Μπήκαμε 15 βγήκαμε οι τέσσερις. Απαιτεί στρατιωτική πειθαρχία. Από το τι θα φορέσεις, αν τα μαλλιά σου θα είναι μαζεμένα, μέχρι και το τι χρώμα θα είναι τα παπούτσια σου κλπ. Μπορείς βέβαια να πας σε μία ιδιωτική σχολή, να είσαι με τα μαλλιά κάτω να είσαι βαμμένη, να είσαι όπως θέλεις και να ξεχωρίζεις.  Εκεί είναι στρατός και θέλουν να σου σπάσουν και λίγο τον τσαμπουκά. Ωστόσο από τη στιγμή που μπαίνεις η εκπαίδευση σου είναι πολύ ολοκληρωμένη και με ένα πολύ υψηλό επίπεδο. Κάνεις καθημερινά μαθήματα, μπαλέτο, σύγχρονο, μουσική, καστανιέτες, ιστορία της μουσικής, ιστορία του χορού, ανατομία κα.», μου εξηγεί η Σιλένα.

Το φλαμένκο ενσωματώνει μια σύνθετη μουσική και πολιτισμική παράδοση. Προήλθε αρχικά από την περιφέρεια της Ανδαλουσίας, όπου αναπτύχθηκε σαν ξεχωριστή υποκουλτούρα με κέντρα τη Σεβίλλη, το Κάδιθ και τη Μάλαγα, στη συνέχεια όμως εξελίχτηκε σε χαρακτηριστικό κομμάτι του πολιτισμού ολόκληρης της Ισπανίας,. Τα τραγούδια τους είναι κυρίως αυτοσχεδιασμοί που αποτυπώνουν τις διάφορες δυσκολίες που πέρασε ο λαός τους κατά τη διάρκεια των αιώνων. Βασικό στοιχείο της καλλιτεχνικής του μορφής αποτέλεσαν οι Τσιγγάνοι της Ισπανίας, των οποίων η παράδοση ήταν προφορική, συνεπώς τα παραδοσιακά τους τραγούδια περνούσαν από γενιά σε γενιά μέσω των μουσικών τους ερμηνειών στην τοπική κοινότητα.

Φλαμένκο στη Μυτιλήνη

Όπως και με άλλες πλευρές της ισπανικής τέχνης, έτσι και στο φλαμένκο αναφέρεται ως άμεσα συσχετιζόμενος ο όρος “ντουέντε”, ένας από τους πιο δύσκολα μεταφράσιμους, ο οποίος αναφέρθηκε σε μια διάλεξη του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα και συνοπτικά υπονοεί ένα είδος “μαγείας”, μυστηριακής δύναμης και ιδιαίτερης ανύψωσης της ψυχής του καλλιτέχνη που ερμηνεύει το χορό ή το τραγούδι

Γι’ αυτή τη μαγεία μας μιλά σήμερα η Σιλένα η οποία διδάσκει Φλαμένκο στη Σχολή της Νάντιας Ξυλά:

«Με το Φλαμένκο γυμνάζεις όλο σου το σώμα, από την κορυφή ως τα νύχια. Όπως και με τις κλασικές σπουδές. Κατά τη γνώμη μου, στις μικρές ηλικίες για να έχεις ένα πολύ καλό αποτέλεσμα και μια ποιότητα κίνησης  ταυτόχρονα πρέπει να κάνεις και μπαλέτο (μία ώρα μπαλέτο και μία ώρα φλαμένκο). Υπάρχει φυσικά και κόσμος που δεν έχει κάνει ποτέ μπαλέτο και χορεύει εξαιρετικά, αλλά ίσως είναι γεννημένος εκεί, έχει όλη την κουλτούρα, έχει όλα τα ακούσματα οπότε είναι κάτι που το έχει μέσα του. Αυτοί που χορεύουνε είναι συνήθως χωρισμένοι σε δύο κατηγορίες είναι αυτοί που το σπούδασαν και αυτοί που γεννήθηκαν “τσιγγάνοι” και έχουν το βιωματικό που λέμε. Για κάποιον που μαθαίνει πρώτη φορά, χρειάζεται υπομονή. Προφανώς έχει να κάνει πολύ με τη μουσική και το ρυθμό και πρέπει να υπακούς σε κανόνες μουσικούς, ουσιαστικά μαζί με τον χορό μαθαίνεις και μουσική. Όλα είναι πολύ μετρημένα και στη θέση τους,  δεν είναι ποτέ στο περίπου. Θέλει συγχρονισμό, συντονισμό. Είναι σαν να είσαι ένας κρουστός με τα χέρια και τα πόδια σαν ένας ντράμερ που άλλα κάνουν τα πόδια και άλλα τα χέρια. Αλλά σίγουρα αυτή είναι η ομορφιά και αν έχεις και καλό δάσκαλο να ξέρει να στα εξηγήσει στη γλώσσα σου… ακόμα καλύτερα! Σίγουρα ένα άλλο θετικό είναι πως σου αναπτύσσει πάρα πολύ την εκφραστικότητα. Είναι πολύ εκφραστικός χορός και δεν είναι πάντα θυμωμένος όπως μου λένε ή με ρωτάνε πολλοί. Κάποια τραγούδια είναι θλιμμένα άλλα είναι χαρούμενα, αλλά τα συναισθήματα που μπορείς να εκφράσεις με το Φλαμένκο  δεν είναι μόνο ο θυμός! Σίγουρα όλα είναι πολύ έντονα, ωστόσο η δομή ενός χορευτικού κομματιού φλαμένκο έχει τα πάντα μέσα. Θα ξεκινήσει αργά θα πάει γρήγορα θα πάει πιο έντονα θα έχει πάντα το λυρικό κομμάτι και μετά θα τελειώσει πολύ γρήγορα σαν γιορτή, fiesta!»   

Η κοινή καλλιτεχνική πορεία και το πρότζεκτ Φλαμένκο από τη Μυτιλήνη!

«Δεν είναι και εύκολο να βρεις έναν άνθρωπο που να έχει το αντίστοιχο καλλιτεχνικό επίπεδο και να συνεννοείστε και σε προσωπικό επίπεδο» μου λέει η Σιλένα. «Δεν περίμενα ότι σ’ αυτό το νησί εδώ στην Ελλάδα σε έναν τόπο πολύ μικρό θα συναντήσω κάποιον σαν τον Ερντέμ και νιώθω πολύ τυχερή. Έτσι μαζί με τον Ερντέμ έχουμε ξεκινήσει με όλα μας τα καλλιτεχνικά βιώματα να κάνουμε αυτή τη συνεργασία. Το αποτέλεσμα δεν είναι ακριβώς το pure flamenco γιατί είμαστε και οι δύο από άλλες χώρες με μιξαρισμένα είδη και στυλ. Είναι συνειδητή επιλογή μας να κάνουμε αυτό το fusion γι’ αυτό και διαλέξαμε κομμάτια τούρκικα με άλλο στίχο πάνω στον οποίο θα έρθει ο δικός μου ο χορός και θα ενωθεί. Νομίζω ότι είναι και πιο ενδιαφέρον έτσι όπως και κάθε υβρίδιο. Αυτό που κάνουμε έχει «γεννηθεί» στη Μυτιλήνη, στη Βαρκελώνη, στην Αθήνα, στην Τουρκία έχει πολλές ρίζες. Τώρα που θα φτάσει δεν ξέρουμε αλλά θα θέλαμε τουλάχιστον βήμα βήμα να το απολαμβάνουμε και να δίνουμε τον εαυτό μας»

Ένα φεστιβάλ και παραστάσεις Φλαμένκο στη Μυτιλήνη!

Ανάμεσα στα σχέδια των παιδιών για το μέλλον είναι ένα φεστιβάλ και παραστάσεις του ντουέτου σε εσωτερικό και εξωτερικό. «Ένας πρώτος στόχος μας, είναι να ολοκληρώσουμε το πρότζεκτ που ετοιμάζουμε τώρα και να το ανεβάσουμε σύντομα στις μικρές θεατρικές σκηνές του νησιού. Σίγουρα βέβαια στο μυαλό μας είναι ήδη και το καλοκαιρινό φεστιβάλ της Μυτιλήνης αλλά και διάφορες προτάσεις που έχουν προκύψει με πολύ σημαντικούς καλλιτέχνες από την Τουρκία που ελπίζουμε να εξελιχθούν σε ωραίες καλλιτεχνικές συνεργασίες.